Ο επιχειρηματικός κόσμος ευελπιστεί να πετύχει η ελληνική κυβέρνηση την έξοδο από την κρίση, τόνισε ο ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος στον χαιρετισμό του στο συνέδριο «Επιμελώς Επιχειρείν 2015», που διοργανώνει το ΕΒΕΑ και το ΙΕΑ με την επιστημονική υποστήριξη του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής, επισημαίνοντας ότι η επιμελητηριακή κοινότητας θα είναι σύμμαχος σε οποιαδήποτε κυβέρνηση κινηθεί με ρεαλισμό προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ο κ. Μίχαλος επεσήμανε ωστόσο ότι «θα μας βρουν αντιπάλους οι δυνάμεις που θέλουν να σπρώξουν τη χώρα στα βράχια. Οι δυνάμεις που θέλουν να επιστρέψουμε στη δραχμή και να υποστούμε σε λίγες μόνο μέρες μια νέα εφάπαξ μείωση της αγοραστική μας δύναμης που θα ξεπερνά το 40%, το 50% ή και το 60%. Με αυτές τις δυνάμεις οφείλουμε και πρέπει να συγκρουσθούμε. Ως εδώ με την ανευθυνότητά τους».
Ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ σημείωσε επίσης ότι ο Πρωθυπουργός δείχνει να θέλει να κάνει αυτό που επιβάλει το εθνικό συμφέρον. Δείχνει να θέλει να καταλήξει άμεσα σε μια νέα συμφωνία με λιγότερη λιτότητα και περισσότερη ανάπτυξη. «Σε αυτήν την προσπάθεια πρέπει όλοι να βοηθήσουμε. Με τις ιδέες μας, τις προτάσεις μας, ακόμα και τις παραινέσεις μας. Δεν υπάρχει κομματικό διακύβευμα. Υπάρχει εθνικό διακύβευμα. Δεν είναι ώρα για συγκρούσεις. Είναι ώρα για εθνική συνεννόηση και συνθέσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο χαιρετισμός του κ. Μίχαλου:
«Το συνέδριο μας γίνεται σε ένα ιδιαίτερα αρνητικό περιβάλλον για την πραγματική οικονομία και τη χώρα. Από τις ευρωεκλογές και μετά η χώρα ζει σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας και απραξίας. Απουσιάζει το σχέδιο για το μέλλον και πολύ περισσότερο οι πράξεις για την ανάπτυξη και την ελπίδα. Η απραξία έφερε την αβεβαιότητα. Η αβεβαιότητα έφερε την ασφυξία. Και η ασφυξία μπορεί να φέρει τον οριστικό θάνατο.
Θα κάνουμε κάτι για να αλλάξουμε την μοίρα μας ή θα παραμείνουμε απλοί θεατές σε αυτή την εθνική τραγωδία; Θα κινητοποιηθούν επιτέλους οι πολιτικές επιχειρηματικές και πνευματικές δυνάμεις του τόπου για να συνδιαμορφώσουν ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης και σταθερότητας ή όχι;
Ο Πρωθυπουργός δείχνει να θέλει να κάνει αυτό που επιβάλει το εθνικό συμφέρον. Δείχνει να θέλει να καταλήξει άμεσα σε μια νέα συμφωνία με λιγότερη λιτότητα και περισσότερη ανάπτυξη. Σε αυτή την προσπάθεια πρέπει όλοι να βοηθήσουμε. Με τις ιδέες μας, τις προτάσεις μας, ακόμα και τις παραινέσεις μας. Δεν υπάρχει κομματικό διακύβευμα. Υπάρχει εθνικό διακύβευμα. Δεν είναι ώρα για συγκρούσεις. Είναι ώρα για εθνική συνεννόηση και συνθέσεις.
Ο επιχειρηματικός κόσμος, και ιδιαίτερα τα Επιμελητήρια ως εκπρόσωποί του, έχουν και τη θέληση και μπορούν να βοηθήσουν με συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις την ελληνική κυβέρνηση να πετύχει μια πραγματικά αναπτυξιακή συμφωνία με τους εταίρους και τους πιστωτές.
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι όλους μας θα πρέπει να μας διακατέχει ο ρεαλισμός και να μην δρούμε και πολιτευόμαστε μόνο με το θυμικό μας. Η σκληρή αλήθεια, όσο και αν αυτή δεν μας αρέσει, είναι ότι εμείς βρισκόμαστε στην ασθενή θέση του δανειολήπτη, ενώ οι άλλοι βρίσκονται στην ισχυρή θέση του πιστωτή. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πρέπει να αποδεχτούμε μια λεόντειο συμφωνία υπέρ των πιστωτών μας. Θα πρέπει όμως να πείσουμε -και μπορώ να πω ήδη θα έπρεπε να το έχουμε πράξει- τους εταίρους και πιστωτές ότι δεν χρειαζόμαστε υποδείξεις για να προωθήσουμε ένα δικό μας εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης της οικονομίας της χώρας, που καμία σχέση δεν θα έχει με τα μνημόνια. Για να γίνω πιο σαφής, μπορώ να αναφερθώ σε μερικά παραδείγματα:
– Δεν απαιτείται κανένα μνημόνιο και καμία συμφωνία ούτε για να βελτιώσουμε τους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς της πολιτείας ούτε για να καθιερώσουμε επιτέλους ένα απλό και δίκαιο φορολογικό καθεστώς
– Δεν χρειάζεται καμιά προέγκριση από τους εταίρους μας για να βελτιώσουμε το εργασιακό καθεστώς της χώρας μας πάνω στα ευρωπαϊκά πρότυπα και με βάση το flexibility αλλά και το flexisecurity.
