Ως προϋπόθεση για την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την επιστροφή της οικονομίας σε βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία θέτει η Eurobank την ανάκαμψη των καταθέσεων, εκφράζοντας ωστόσο αισιοδοξία για την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, αν και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, η προσέλκυση νέων επενδύσεων και η αναζωογόνηση της οικονομίας παραμένουν σημαντικές προκλήσεις.
Όπως αναφέρει η διοίκηση του ομίλου στην Έκθεση Διαχείρισης του Δ.Σ. που συνοδεύει την ετήσια οικονομική έκθεση για το 2015, η Ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε πορεία απομόχλευσης, κάτι που μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σοβαρό εμπόδιο για την ανάκαμψή της.
Συγκεκριμένα, από τον Ιούνιο του 2011 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2014, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης του υπολοίπου της συνολικής εγχώριας χρηματοδότησης ήταν της τάξης του -8,02%. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΤτΕ, δηλαδή αυτά του Ιανουαρίου 2016, το υπόλοιπο της συνολικής εγχώριας ιδιωτικής χρηματοδότησης ήταν της τάξης των 203,1 δισ, ή 5% χαμηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος του Ιανουαρίου 2015.
Αντίστοιχα, από την άλλη πλευρά του ισολογισμού, οι συνολικές εγχώριες ιδιωτικές καταθέσεις μειώθηκαν στα 122,2 δις τον Ιανουάριο 2016, από 148,1 δις τον Ιανουάριο 2015, μια μείωση -17.4%. Όπως σημειώνεται στην Έκθεση του Δ.Σ., η ανάκαμψη των καταθέσεων είναι στενά συνδεδεμένη με την επιτυχή ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου (ΤΠΟΣ – Τρίτο Πρόγραμμα Οικονομικής Σταθεροποίησης) και την επιστροφή σε βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.
Οι προοπτικές
Αναφορικά με τις προοπτικές για τους επόμενους 12 μήνες, η Eurobank αναφέρει πως οι βασικοί κίνδυνοι και αβεβαιότητες απορρέουν από το τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα.
Ειδικότερα,
α) η καθυστέρηση εφαρμογής των συμφωνηθέντων μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται ώστε να επιτευχθεί η έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ΤΠΟΣ και οι οποίες αποτελούν σημαντικά προαπαιτούμενα για την αποδέσμευση επιπρόσθετης επίσημης χρηματοδότησης στα πλαίσια του τριετούς προγράμματος χρηματοδότησης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) και την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων για τα επιπρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους της Ελλάδος,
β) τα νέα δημοσιονομικά μέτρα που συμφωνήθηκαν στα πλαίσια του νέου προγράμματος διάσωσης και η επίδρασή τους στην πραγματική οικονομία και
γ) οι περιορισμοί στην ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων και η αρνητική επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα, θα έχουν ενδεχομένως αρνητικές επιπτώσεις στην ρευστότητα και στην κεφαλαιακή επάρκεια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, η συνέχιση της ύφεσης θα μπορούσε να επηρεάσει της προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος με αποτέλεσμα τη χειροτέρευση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, την αυξημένη εξάρτηση από τη χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος και ειδικότερα από την ακριβή χρηματοδότηση του ELA και την περαιτέρω πίεση στα έσοδα από το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης και τα μειωμένα έσοδα από τραπεζικές αμοιβές και προμήθειες.
Επιπλέον, σημειώνεται, η τρέχουσα προσφυγική – μεταναστευτική κρίση που επιδεινώθηκε μετά τα μέσα του 2015 είναι πιθανό να αποτελέσει ένα σημαντικό κίνδυνο για την ελληνική οικονομία την αμέσως επόμενη περίοδο στην περίπτωση που δε θα επιτευχθεί μια βιώσιμη λύση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης.
Οι λόγοι αισιοδοξίας
Από την άλλη πλευρά, η τράπεζα αναφέρει πως η ανθεκτικότητα που επέδειξε η ελληνική οικονομία το 2015, η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, η σταδιακή άρση των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων και η ενεργοποίηση της χρηματοδότησης της Ε.Ε. για την υποστήριξη των εγχώριων επενδύσεων και την δημιουργία θέσεων εργασίας θα διευκολύνει την σταθεροποίηση του εγχώριου οικονομικού περιβάλλοντος και την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης από το δεύτερο εξάμηνο του 2016.
Πάντως, τονίζεται στην Έκθεση η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, η προσέλκυση νέων επενδύσεων και η αναζωογόνηση της οικονομικής ανάπτυξης παραμένουν σημαντικές προκλήσεις. Η αποφασιστική εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων στα πλαίσια του νέου ΕΜΣ προγράμματος θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να επαναφέρει την άρση της εξαίρεσης των χρεογράφων που έχει εκδώσει το ελληνικό δημόσιο και θα σηματοδοτήσει τη σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων του 2015 στο τραπεζικό σύστημα και την εκ νέου πρόσβαση στις χρηματαγορές για ρευστότητα.