Μείωση του αριθμού των ΑΕΙ και ΤΕΙ, εισαγωγή των φοιτητών σε Σχολές και μετάβαση στα τμήματα έπειτα από ένα έτος χωρίς εξετάσεις, αλλά και αυστηρότερα κριτήρια στη διάρκεια των σπουδών, όπως η υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων, είναι τα κυριότερα συμπεράσματα του τελικού πορίσματος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας για την ανώτατη εκπαίδευση που παραδόθηκε χθες στον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου.
Ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ Αλέξης Λυκουργιώτης έδωσε το πόρισμα στον κ. Παπανδρέου, παρουσία της υπουργού Παιδείας Άννας Διαμαντοπούλου και του υφυπουργού Ιω. Πανάρετου.
«Θα λάβουμε σοβαρά υπόψη μας τα πορίσματα του Συμβουλίου. Βρισκόμαστε στη νομοπαρασκευαστική διαδικασία. Εξετάζουμε τα τελευταία κείμενα και πορίσματα της διαβούλευσης και μόλις είναι έτοιμο το τελικό κείμενο θα δοθεί στη Βουλή» δήλωσε αμέσως μετά τη συνάντηση η υπουργός Παιδείας.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ Αλέξης Λυκουργιώτης δήλωσε ότι «το πόρισμα θα βοηθήσει την Πολιτεία στην επιχειρούμενη μεταρρύθμιση στην Ανώτατη Εκπαίδευση».
Αναφορικά με το θέμα της εισαγωγής σε Σχολή μίλησε για ευρεία συναίνεση, ενώ αναφέρθηκε και στους προβληματισμούς που εκφράστηκαν σε ότι αφορά στο αδιάβλητο της μετάβασης από το πρώτο προπαρασκευαστικό έτος στο δεύτερο έτος και στο θέμα των υπαρχουσών δομών.
Όπως προκύπτει από το πόρισμα, τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας δεν είχαν ομοφωνία σε όλα τα θέματα για τα ΑΕΙ, συμφώνησαν όμως ότι πρέπει να περιοριστεί σημαντικά ο αριθμός των ανώτατων ιδρυμάτων, αφού όμως προηγηθεί σοβαρή μελέτη και εξασφαλιστούν τα δικαιώματα των φοιτητών.
Ένα σημαντικό σημείο στο πόρισμα είναι ότι το ΕΣΥΠ προτείνει τη συμμετοχή των φοιτητών στη διοίκηση των Ιδρυμάτων για θέματα που τους αφορούν αλλά και την υποχρεωτική παρακολούθηση των μαθημάτων, ώστε να περιοριστεί ο αριθμός των μεταφερόμενων μαθημάτων ανά εξάμηνο.
Ωστόσο, λόγω της άσχημης οικονομικής συγκυρίας, προτείνονται μέτρα ειδικά για τους εργαζόμενους φοιτητές που δεν μπορούν να παρακολουθούν τα μαθήματα σε σταθερή βάση.
Όσον αφορά στη διοίκηση των Ιδρυμάτων υπήρξαν διαφορετικές προσεγγίσεις, καθώς μερίδα των μελών του ΕΣΥΠ υποστήριξε πως το Συμβούλιο Διοίκησης πρέπει να είναι το ανώτατο θεσμικό όργανο των Ιδρυμάτων.
Επίσης τόνισαν πως ορισμένα από τα μέλη θα πρέπει να προέρχονται από άλλα Ιδρύματα, ενώ άλλοι εξέφρασαν την άποψη το Συμβούλιο να αποτελείται μόνο από μέλη του Ιδρύματος.
Πρυτανικές εκλογές
Σχετικά με τις πρυτανικές εκλογές υπήρξε και πάλι πολυγνωμία, καθώς αναπτύχθηκαν απόψεις ο πρύτανης να επιλέγεται με ανοιχτή προκήρυξη ή με εκλογή από τα μέλη ΔΕΠ. Για τις αμοιβές των μελών ΔΕΠ ξεκαθαρίστηκε ότι πρέπει να διασφαλίζονται από το κράτος, ενώ εκφράστηκαν απόψεις να δίνονται κίνητρα για επιπλέον αμοιβές σε διακριθέντες εκπαιδευτικούς.
Τέλος, όλοι συμφώνησαν ότι αναφορικά με την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ θα πρέπει να γίνεται σε Σχολή και όχι σε τμήμα, πρόσθεσαν ότι οι φοιτητές δεν θα πρέπει να επιβαρύνονται με νέες εξετάσεις ώστε στη συνέχεια να «μεταπηδούν» στα τμήματα που θέλουν. Μάλιστα, το κάθε Ιδρυμα ή Σχολή θα μπορεί να θέτει τα δικά του κριτήρια για την αξιολόγηση των νέων φοιτητών και την ένταξή τους στα τμήματα.
Μεταπτυχιακά
Όπως τόνισε και ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ, καθηγητής Αλέξης Λυκουργιώτης, στον πρωθυπουργό όσον αφορά την ίδρυση Σχολής Μεταπτυχιακών Σπουδών σε κάθε Ιδρυμα τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας φάνηκαν μάλλον μοιρασμένα, με περίπου το 1/3 των γραπτών τοποθετήσεων να συμφωνεί με την ιδέα, με το 1/3 να διαφωνεί πλήρως ή να εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις και το υπόλοιπο 1/3 να μην τοποθετείται επί του θέματος.
