Σε αξιοποίηση κοιτάσματος χρωμίτη στην περιοχή των Γρεβενών και εξαγωγή του προσανατολίζεται ο επιχειρηματίας
Ο αντιπρόεδρος της Ελλάκτωρ, μεταλλειολόγος μηχανικός Δημήτρης Κούτρας, ο οποίος ήταν ένας από τους επενδυτές στα Μεταλλεία Κασσάνδρας, επανακάμπτει στον τομέα εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου με «όχημα» την εταιρεία «Μεταλλεία Γρεβενών – Κοζάνης ΑΕ», στο ΔΣ της οποίας συμμετέχει μέσω των δύο θυγατέρων του -της Φωτεινής και της Χριστίνας.
Ο κ. Κούτρας τώρα προωθεί την αξιοποίηση κοιτάσματος χρωμίτη στο Νότιο Βούρινο, στη θέση Αετοράχη του Δήμου Γρεβενών, για το οποίο σε μία εβδομάδα ολοκληρώνεται η δημόσια διαβούλευση της σχετικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ).
Ουσιαστικά πρόκειται για το παλαιό μεταλλείο χρωμίτη στο Βούρινο, που κατά την δεκαετία του ΄70 γνώρισε σημαντική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα στον Αλμυρό Μαγνησίας να δημιουργηθεί η μεταλλουργία σιδηροχρωμίου «Ελληνικά Σιδηροκράματα» (ΕΛΣΙ). Η τελευταία άρχισε να λειτουργεί το 1983, απορροφώντας τον μεταλλουργικό χρωμίτη του Βούρινου, αλλά το 1992 ανέστειλε κάθε δραστηριότητα εξαιτίας της πτώσης στις παγκόσμιες τιμές των μετάλλων. Η εταιρεία πέρασε στον περίφημο Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) και στα τέλη του 2000 οι εγκαταστάσεις του Αλμυρού αποκτήθηκαν από τη ΣΙΔΕΝΟΡ του ομίλου Βιοχάλκο.
Σύμφωνα με έρευνες του Ινστιτούτου Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), τα διαθέσιμα αποθέματα στην περιοχή του Βούρινου ανέρχονται σε περίπου 3 εκατ. τόνους. Εκτιμάται πως την περίοδο 1936-1991 εξορύχθησαν περί τα 2,6 εκατ. τόνοι ενώ το μεταλλείο λειτουργούσε ακόμα και την περίοδο της Κατοχής και το μετάλλευμα μεταφερόταν στη Γερμανία για τις ανάγκες των πολεμικών βιομηχανιών.
Ο χρωμίτης είναι ορυκτό οξείδιο του σιδήρου και του χρωμίου, του οποίου αποτελεί το κυριότερο μετάλλευμα. Τα σημαντικότερα κοιτάσματα εντοπίζονται στους νομούς Κοζάνης και Γρεβενών, ενώ χρησιμοποιούνται κυρίως για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα. Το σχέδιο του αντιπροέδρου της Ελλάκτωρ είναι να συνεχιστεί η υπόγεια εκμετάλλευση της Αετοράχης σε έναν χώρο όπου προϋπήρχε μεταλλευτική δραστηριότητα, ο οποίος σύμφωνα με την ΜΠΕ προσεγγίζει τα 44,2 στρέμματα.
Στην περιοχή Αετοράχη είχε προκληθεί μεταλλευτικό ενδιαφέρον από τη δεκαετία του 1960, όμως οι κυρίως εργασίες ξεκίνησαν το έτος 1984 παράλληλα με την έναρξη λειτουργίας της μονάδας της ΕΛΣΙ, αρχικά με επιφανειακή εκμετάλλευση, στη συνέχεια με υπόγεια εκμετάλλευση μέχρι το έτος 1991, οπότε λόγω τη διεθνούς κρίσης εγκαταλείφθηκε η μεταλλευτική δραστηριότητα.
Η ΜΠΕ αναφέρεται στη συνέχιση της εκμετάλλευσης του παλιού υπόγειου μεταλλείου μέσα από τα υφιστάμενα έργα προσπέλασης και περιχάραξης. Η ΜΠΕ προβλέπει πως οι εργασίες της υπόγειας εκμετάλλευσης περιλαμβάνουν τις εξής φάσεις: Εξόρυξη, που αφορά στην απόσπαση του πετρώματος από τη φυσική του θέση, η οποία θα γίνεται με διάτρηση και χρήση εκρηκτικών, Αποκομιδή, που αφορά στην απομάκρυνση του εξορυγμένου πετρώματος από το μέτωπο της εξόρυξης και θα γίνεται με φορτωτές και φορτηγά και Υποστήριξη, που αφορά στις εργασίες διασφάλισης του μετώπου εξόρυξης.
Από την εκμετάλλευση του υπάρχοντος κοιτάσματος αναμένεται να αποληφθούν περίπου 60.000 τόνοι εξορυσσομένου υλικού. Το εξορυσσόμενο μετάλλευμα «θα υφίσταται μια πρώτη επεξεργασία σε πλατεία του χώρου επέμβασης, όπου ύστερα από θραύση, ταξινόμηση και χειροδιαλογή θα παράγεται προϊόν χονδρομερούς μεταλλεύματος, έτοιμο προς πώληση. Τα στείρα της διαλογής θα οδηγούνται και πάλι μέσα στα υπόγεια».