– Κανείς δε θα είχε αντίρρηση να κάνουμε πραγματικές αλλά και επωφελείς για την οικονομία της χώρας ιδιωτικοποιήσεις, με γνώμονα όχι τόσο το εισπρακτικό αποτέλεσμα όσο κυρίως με τη δημιουργία νέων βιώσιμων θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνται ώστε να δώσουν προστιθέμενη αξία στην εθνική μας οικονομία.
– Δεν χρειάζονται μνημόνια και συμφωνίες για τη βελτίωση του ασφαλιστικού μας συστήματος, εκεί τουλάχιστον που οφθαλμοφανώς πάσχει, όπως για παράδειγμα οι πολυσυζητημένες και αμφισβητούμενες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
– Δεν νοείται να μένουν ανεκμετάλλευτα, κυρίως λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών, ο πακτωλός των κονδυλίων του ΕΣΠΑ αλλά και των άλλων ευρωπαϊκών Ταμείων, που μπορούν να ενισχύσουν τη ρευστότητα στην αγορά.
Εμείς ως επιμελητηριακή κοινότητα, ως επιχειρηματικός κόσμος είμαστε οι πρώτοι που επιθυμούμε να πετύχει η ελληνική κυβέρνηση την έξοδο από την κρίση με την ταυτόχρονη ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Γιατί δεν νοούνται επιχειρήσεις χωρίς πελάτες. Είμαστε λοιπόν σύμμαχοι σε οποιαδήποτε κυβέρνηση κινηθεί με ρεαλισμό προς αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα θα μας βρουν αντιπάλους οι δυνάμεις που θέλουν να σπρώξουν τη χώρα στα βράχια. Οι δυνάμεις που θέλουν να επιστρέψουμε στη δραχμή και να υποστούμε σε λίγες μόνο μέρες μια νέα εφάπαξ μείωση της αγοραστική μας δύναμης που θα ξεπερνά το 40%, το 50% ή και το 60%. Με αυτές τις δυνάμεις οφείλουμε και πρέπει να συγκρουσθούμε. Ως εδώ με την ανευθυνότητά τους.
Στα έξι αυτά χρόνια της λιτότητας και της κρίσης δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε ένα εθνικό σχέδιο για να γίνει η χώρα μας πιο ανταγωνιστική και πιο δυνατή. Οφείλουμε να το πράξουμε τώρα. Οι πνευματικές και επιχειρηματικές δυνάμεις του τόπου έχουν την ευθύνη και το ρόλο να καθοδηγήσουν αυτή την νέα εθνική διαδρομή. Αυτός είναι ο ρόλος μας, αυτή είναι η ευθύνη μας. Χωρίς άλλες χρονοτριβές. Πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους.
Να διαμορφώσουμε ένα εθνικό οδικό χάρτη αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που θα δίνει στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας το πρώτο και βασικό ρόλο. Για να δημιουργήσει πλούτο, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καλύτερες και περισσότερες θέσεις εργασίας. Γιατί χωρίς ανάπτυξη και νέο πλούτο δεν θα μπορέσουμε ποτέ ούτε το βιοτικό μας επίπεδο να ανακτήσουμε ούτε πολύ περισσότερο να επουλώσουμε τις κοινωνικές πληγές που δημιούργησε η κρίση, στα φτωχότερα στρώματα των συμπολιτών μας. Και φυσικά χωρίς ανάπτυξη δεν θα μπορέσουμε ούτε δημοσιονομική σταθερότητα να έχουμε ούτε πολύ περισσότερο να βγούμε στις αγορές.
Σε αυτή την εθνική πορεία ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες τους. Ο ρόλος των Επιμελητηρίων είναι να καταθέτουνε προτάσεις για το μέλλον στην εκάστοτε κυβέρνηση και να στηρίζουνε με τις υπηρεσίες τους την υγιή επιχειρηματικότητα. Το σημερινό συνέδριο είναι μια ευκαιρία να ακουστούν και να τεκμηριωθούν νέες ιδέες και προτάσεις για το παρόν και το μέλλον της εθνικής μας οικονομία. Και αυτές τις ιδέες περιμένουμε να ακούσουμε και να υιοθετήσουμε».