Εξορθολογίζονται τα προγράμματα σπουδών
Μικρότερα «αμφιθέατρα», περισσότερα εργαστήρια
Για τον τρόπο μετάδοσης της γνώσης επισημάνθηκαν αρχικά αρκετές αδυναμίες, όπως η κυριαρχία της διάλεξης -σε συνήθως μεγάλα ακροατήρια- ως τεχνικής μετάδοσης της γνώσης, οι συχνά διακεκομμένες ώρες παρακολούθησης, η εξαμηνιαία εξέταση -που ελέγχει συχνά μόνο την απομνημονευτική ικανότητα του φοιτητή- ως μοναδική ουσιαστικά μέθοδος αξιολόγησης της γνώσης, η προσφυγή στη χρήση ενός βιβλίου κατά μάθημα κ.λπ.
Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, υποστηρίχθηκε η διαίρεση των μεγάλων ακροατηρίων σε μικρότερα για τα βασικά μαθήματα και η χρήση, σε όσο γίνεται μεγαλύτερη έκταση, συμπληρωματικών πρακτικών ως προς τη διάλεξη, όπως η φροντιστηριακή και η εργαστηριακή άσκηση σε μικρές ομάδες φοιτητών, οι γραπτές εργασίες τις οποίες θα παρουσιάζουν οι φοιτητές, τα σεμινάρια, οι συχνές επισκέψεις σε χώρους όπου παράγεται ή εφαρμόζεται η επιστήμη/τεχνολογία.
Επισημάνθηκε η ανάγκη για την αξιολόγηση και τον εξορθολογισμό αρκετών προγραμμάτων σπουδών (τα οποία θα πρέπει να συγκλίνουν με τα ισχύοντα πρότυπα του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης εκπαίδευσης), για τη μείωση των ωρών επαφής, όταν αυτή είναι υπερβολικά μεγάλη, για τη μείωση των εξεταστικών περιόδων με την υποκατάσταση ή συμπλήρωση του τρόπου εξέτασης με εναλλακτικές μεθόδους συνεχούς ελέγχου της γνώσης, για τον εξορθολογισμό των διαδικασιών φοίτησης και παρακολούθησης (π.χ. υποχρεωτικότητα, προαπαιτούμενα) και για τον περιορισμό του αριθμού των μεταφερόμενων μαθημάτων.
Τέλος, τονίστηκε η ανάγκη να υπάρχει μέριμνα και ειδικά μέτρα για εργαζόμενους φοιτητές ή και για όσους επιλέγουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους με βραδύτερους ρυθμούς.
Σχετικά με τη χωροταξία των ιδρυμάτων, λόγω του μεγάλου αριθμού σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, της διασποράς των τμημάτων και της αλληλοεπικάλυψης γνωστικών αντικειμένων, το ΕΣΥΠ αναγνώρισε την ανάγκη διαρθρωτικών κινήσεων σε συνεννόηση με τα Ιδρύματα και αφού υπάρξει μεταβατικό στάδιο για την ομαλή μετάβαση στην καινούργια αρχιτεκτονική που να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τις επιπτώσεις των ρυθμίσεων σε φοιτητές/απόφοιτους, μέλη ΔΕΠ/ΕΠ και διοικητικό προσωπικό.
Νέο σύστημα
Ευρεία αποδοχή για τις αλλαγές, αλλά υπάρχουν και δυσκολίες
Η πρόταση για εισαγωγή των φοιτητών σε σχολή και όχι σε τμήμα συγκέντρωσε καταρχήν ευρεία αποδοχή. Ταυτόχρονα όμως επισημάνθηκαν και οι δυσκολίες του εγχειρήματος (ανομοιομορφία σχολών, απομονωμένα τμήματα, αδιάβλητη διαδικασία επιλογής από το πρώτο στο δεύτερο έτος). Στο πλαίσιο αυτό, υποστηρίχθηκε ότι θα μπορούσε η μεταβολή αυτή να αποφασίζεται από το κάθε Πανεπιστήμιο/Σχολή που θα καθορίζει και τα λεπτομερή κριτήρια και προϋποθέσεις μετάβασης από το πρώτο έτος στο τμήμα. Τέλος, τονίστηκε ότι η μεταβολή αυτή που συνδέεται με τις εισαγωγικές εξετάσεις δεν θα πρέπει να επιβαρύνει τον υποψήφιο με διπλές εξετάσεις (και άρα διπλή φροντιστηριακή επιβάρυνση).
