Η πλειοψηφία των προσφύγων απασχολούνται στη Γερμανία ως βοηθητικό προσωπικό.
Για την εξέλιξή τους στην αγορά εργασίας είναι απαραίτητη η επαγγελματική κατάρτιση. Ωστόσο δεν πληρούν όλοι τις σχετικές προϋποθέσεις.
Οι περισσότεροι πρόσφυγες εισέρχονται στη γερμανική αγορά εργασίας ως βοηθητικό προσωπικό, καθώς θέσεις με υψηλότερες απαιτήσεις απαιτούν μετεκπαίδευση – αυτά είναι τα στοιχεία που δίνει το Ινστιτούτο Έρευνας για την Αγορά Εργασίας της Νυρεμβέργης.
Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι το 70% των προσφύγων δε διαθέτουν κάποιο πτυχίο επαγγελματικής κατάρτισης. Έτσι οι νεοαφιχθέντες στη Γερμανία αναζητούν κυρίως θέσεις εργασίας στη γαστρονομία, σε εταιρείες ασφαλείας, καθαριότητας ή αποθήκευσης προϊόντων.
Οι βοηθητικές εργασίες είναι βέβαια σωματικά και ψυχικά επιβαρυντικές. Αλλά και οι αμοιβές είναι χαμηλές ενώ ο κίνδυνος ανεργίας υψηλός. Πρόκειται για δουλειές που οι Γερμανοί αναλαμβάνουν όλο και πιο δύσκολα.
«Γι’ αυτό θα πρέπει να φροντίσουμε να τους προσφέρουμε μαζί με τη δουλειά και κάποια εξειδίκευση, ώστε να μπορέσουν να εξελιχθούν επαγγελματικά» εξηγεί ο Χέρμπερτ Μπρίκερ από το Ινστιτούτο της Νυρεμβέργης. Πράγμα αναγκαίο, ώστε μελλοντικά να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε ντόπιους μακροχρόνια άνεργους και σε ανειδίκευτους πρόσφυγες.
Ο αριθμός των προσφύγων που αποτελούν το δυνάμει νέο εργατικό δυναμικό είναι συγκεκριμένος, λέει ο Μπρίκερ.
Το 2015 χορηγήθηκε άσυλο σε 141.000 πρόσφυγες, οι οποίοι απέκτησαν έτσι ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Από αυτούς οι 110.000 βρίσκονταν σε κατάλληλη ηλικία για εργασία.
Μαζί με τους πρόσφυγες που αναμένονται φέτος, ο αριθμός τους μπορεί να κυμανθεί μέχρι το τέλος του χρόνου ανάμεσα σε 500.000 και 620.000 ικανά για εργασία άτομα.
Η επαγγελματική κατάρτιση προϋπόθεση για την εργασία
Η εμπειρία δείχνει ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας απαιτεί χρόνο. Τον πρώτο χρόνο περίπου το ένα δέκατο των μεταναστών καταφέρνει να βρει δουλειά.
Το ποσοστό ανεβαίνει στο 50% μετά από πέντε χρόνια ενώ στα δεκαπέντε χρόνια αγγίζει το 70%. Η βασική προϋπόθεση για την ενσωμάτωση είναι η γρήγορη απόφαση για το δικαίωμα παραμονής.
«Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης αποτελεί για αυτό το λόγο τον σημαντικότερο κρίκο της αλυσίδας, διότι χωρίς νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα δε γίνεται τίποτα» τονίζει ο Μπρίκερ.
Πολλοί πρόσφυγες έπρεπε μέχρι σήμερα να περιμένουν μέχρι και οκτώ μήνες για τη σχετική απόφαση. Σε αυτούς προστίθενται και οι τρεις μήνες αναμονής που είναι απαραίτητοι για την υποβολή αίτησης. Αλλά όσο περισσότερο χρόνο μένει κάποιος εκτός επαγγελματικής δραστηριότητας, τόσο πιο δύσκολο είναι να ξαναενταχθεί σε αυτή.
Μέχρι σήμερα το εκπαιδευτικό ιστορικό των αιτούντων άσυλο δεν καταγραφόταν συστηματικά. Περίπου οι μισοί από τους ενήλικες έδιναν προαιρετικά τις σχετικές πληροφορίες. 46% των προσφύγων έχουν εισέλθει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Το ¼ πηγαίνει σε κάποιους είδους σχολείο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ άλλο ¼ εντάσσεται σε σχολεία επαγγελματικής κατάρτισης. Το εργατικό προσωπικό που εισέρχεται στην αγορά εργασίας χωρίς μετεκπαίδευση στη Γερμανία είναι πραγματικά ελάχιστο.
Εξάλλου πολλοί πρόσφυγες δεν τηρούν καν τις προϋποθέσεις για παρακολούθηση κάποιου προγράμματος μετεκπαίδευσης ή για πραγματοποίηση ανώτερων σπουδών.
Από αυτούς το ένα τρίτο βρίσκεται σε ηλικία μεταξύ 18 και 25 ετών, δηλαδή είναι ακριβώς κατάλληλοι για να λάβουν κάποιο είδος εκπαίδευσης.