Μήνας-κλειδί για την πορεία των σχέσεων της Αθήνας με τους δανειστές και τους εταίρους θεωρείται ο Οκτώβριος, καθώς εάν η κυβέρνηση καταφέρει να υλοποιήσει τα συμφωνηθέντα, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για την αποδέσμευση των δόσεων και, κυρίως, θα έχει γίνει ένα σημαντικό βήμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.
Σε διαφορετική περίπτωση, η χώρα θα εισέλθει και πάλι σε μία περίοδο αστάθειας και αβεβαιότητας, όπως το προηγούμενο οκτάμηνο, γεγονός που θα οδηγήσει σε νέες περιπλοκές και θα ενισχύσει τις δυνάμεις εκείνες που αμφισβητούν την παρουσία της Ελλάδας στην ευρωζώνη.
Οι δυνάμεις αυτές «κρύβονται» πίσω από τις εμπροσθοβαρείς δεσμεύσεις του νέου Μνημονίου και τηρούν στάση αναμονής. Από την άποψη αυτή, το Grexit παραμένει… κάτω από το τραπέζι, ενώ τα περιθώρια ελιγμών και αλλαγών στο πρόγραμμα είναι περιορισμένα.
Ξένοι αξιωματούχοι εκφράζουν αμφιβολίες για το κατά πόσο μπορούν να εφαρμοστούν τα μέτρα του Μνημονίου, αρχής γενομένης από τα προαπαιτούμενα για το υπόλοιπο των 3 δισ. ευρώ από την εκταμίευση του Αυγούστου (σε δύο δόσεις), αλλά και οι δράσεις που περιέχονται στην πρώτη αξιολόγηση, ο προϋπολογισμός και το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα της περιόδου 2016-2018.
Παράλληλα, για τους εταίρους κρίνεται αναγκαίο η Αθήνα Αθήνα να δώσει έμφαση σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις παρά σε μέτρα εισπρακτικού χαρακτήρα.
Οι ιδιωτικοποιήσεις, η αναμόρφωση του δημόσιου τομέα, η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η απελευθέρωση του ανταγωνισμού, ακόμη και η νέα μορφή του ασφαλιστικού συστήματος, χαρακτηρίζονται σημαντικότερες. Το ερώτημα όμως είναι αν ο κ. Τσίπρας και ο Πάνος Καμμένος πιστεύουν σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις κι έτσι καταγράφεται ανησυχία για το εάν η κυβέρνηση θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις.
Τέλος, το ζήτημα του χρέους μπορεί να περιπλέξει την κατάσταση αν η ελληνική κυβέρνηση γίνει εμμονική στην επιδίωξη για ελάφρυνσή του. Γνώστες του παρασκηνίου εκτιμούν ότι έχει υπάρξει συνεννόηση του ΔΝΤ με την ευρωπαϊκή πλευρά επί των τρόπων που μπορεί να λυθεί αυτή η εξίσωση με όλες τις πλευρές να μένουν ικανοποιημένες.