Η σημασία της συνάντησης Τσίπρα – Μέρκελ λίγα 24ωρα μετά τη Σύνοδο κορυφής
Προσδοκίες για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στο ελληνικό ζήτημα «γεννά» το ραντεβού Μέρκελ – Τσίπρα που θα προγραμματίστηκε για την προσεχή Δευτέρα στο Βερολίνο μετά από πρωτοβουλία της ίδιας της Καγκελαρίου.
Η συνάντηση αποκτά ιδιαίτερη σημασία, δεδομένων των εντεινόμενων προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αλλά και του ψυχρού κλίματος που επικρατεί στις σχέσεις Αθήνας Βερολίνου το τελευταίο διάστημα. Ενδεικτική είναι η νέα σκληρή επίθεση που εξαπέλυσε ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ κατά της Ελλάδας. Επιμένοντας στη σκληρή γραμμή του, ο κ. Σόιμπλε δήλωσε χθες ότι «η νέα ελληνική κυβέρνηση κατέστρεψε όλη την εμπιστοσύνη που είχε επιτευχθεί στο παρελθόν».
Το ραντεβού των δύο ηγετών θα πραγματοποιηθεί λίγα μόλις εικοσιτετράωρα μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης, η οποία πάντως δεν αναμένεται να ασχοληθεί εκτενώς με το ελληνικό ζήτημα.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σήμερα κ. Μέρκελ θα συναντηθεί στην καγκελαρία με τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι με αντικείμενο θέματα της Ευρωζώνης. Σημειώνεται ακόμη ότι αύριο συνεδριάζει εκ νέου η ΕΚΤ για τον ELA.
Εν τω μεταξύ, χθες υπήρξε και νέα παρέμβαση από την Ουάσινγκτον, με την οικονομική σύμβουλο του Μπαράκ Ομπάμα Kάρολαιν Άτκισον να επικοινωνεί με τον Γιάννη Δραγασάκη και να του ζητά να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα με τις Βρυξέλλες και να ολοκληρωθούν το συντομότερο οι διαπραγματεύσεις.
Σακελλαρίδης: Θα είναι μια συνάντηση ουσίας
«Θα γίνει μια απευθείας επικοινωνία για να βρεθεί μια λύση σε όλη αυτή την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί όλο αυτόν καιρό. Εμείς τα θέματά μας θα τα βάλουμε τόσο στη Σύνοδο Κορυφής όσο και στη συνάντηση με την Ανγκελα Μέρκελ», δήλωσε αναφερόμενος στη συνάντηση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης.
«Τα θέματα αυτά έχουν να κάνουν με την εμμονή μας για εφαρμογή της απόφασης της 20ής Φεβρουαρίου. Θα είναι μια συνάντηση ουσίας και όχι μια συνάντηση για να βγουν φωτογραφίες», πρόσθεσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και σημείωσε, μεταξύ άλλων: «Θα εκθέσουμε την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί και θα επιμείνουμε στην εφαρμογή της απόφασης της 20ής Φεβρουαρίου και στις μεταρρυθμίσεις που θέλουμε να κάνουμε».