Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες βάζουν τέλος στην πολιτική της τελευταίας δεκαετίας
Επί μία δεκαετία, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη αύξαναν τα συναλλαγματικά αποθεματικά τους, αλλά τώρα, αυτή η τάση έρχεται στο τέλος της. Τα παγκόσμια αποθεματικά μειώθηκαν στα 11,6 τρισ. δολάρια το Μάρτιο από τα επίπεδα ρεκόρ των 12,03 τρισ. δολαρίων που ήταν τον Αύγουστο του 2014.
Έτσι, δόθηκε τέλος στην ανοδική τους τάση που οδήγησε στον πενταπλασιασμό τους από το 2004.
Παρότι τα στοιχεία ενδέχεται να υπερβάλουν για το μέγεθος της πτώσης, με δεδομένο ότι η ενίσχυση του δολαρίου έχει μειώσει την αξία των άλλων νομισμάτων αποθεματικών, όπως είναι το ευρώ, εντούτοις δείχνουν μία ξεκάθαρη τάση μείωσης, και αυτό ενώ την τελευταία δεκαετία, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες αύξαναν τα αποθεματικά τους κατά 824 δισ. δολάρια το χρόνο.
Η μείωση αποδεικνύει ότι το δολάρια επέστρεψε στο ρόλο του ως του αδιαμφισβήτητου κυρίαρχου νομίσματος. Αλλά την ίδια στιγμή, έχει αρκετές πιθανές συνέπειες για τις διεθνείς αγορές. Για τις αναδυόμενες οικονομίες, η προσπάθεια να αυξήσουν την προσφορά χρήματος και να τονώσουν την αδύναμη οικονομική τους ανάπτυξη καθίσταται δυσκολότερη. Για το ευρώ, τα περιθώρια πτώση διευρύνονται και για τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, η ζήτηση ενδέχεται να περιοριστεί.
«Πρόκειται για μια μεγάλη πρόκληση για τις αναδυόμενες αγορές», εξηγεί ο Stephen Jen, πρώην οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που έχει ιδρύσει το δικό του hedge fund.
Εξαιρώντας τις διακυμάνσεις στις ισοτιμίες, η Credit Suisse υπολογίζει ότι οι αναδυόμενες χώρες, οι οποίες κατέχουν περίπου τα δύο τρίτα των διεθνών αποθεματικών, ξόδεψαν καθαρό ποσό 54 δισ. δολαρίων από αυτά τα χρήματά τους κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2014, δηλαδή τα περισσότερα από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Η Κίνα, που είναι ο μεγαλύτερος κάτοχος συναλλαγματικών αποθεματικών στον κόσμο, αλλά και οι χώρες που παράγουν εμπορεύματα, ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης, καθώς οι κεντρικές τράπεζες πούλησαν δολάρια προκειμένου να αντισταθμίσουν τις εκροές κεφαλαίων και να υπερασπιστούν τα νομίσματά τους. Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν χαμηλές και η ανάπτυξη των αναδυόμενων οικονομιών αδύναμη.
Αυτό εκτιμάται ότι θα εντείνει την πτώση του ευρώ, καθώς κατά τα προηγούμενα χρόνια, το νόμισμα έβρισκε στήριγμα στο γεγονός ότι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες επεδίωκαν να διαφοροποιήσουν τα συναλλαγματικά αποθεματικά τους από το δολάριο. Το μερίδιο του ευρώ στα αποθεματικά μειώθηκε το 2014 στο 22%, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από το 2002. Αντίθετα, το μερίδιο του δολαρίου άγγιξε τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών, στο 63%.
Το ευρώ έχει σημειώσει πτώση έναντι των 29 από τα 31 βασικά νομίσματα του πλανήτη φέτος, καθώς η ΕΚΤ επιταχύνει τα νομισματικά της μέτρα, για να αποτρέψει τον αποπληθωρισμό.