Η μετάδοση της κρίσης θα επηρέαζε τις αδύναμες οικονομίες
Δίνει και παίρνει τις τελευταίες εβδομάδες η σεναριολογία μιας ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από την «οικογένεια» των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ. Στον απόηχο ενός Grexit η Barclays ακτινογραφεί όλα τα ενδεχόμενα και με έκθεσή της υποστηρίζει ότι το άμεσο κόστος ενδεχόμενης ελληνικής χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας φαίνεται διαχειρίσιμο.
Ωστόσο, ο Οίκος «ξορκίζει» την μετάδοση της κρίσης η οποία, όπως υπογραμμίζει, θα έφερνε βραχυπρόθεσμες πιέσεις σε τίτλους υψηλού ρίσκου, ιδιαίτερα στις εύθραυστες οικονομίες της ευρωπεριφέρειας -όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία-, ακόμα και αν το Grexit δεν οδηγούσε σε διάσπαση της νομισματικής ένωσης.
Όπως επισημαίνει, η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σίγουρα θα δημιουργούσε προηγούμενο, αλλάζοντας τη θεμελιώδη φύση της νομισματικής ένωσης, όπου η έξοδος μιας χώρας θα είναι πλέον ξεκάθαρη πιθανή. Και κάθε φορά που μια χώρα της ευρωζώνης θα έρχεται αντιμέτωπη με κινδύνους φερεγγυότητας ή με πολιτικούς κινδύνους, οι αγορές θα βρίσκονται σε συναγερμό, ακόμα και αν τα ρίσκα αυτά δεν είναι βραχυπρόθεσμα.
Σύμφωνα με την Barclays, από τον Φεβρουάριο υπήρξε βραδεία πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση του δεύτερου προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας, μέχρι το τέλος Απριλίου, που θα ξεκλείδωνε ζωτικής σημασίας βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση. Προς το παρόν, το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών καταφέρνει να διαχειρίζεται τις σφιχτές συνθήκες ρευστότητας, αντλώντας ρευστό από κρατικές οντότητες και καθυστερώντας πληρωμές, όμως δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι για πολύ.
Η Barclays εκτιμά πως η Ελλάδα ενδέχεται να χρειάζεται τουλάχιστον 25-30 δισ. ευρώ στο πλαίσιο ενός τρίτου πακέτου διάσωσης, ενώ το δημόσιο χρέος είναι πιθανό να ξεπεράσει το 185% του ΑΕΠ φέτος.