Το κατώφλι της ανακρίτριας Διαφθοράς Βασιλικής Μπράτη περνά, σήμερα το μεσημέρι, ο Θωμάς Λιακουνάκος προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για δυο κακουργηματικές κατηγορίες -δωροδοκία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος- που αφορούν στη διακίνηση μαύρου χρήματος για την προμήθεια τεσσάρων ραντάρ από την σουηδική εταιρεία Ericsson.
Τελικοί αποδέκτες των χρημάτων – που ξεπερνούν τα 2 εκατ. ευρώ είναι – σύμφωνα με τη Δικαιοσύνη, ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος και το άλλοτε δεξί του χέρι στο υπουργείο Γιάννης Σμπώκος.
Και οι δύο έχουν καταδικαστεί από σε πρώτο βαθμό σε πολυετείς καθείρξεις για μια άλλη υπόθεση διακίνησης μαύρου χρήματος σε εξοπλιστικά που αφορά στην προμήθεια των ρωσικών αντιαεροπορικών αρμάτων μάχης tor-m1.
Ο Θωμάς Λιακουνάκος συνελήφθη το βράδυ της περασμένης Δευτέρας στο σπίτι του στη Φιλοθέη μετά από ένταλμα που εξέδωσε η ανακρίτρια. Στη συνέχεια οδηγήθηκε ενώπιον της αλλά ζήτησε και έλαβε προθεσμία για σήμερα προκειμένου να προετοιμάσει την απολογία του.
Ο ίδιος δίνοντας το «στίγμα» της υπερασπιστικής γραμμής που φαίνεται να ακολουθεί στην ανάκριση, έχει αρνηθεί με ανακοίνωσή του τις κατηγορίες που του αποδίδονται υποστηρίζοντας ότι δεν έχει δωροδοκήσει κανένα κρατικό αξιωματούχο.
Παράλληλα, αναμένεται να βάλλει κατά της έκδοσης εντάλματος για τη σύλληψή του, υποστηρίζοντας ότι πάντοτε ήταν στη διάθεση των δικαστικών αρχών και επιπλέον ότι η επαγγελματική του δραστηριότητα «ήταν ανέκαθεν διαφανής και νόμιμη και τα εισοδήματά του εμφανή και φορολογητέα στην Ελλάδα».
Στο πλαίσιο της ανάκρισης, που βρίσκεται σε εξέλιξη συγκεντρώθηκαν στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η σουηδική Ericsson, κύρια ανάδοχος της σύμβασης των ιπτάμενων ραντάρ που υπεγράφη τον Ιούλιο του 1999 κατέθετε μεγάλα χρηματικά ποσά στον λογαριασμό που τηρούσε η εταιρεία Interaction Limited -με πραγματικούς ιδιοκτήτες τον Θωμά Λιακουνάκο και τον συγκατηγορούμενό του Peter Coleridge- στην τράπεζα HSBC του Μονακό. Από την Interactionτου Θωμά Λιακουνάκου οι μίζες έφταναν στην «Rea International» και την «Highwood».
Από την έρευνα προέκυψε ότι οι καταθέσεις γίνονταν στην offshore του Θωμά Λιακουνάκου, με σκοπό να καλυφθούν τα ίχνη του αρχικού καταθέτη, δηλαδή της Eicsson, και να γίνει πιο δύσκολος ο εντοπισμός του. Για τον λόγο αυτόν, ο κ. Λιακουνάκος χρησιμοποιούσε διάφορες τράπεζες στην Ελλάδα, την Ελβετία, το Μονακό και άλλες χώρες «αξιοποιώντας» παραλλήλως την συνεργασία προσώπων που λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι και εμφανίζονταν ότι είναι οι υποτιθέμενοι δικαιούχοι.
Στην πραγματικότητα όμως τα χρήματα της δωροδοκίας κατέληγαν σε δύο πρόσωπα στην Ελλάδα: Τον Άκη Τσοχατζόπουλο και τον Ιωάννη Σμπώκο.