«Πνεύμα» συνεργασίας διακρίνουν πλέον οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες στην κυβέρνηση Τσίπρα, όπως μεταδίδει η γερμανική Handelsblatt.
Όπως γράφει, η Αθήνα βιάζεται για μια συμφωνία γιατί ο πρωθυπουργός φοβάται ότι η κυβέρνηση θα πέσει.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ακόμα και οι διακοπές του Αλέξη Τσίπρα ήταν ολιγοήμερες σε ένα απομονωμένο νησί κοντά στην Κέρκυρα. «Τώρα, έχει επιστρέψει στο Μαξίμου και βρίσκεται στο τελειωτικό στάδιο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, όπως δηλώνει και ο ίδιος», αναφέρει το άρθρο.
Ωστόσο, σημειώνει πως η τωρινή βιασύνη του Έλληνα πρωθυπουργού έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την τακτική που ακολούθησε τους προηγούμενους έξι μήνες. «Επί έξι μήνες έκανε ελιγμούς, ήταν διστακτικός και απρόθυμος, έπαιζε πόκερ και άφηνε τις διαπραγματεύσεις για τη νέα βοήθεια που χρειαζόταν απεγνωσμένα να τραβήξουν σε μάκρος. Αυτή τη φορά θέλει ταχεία κατάληξη. Μόνο που αυτή η βιασύνη του δεν είναι ότι θέλει να υπάρξει συμφωνία που θα του δώσει νέα δάνεια, αλλά ότι επιθυμεί να ξεκαθαρίσει τα πράγματα μέσα στο κόμμα του».
«Αγκάθι» ωστόσο παραμένει το γεγονός ότι το Βερολίνο δεν δέχεται αυτή την αισιοδοξία για την επίτευξη συμφωνίας, η οποία αντανακλάται τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στο Παρίσι, σημειώνει η εφημερίδα.
Η γερμανική κυβέρνηση επιμένει ότι υπάρχουν πολλά ζητήματα που ακόμη δεν έχουν διευθετηθεί και ο χρόνος που απομένει μέχρι το τέλος Αυγούστου δεν είναι επαρκής για να λυθούν αυτοστιγμεί. Η Κομισιόν, με τη σειρά της, κάνει λόγο για πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, αλλά και πάλι το Βερολίνο αντιδράει λέγοντας πως υπάρχουν ακόμη ανοιχτά ζητήματα και ερωτηματικά ως προς το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και το χρονοδιάγραμμα της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού πλάνου.
Επιπλέον, όπως αναφέρει το άρθρο, πρέπει να υπάρξουν και σαφείς κατευθυντήριες γραμμές ως προς τη δημοσιονομική πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα καθώς μέχρι στιγμής όλες οι προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέσα στο 2015 είναι αρνητικές. Επομένως, με την ύφεση να έχει πλέον εδραιωθεί, θα πρέπει να υπάρξει και μια σημαντική αναπροσαρμογή στη δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας – μέσα σε αυτό πλαίσιο μπαίνει και το θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος που επιστρέφει στο τραπέζι των συζητήσεων.