«Στέγνωσε» η Αγορά – Μετατίθενται οι πληρωμές προς τους πιστωτές του Δημοσίου
Αίσιο τέλος αναμένεται να λάβει το «θρίλερ» με την υποδόση του 1 δισ. ευρώ από τον ESM, καθώς, μετά τις χθεσινές διαβεβαιώσεις των Βρυξελλών για την εξασφάλιση των χρημάτων υπέρ της Ελλάδας και παρά τον σκεπτικισμό των Θεσμών για την επάρκεια των εκπληρωθέντων από την ελληνική πλευρά προαπαιτούμενων, το όλο ζήτημα καθίσταται πλέον τυπικό.
Σε πρώτη φάση, αυτό που τώρα εκκρεμεί είναι απλώς η δημοσίευση σε ΦΕΚ της απόφασης για της δαπάνες Υγείας, οπότε σήμερα ή το αργότερο μέχρι την Πέμπτη οι δανειστές θα δώσουν το «πράσινο φως» για την πολυπόθητη εκταμίευση που θα δώσει νέα ανάσα στην Αγορά.
Ωστόσο, όλη αυτή η καθυστέρηση και ο σκεπτικισμός από την πλευρά των δανειστών καταδεικνύει ακριβώς τις σκληρές διαθέσεις με τις οποίες θα επανακάμψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αμέσως μετά την εορταστική περίοδο. Επίσης όλη αυτή η ταλαιπωρία αποδεικνύει και τον επιπόλαιο και άνευ ουσιαστικού λόγου εφησυχασμό της ελληνικής κυβέρνησης που εμφανίζεται επαναπαυμένη στις «δάφνες» της συμφωνίας που πέτυχε, αντί να προσεγγίσει με περισσότερη υπευθυνότητα και διάθεση όλα τα σημαντικά ζητήματα που αφορούν στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου.
Πνιγηρές οι υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου
Η καθυστέρηση της καταβολής του 1 δισ. ευρώ άλλωστε επηρεάζει αρνητικά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του κράτους προς πολίτες και επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα η Αγορά να παραμένει εγκλωβισμένη στο σπιράλ της έλλειψης απαραίτητων κεφαλαίων κίνησης.
Με βάση το νέο Μνημόνιο και τον νέο κρατικό προϋπολογισμό που μόλις ψηφίστηκε, το Ελληνικό Δημόσιο οφείλει μέσα στον Δεκέμβριο να καταβάλει το εξωφρενικό ποσό των 7 δισ. ευρώ για οφειλές του σε ιδιώτες. Με την καθυστέρηση των πληρωμών, τα χρέη του από επιστροφές φόρων, οφειλές του προς διάφορους πιστωτές και προμηθευτές που δεν ικανοποιεί, αλλά και από την μη εξόφληση του προσωπικού του, διογκώνονται επικίνδυνα.
Ήδη αναβάλλονται για το πρώτο τρίμηνο του 2016 όλες οι πληρωμές που θα έπρεπε να γίνουν πριν την λήξη του τρέχοντος έτους, με αποτέλεσμα να στερηθεί η Αγορά ένα άκρως απαραίτητο κομμάτι ρευστότητας που θα της επέτρεπε να επιβιώσει σε αυτό το αρνητικό περιβάλλον της ύφεσης και της κρίσης. Κατ΄ επέκταση, οι φορολογούμενοι δεν φαίνεται να μπορούν ν΄ αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες αυξημένες υποχρεώσεις τους -κάτι που θέτει σε κίνδυνο τους υπολογισμούς για έσοδα μέσω της φορολογίας και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε εκτροχιασμό του τρέχοντος προϋπολογισμού και αυτού της επόμενης χρονιάς.
Σε ένα τέτοιο σκηνικό, η κυβέρνηση πιθανότατα να συνεχίσει να κρατά την ρευστότητα για να συντηρεί εν ζωή το κράτος, ειδικά αν φανεί ότι οι εισπράξεις του από φόρους συνεχίζουν να κινούνται κάτω από τον πήχη των προσδοκιών του προϋπολογισμού.