Σημαντική διασφάλιση αποτελεί η κάλυψη μέσω της ασφάλειας εξαγωγικών πιστώσεων που παρέχει η εταιρεία
Οι διαπραγματεύσεις του ΤΑΙΠΕΔ με την κοινοπραξία Fraport – Schentell συνεχίστηκαν κι αυτή την εβδομάδα, με στόχο να ολοκληρωθεί η μεταβίβαση των αεροδρομίων μέσα στο 2015.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κοινοπραξία ζητάει να ισχύσει για τα επαρχιακά αεροδρόμια η εγγύηση που είχε δοθεί και στο «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Τότε, μiα από τις δανείστριες τράπεζες, η Hypovereinsbank, είχε ζητήσει την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου ότι αυτό θα επιβαρυνόταν με την υποχρέωση να αποζημιώσει τον επενδυτή, αν προέκυπτε θέμα.
Παρόμοιες εγγυήσεις ζητούν σήμερα οι δανείστριες τράπεζες και από την κοινοπραξία που διεκδικεί τα επαρχιακά αεροδρόμια. Το αίτημα είχε τεθεί πριν από το δημοψήφισμα, αλλά διατυπώθηκε εκ νέου προς την ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ, στα μέσα Ιουλίου, από την ηγεσία της Fraport με την επιβολή των capital controls.
Αντίστοιχες εγγυήσεις έχουν ζητηθεί για το αεροδρόμιο στο Καστέλλι, αλλά και για το Ελληνικό. Ομως, η κοινοπραξία που διεκδικεί τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια δεν αντιμετωπίζει μόνο αυτή την αλλαγή των όρων της σύμβασης, καθώς:
– Σημειώθηκε εκτίναξη των επιτοκίων από 4% που ήταν όταν ολοκληρώθηκε η διαπραγμάτευση τον Νοέμβριο του 2014 σε υπερδιπλάσια επίπεδα σήμερα.
– Με το τελευταίο Μνημόνιο η φορολογική επιβάρυνση ανεβαίνει κατά τρεις μονάδες, από 26% σε 29%.
Σημαντική διασφάλιση αποτελεί για την κοινοπραξία η κάλυψη μέσω της ασφάλειας εξαγωγικών πιστώσεων που παρέχει η Hermes. Αυτές δίνονται όχι μόνο για μακράς πνοής γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα, αλλά και για εξαγωγή γερμανικού μηχανολογικού εξοπλισμού σε ελληνικές επιχειρήσεις έναντι του τραπεζικού δανεισμού.
Τέτοιοι εξοπλισμοί παρέχονται σε μικρές και μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά έχουν ζητηθεί και για μεγαλύτερα projects, όπως η επένδυση της ΔΕΗ για τη νέα μονάδα της Πτολεμαΐδας (5η μονάδα). Το πρόβλημα με τη γερμανική εταιρεία είναι ότι δεν έχει εξασφαλίσει ακόμη τον τραπεζικό δανεισμό εξαιτίας της επιδείνωσης της κατάτασης στη χώρα μας τους τελυταίους οκτώ μήνες.
Η ασφαλιστική των εξαγωγικών εμπορικών δραστηριοτήτων της Γερμανίας (Auslandsgeschaeftsabsicherung der Bundesrepublik Deutschland – AGA) έχει, ωστόσο, ξεκαθαρίσει ότι θα καλύψει το ποσό του δανείου. Αυτή η ασφαλιστική κάλυψη, σύμφωνα με το site της Hermes, επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται «επαρκής ιδιωτική ασφάλιση», πράγμα που η Ε.E. θεωρεί δεδομένο στην περίπτωση της Ελλάδας.
Οι εξαγωγές σε χώρες της Ε.Ε. και στις αγορές του «πυρήνα του ΟΟΣΑ» ασφαλίζονταν και ασφαλίζονται από ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αρκεί να υπάρχει επάρκεια προσφοράς ασφαλιστικών φορέων της ιδιωτικής οικονομίας που να είναι σε θέση να κάνουν κάτι τέτοιο.
Η Ε.Ε. θεωρεί ότι κάτι παρόμοιο δεν συμβαίνει στην περίπτωση της Ελλάδας επειδή η επιβάρυνση των επιτοκίων (premia) εξαιτίας του κινδύνου της χώρας είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Από την άλλη πλευρά, η εμπειρία του φετινού καλοκαιριού δείχνει ότι παρά τη δραματική επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας με τα capital controls, ο αριθμός των επισκεπτών θα εκτιναχθεί σε πάνω από 25 εκατ., αποδεικνύοντας ότι ο «τουρισμός σε οποιεσδήποτε συνθήκες θα συνεχίσει να οδηγεί την οικονομική ανάπτυξη της χώρας», όπως είπε παράγοντας που έχει εμπλακεί στη διαπραγμάτευση.
Η ιδιωτικοποίηση των αεροδρομίων αποτελεί σταθερό σημείο ενδιαφέροντος της γερμανικής κυβέρνησης σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την Αθήνα, αρχικά για την ολοκλήρωση του 2oυ Μνημονίου και στη συνέχεια για το 3ο Μνημόνιο. Μέτοχοι της γερμανικής εταιρείας είναι το κρατίδιο της Έσσης (30%), η δημοτική επιχείρηση της πόλης της Φρανκφούρτης (20%) και η Lufthansa(10%). Με τον όμιλο Κοπελούζου που κατεβαίνει σε κοινοπραξία, η Fraport έχει κερδίσει την παραχώρηση του αεροδρομίου της Αγίας Πετρούπολης.
Αλλά ακόμα και εκεί, στη Ρωσία, οι συνθήκες πριν από την επιβολή των κυρώσεων λόγω της εισβολής στην Κριμαία ήταν καλύτερες. Η αύξηση της επιβατικής κίνησης στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ρωσίας ήταν της τάξης άνω του 15% τα χρόνια πριν από την επιβολή των κυρώσεων, ενώ η κοινοπραξία την είχε προϋπολογίσει σε 5%.