Τα επιτόκια προθεσμιακών λογαριασμών και καταθετικών προϊόντων των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας τόσο για μικρά ποσά όσο και για μεγαλύτερα παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, δίνοντας έτσι την ευκαιρία πολλών επιλογών σε όσους έχουν κεφάλαια να αποταμιεύσουν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για μια κατάθεση 5.000 ευρώ, με δέσμευση του ποσού για ένα έτος, τα επιτόκια που προσφέρονται σε προθεσμιακούς λογαριασμούς και προϊόντα κυμαίνονται από 1% μέχρι και 5% περίπου, γεγονός που συνεπάγεται ότι σε ετήσια βάση ο καταναλωτής μπορεί να εισπράξει από τόκους από 50 ευρώ περίπου μέχρι 250 ευρώ. Ανάλογα δηλαδή με την τράπεζα που θα επιλέξει και το προϊόν, μπορεί να υπάρξει διαφορά στην ετήσια απόδοση των χρημάτων μέχρι και 200 ευρώ.
Η διαφορά γίνεται εμφανέστερη για μεγαλύτερα ποσά. Για παράδειγμα για ποσό κατάθεσης 50.000 ευρώ, με δέσμευση του ποσού για ένα έτος τα επιτόκια στα καταθετικά προϊόντα ξεκινούν από 2% περίπου και προσεγγίζουν και το 6%, δίνοντας τόκους σε ετήσια βάση από 1.100 ευρώ περίπου μέχρι και 2.200 περίπου. Ανάλογα δηλαδή με το προϊόν που θα επιλέξει ο καταναλωτής μπορεί να έχει ετήσιο όφελος μέχρι και 1.000 ευρώ περίπου, ένα ποσό διόλου αμελητέο.
Μερίδιο στην προσέλκυση καταθέσεων διεκδικούν και οι μικρότερες σε μέγεθος τράπεζες για το λόγο αυτό σε αρκετές περιπτώσεις προσφέρουν και τα υψηλότερα επιτόκια, ή ακόμη και οι ξένες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας καθώς αντιμετωπίζουν ζητήματα ρευστότητας λόγω της δυσκολίας πρόσβασης στην διατραπεζική αγορά.
Εκτός από τα κλασικά καταθετικά προθεσμιακά προϊόντα τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας δίνουν έμφαση και στην προώθηση μιας σειράς άλλων καταθετικών προϊόντων που προσφέρουν δίνουν διάφορες προσφορές (συμμετοχή σε κληρώσεις, δωροεπιταγές κλπ), σε όσους τα επιλέξουν καθώς και στη διάθεση προϊόντων εγγυημένου κεφαλαίου κα.
Η προσπάθεια προσέλκυσης καταθέσεων από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα γίνεται εντονότερη καθώς υπήρξε μεγάλη μείωση καταθέσεων το 2010, που συνεχίζεται και το 2011.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Διεύθυνσης Στρατηγικής και Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, κατά 40 δισ. ευρώ περίπου μειώθηκαν οι καταθέσεις του ιδιωτικού μη χρηματοπιστωτικού τομέα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ή 14% σε ετήσια βάση, σημειώνοντας μαζί με την Ιρλανδία τις μεγαλύτερες απώλειες καταθέσεων μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης.
Στην μελέτη αναφέρεται ότι η μείωση των καταθέσεων αναμένεται να συνεχιστεί το 2011 με σημαντικά ηπιότερο ρυθμό συγκριτικά με το 2010, με την εξυπηρέτηση των δαπανών του ιδιωτικού τομέα να ερμηνεύει περίπου 16 δισ.ευρώ από μια συνολική εκτιμώμενη μείωση των καταθέσεων της τάξης των 19 δισ. ευρώ
Συστάσεις Τραπεζικού Μεσολαβητή
Οι συναλλασσόμενοι για καταθέσεις και επενδύσεις σε μεικτά προϊόντα, σύμφωνα με τις πάγιες συστάσεις του Μεσολαβητή Επενδυτικών και Τραπεζικών Υπηρεσιών θα πρέπει:
– Να μελετούν προσεκτικά τους όρους των αιτήσεων-συμβάσεων πριν τις υπογράψουν.
– Να συμβουλεύονται τον τιμοκατάλογο (πίνακα εξόδων και προμηθειών) με τις επιβαρύνσεις κατά συναλλαγή, που είναι αναρτημένος σε κάθε κατάστημα τράπεζας.
– Να ζητούν από τους υπαλλήλους διευκρινίσεις για τα σημεία που δεν κατανοούν.
– Να ερωτούν αναλυτικά για το είδος του επενδυτικού προϊόντος, το επιτόκιο του οποίου είναι υψηλότερο -υπό προϋποθέσεις- από το μέσο επιτόκιο καταθετικού λογαριασμού (ταμιευτηρίου ή προθεσμίας) και ως εκ τούτου ιδιαίτερα δελεαστικό. Συνήθως, τα τραπεζικά αυτά προϊόντα είναι μικτά καταθετικά προϊόντα τα οποία συνδυάζουν τοποθέτηση ενός ποσοστού του κεφαλαίου σε προθεσμιακή κατάθεση και του υπολοίπου σε αμοιβαία κεφάλαια, η απόδοση των οποίων δεν είναι εγγυημένη.