Ρυθμίσεις για ουσιαστική αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων
Σε ότι αφορά τις ρυθμίσεις, για το προσωπικό των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, στο εισηγητικό κείμενο επισημάνθηκε ότι με αρκετές ρυθμίσεις επιδιώκεται να γίνει πιο ουσιαστική η αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων, αφού πολύ σημαντικά θέματα προτείνεται να εμπίπτουν στη δικαιοδοσία τους, ενώ διευκολύνεται η συνεργασία των Ιδρυμάτων με σημαντικούς επιστήμονες που εργάζονται στο εξωτερικό και ενθαρρύνεται η συνέχιση της ερευνητικής εργασίας από τα μέλη ΔΕΠ που κατέχουν ήδη μόνιμες θέσεις καθώς και η παροχή δωρεών προς τα Ιδρύματα.
Υπήρξε ευρύτατη συναίνεση (αλλά όχι ομοφωνία) για τον περιορισμό των βαθμίδων από τέσσερις σε τρεις συνοδευόμενη από την παρατήρηση ότι αυτό θα έπρεπε να ισχύσει και για τα ΤΕΙ και να προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις για το προσωπικό που υπηρετεί σήμερα.
Ευρύτατη επίσης συναίνεση (αλλά όχι ομοφωνία) υπήρξε και για την προτεινόμενη αυτοτελή κρίση για την εξέλιξη των μελών ΔΕΠ, με τις παρατηρήσεις ότι «οι πιθανότητες εσωστρέφειας και εσωτερικής αναπαραγωγής περιορίζονται από τη συγκρότηση εκλεκτορικών με επαυξημένη συμμετοχή εκλεκτόρων εκτός του ΑΕΙ ή/και της χώρας», ότι «η αξιοκρατική αρχική εκλογή μετράει πολύ περισσότερο από τη μετέπειτα εξελικτική του πορεία που μπορεί να είναι μια κλειστή διαδικασία» και ότι «τα μέλη ΔΕΠ/ΕΠ θα πρέπει να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για ανώτερη βαθμίδα όταν έχουν τα προσόντα».
Επίσης υποστηρίχθηκε ότι η συγκρότηση των εκλεκτορικών σωμάτων και των εισηγητικών επιτροπών θα πρέπει να γίνεται από συλλογικά όργανα.
Για την καθιέρωση μη εξελίξιμης βαθμίδας διδασκόντων αναπτύχθηκαν διαφορετικές απόψεις, όπως ότι αυτή αποτελεί σαφή αναβάθμιση του υφιστάμενου θεσμού του συμβασιούχου βάσει του 407, τα δικαιώματα, οι συνθήκες εργασίας και οι απολαβές των οποίων έχουν απόλυτα εκφυλιστεί στην πράξη.
Αναγκαία η θεσμοθέτηση Συμβουλίου Διοίκησης με εποπτικές αρμοδιότητες
Αναφορικά με τη διοίκηση των ιδρυμάτων, διατυπώθηκε η ανάγκη για τη θεσμοθέτηση του Συμβουλίου Διοίκησης ως του ανώτατου θεσμικού οργάνου με εποπτικές-εγκριτικές αρμοδιότητες, με εσωτερικά και εξωτερικά μέλη, που θα αντλούν τη νομιμοποίησή τους από την ακαδημαϊκή κοινότητα.
Υποστηρίχθηκε, επίσης, ότι αυτό θα μπορούσε «να θεσμοθετηθεί ως όργανο ελέγχου άμεσα εκλεγμένο, στο οποίο θα μπορούσε να προβλεφθεί και η συμμετοχή μελών εκτός ΑΕΙ, με διακριτές αρμοδιότητες, που να λειτουργεί στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ και να δρα εξισορροπητικά προς τη μοναδική σήμερα εξουσία του πρύτανη/πρόεδρου και της Συγκλήτου/Συνέλευσης».
Για τις πρυτανικές εκλογές υποστηρίχθηκε η άποψη το Συμβούλιο να επιλέγει τον πρύτανη ή να εκλέγονται οι πρυτανικές αρχές από τα μέλη ΔΕΠ. Σε αυτή την περίπτωση τονίστηκε πως θα μπορούσε να διατηρηθεί το σημερινό μοντέλο άμεσης εκλογής της ακαδημαϊκής ηγεσίας, αλλά να συνοδευτεί με αλλαγές που θα αφορούν τη σύνθεση των εκλεκτορικών σωμάτων, ώστε να αντιμετωπιστούν φαινόμενα συναλλαγής ή κομματικών επιρροών.
Πάντως, κατατέθηκε και μία άλλη πρόταση για φοιτητική συμμετοχή στη διοίκηση του ιδρύματος, ιδιαίτερα σε θέματα τα οποία άπτονται των ενδιαφερόντων των φοιτητών, όπως θέματα σπουδών, φοιτητικής μέριμνας, διεθνών εκπαιδευτικών ανταλλαγών, πολιτισμού, αθλητισμού, κ.ά., μέσω δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων τους.
Για τις αμοιβές μελών ΔΕΠ, το ΕΣΥΠ συμφώνησε ότι είναι υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει τις αμοιβές του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Το κάθε πανεπιστήμιο, ωστόσο, θα μπορεί με βάση δικά του ακαδημαϊκά κριτήρια να παρέχει επιπλέον χρηματοδότηση για ερευνητικό έργο ή για επιπλέον τεχνικό-διοικητικό προσωπικό σε πανεπιστημιακούς με εξαίρετες ακαδημαϊκές επιδόσεις.