Η Σύνοδος επισφράγισε την κυριαρχία Ουάσιγκτον και Βερολίνου
Η Άνγκελα Μέρκελ είναι από την «πρώτη ανάγνωση» η μεγάλη κερδισμένη της Συνόδου των G7 της Βαυαρίας, καθώς: Πρώτον, απέφυγε το «σύνδρομο των Καννών», τον κίνδυνο δηλαδή, να μεταβληθεί η Σύνοδος σε πεδίο επίλυσης των διαφορών των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων του πλανήτη, είτε όσον αφορά την ελληνική κρίση είτε τις σχέσεις των G7 με τη Ρωσία. Δεύτερο, κράτησε σε χαμηλούς τόνους την κριτική για την έλλειψη συμφωνίας στις συνεχιζόμενες συνομιλίες για τις εμπορικές σχέσεις ΕΕ – ΗΠΑ. Τρίτον, κατάφερε «περιφερειακά πλήγματα», π.χ. κατά της Βρετανίας, χωρίς άμεσο γερμανικό και προσωπικό κόστος. Και τέταρτον, πέτυχε τον στόχο της για να υπάρξει συμφωνία όλων στο θέμα της κλιματικής αλλαγής.
Γενικά η οικοδέσποινα της Συνόδου, και ισχυρότερη γυναίκα του πλανήτη και φέτος, κατάφερε να αποφύγει αυτή να επικεντρωθεί στα προβλήματα της κρίσης χρέους και της ουσιαστικά μηδενικής ανάπτυξης της Ευρωζώνης ως το μείζον πρόβλημα των ηγετών και να αποφύγει έτσι και την αυξημένη πίεση της παρεμβατικότητας Ομπάμα στο ευρωπαϊκά πράγματα. Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι μετά την περίοδο 2008-12, της πρώτης φάσης της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής κρίσης, όπου η δημόσια ρητορική των Αμερικανών για το γερμανικό δόγμα της λιτότητας ήταν πολύ σκληρή, η κυβέρνηση Ομπάμα κινείται πλέον πιο διακριτικά. Κατά πολλούς και επειδή «τελειώνει και ο χρόνος της», καθώς έρχονται οι προεδρικές εκλογές του 2016.
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
Ουάσιγκτον και Βερολίνο πρωταγωνίστησαν στη Σύνοδο των G7, πότε ως σφοδροί ανταγωνιστές και πότε ως… «καλοί σύμμαχοι». Ο Ομπάμα έμοιαζε περισσότερο να νοιάζεται να τεστάρει την ενιαία στάση των Ευρωπαίων συμμάχων των ΗΠΑ στην αντιμετώπιση της Ρωσίας. Απέσπασε από το Βερολίνο σκληρότερους τόνους κατά του Πούτιν, αποδυναμώνοντας τους φόβους των «σκληρών» πέραν του Ατλαντικού για «διπλά παιγνίδια». Ο Αμερικανός Πρόεδρος ήταν πολύ σκληρός κατά της Μόσχας και προσωπικά εναντίον του Ρώσου ηγέτη: «Εξακολουθεί, άραγε, ο πρόεδρος Πούτιν να καταστρέφει την οικονομία της χώρας του και να την οδηγεί στην απομόνωση προκειμένου να αποκαταστήσει τη δόξα της σοβιετικής αυτοκρατορίας;» αναρωτήθηκε, στο κλείσιμο της Συνόδου. «Ή αναγνωρίζει ότι το μεγαλείο της Ρωσίας δε στηρίζεται στην παραβίαση της εδαφικής κυριαρχίας και ακεραιότητας άλλων χωρών;» πρόσθεσε. Απ’ αυτό το κεφάλαιο και μόνο, Ρωσία και ουκρανική κρίση, ο Ομπάμα θεωρεί ότι απέσπασε κέρδη από τη Σύνοδο. Ότι πέτυχε το βασικό του στόχο απ’ αυτήν. Αναγκάστηκε βέβαια, να «παραχωρήσει» ήπιους τόνους για την ευρωκρίση.
Παρόμοια, ήταν αυστηρός εκατέρωθεν για το θέμα της Ελλάδας, καλώντας και τις δυο πλευρές σε μεγάλη πολιτική προσπάθεια. Αυτό δεν άρεσε πολύ στη Μέρκελ. Όμως η εντύπωση «ισοφαρίστηκε» από την παρέμβαση του πλανητάρχη σχετικά με το Brexit, όπου ήταν ασυνήθιστα επικριτικός προς τον πιο παραδοσιακό και πιστό στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ στην Ευρώπη, τη Μ. Βρετανία. Ο Ομπάμα κάλεσε ουσιαστικά τον Κάμερον να λειτουργήσει καίρια και αποφασιστικά υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τούτο αποτέλεσε μεγάλη «διευκόλυνση» για την Α. Μέρκελ, που δε χρειάστηκε να ανεβάσει τους κινδυνολογικούς ή άλλους παρόμοιους τόνους αναφορικά με το Brexit.
Ωστόσο, ο Ομπάμα, παρότι δημόσια δεν το έθιξε, έφυγε από τη Βαυαρία με την αίσθηση ότι οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να κωλυσιεργούν στο θέμα της οριστικοποίησης της συμφωνίας των δυο πλευρών για τις εμπορικές σχέσεις τους.
Έτσι, η δύσκολη, συγχρόνως συμμαχική, αλλά και ανταγωνιστική σχέση Ουάσιγκτον και Βερολίνου δεν γνώρισε ούτε σημαντικού περαιτέρω κλυδωνισμούς και αυτό μάλλον στα συν των δύο ηγετών μπορεί να επιμετρηθεί. Και όταν αυτό συμβαίνει, παρά τις πρόσφατες εντάσεις για τις αμερικανικές κατασκοπευτικές δραστηριότητες στη χώρα, τότε μόνο ως ένδειξη ομαλοποίησης και προόδου μπορεί να θεωρηθεί.
ΩΣΕΙ ΠΑΡΟΝΤΕΣ ΟΙ ΑΛΛΟΙ
Και οι άλλοι; Ωσεί παρόντες στη Σύνοδο ίσως. Ο Κάμερον αναγκάστηκε πριν καν φτάσει στο Ελμάου και υπό το φόντο του… «καταχεριασμού» του να συμμαζέψει τις παροτρύνσεις του προς τους ευρωσκεπτικιστές υπουργούς της κυβέρνησής του. Ο δε Ολάντ αρκέστηκε στο ότι «θα πουλήσει» στους συμπατριώτες του αισιοδοξία για την παγκόσμια διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή που θα γίνει στο Παρίσι.
Εμφανής βέβαια, η απουσία από τη Σύνοδο όχι μόνο της Ρωσίας, αλλά και της Κίνας, της ταχύτερα αναπτυσσόμενης και επεκτεινόμενης οικονομίας στον κόσμο. Αλλά οι G7 έχουν συγκροτηθεί στη βάση της αξιολόγησης των πλουσιότερων βιομηχανικών δυνάμεων του κόσμου.
Η συμφωνία για την Κλιματική Αλλαγή
Για την Α. Μέρκελ, ένας βασικός άξονας επιτυχίας της Συνόδου, με άμεση επικοινωνιακή επίπτωση στο εσωτερικό της ακροατήριο αφορά την επίτευξη της συμφωνίας στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Με τη δέσμευση των G7 για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε κάτω από δύο βαθμούς σε σχέση με την προ-βιομηχανική εποχή, η Γερμανίδα καγκελάριος, αλλά και ο Γάλλος Πρόεδρος Φρ. Ολάντ μπορούν να υποστηρίζουν βάσιμα πως έγινε το πιο σημαντικό βήμα για να προκύψει ευρύτατη συναίνεση στη σύνοδο του ΟΗΕ για το κλίμα, που θα πραγματοποιηθεί σε λίγους μήνες στο Παρίσι.
Στη Γερμανία, η κλιματική αλλαγή αποτελεί κορυφαίο πολιτικό θέμα, λόγω της ευαισθησίας των πολιτών. Ο κυβερνητικός συνασπισμός αναγκάστηκε γι’ αυτό να υιοθετήσει τους πιο φιλόδοξους στόχους συγκριτικά με τις άλλες χώρες των G7, σε ό,τι αφορά τη μείωση χρησιμοποίησης του άνθρακα, με τη συμφωνία όλων να ελλατωθεί καίρια η εξάρτηση των ενεργειακών αναγκών των χωρών από τα ορυκτά καύσιμα. Η απόφαση των G7 ήδη χαιρετίστηκα στο εσωτερικό της χώρας και από τους δύσπιστους συνεταίρους της του SPD, ακόμα όμως και από τους «πράσινους». Υπόψη ότι και η ίδια η Μέρκελ είναι φυσικός και είχε χρεωθεί την αποτυχία της προηγούμενης παγκόσμιας Συνόδου για την Κλιματική Αλλαγή, το 2009 στην Κοπεγχάγη, όταν επιχείρησε να εξασφαλίσει μια συμφωνία με ανάλογους στόχους, αλλά Κίνα και Ινδίες πρόβαλαν τότε σθεναρή αντίσταση. Η αποτυχία της διάσκεψης αυτής είχε δημιουργήσει σοβαρά ερωτήματα για τη διεθνή αξιοπιστία και αποδοχή της Μέρκελ.
Με την επιτυχία αυτή, η Kαγκελάριος θεωρεί ότι έδωσε και απάντηση στις σφοδρές επικρίσεις που είχε δεχτεί για το απίστευτο κόστος των 360 εκατ. ευρώ της διήμερης Συνόδου, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ανάκτορο Ελμάου, στο πεντάστερο ξενοδοχείο ενός βαυαρικού θέρετρου, ενώ οι δημοσιογράφοι φιλοξενήθηκαν στο κτίριο που χρησιμοποιήθηκε και ως… παγοδρόμιο για τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936.