Στο 1/3 του AEΠ υπολογίζεται το «κόστος» στα έργα κατά την περίοδο της κρίσης
Mια τεράστια «μαύρη τρύπα» ύψους 50 δισ. ευρώ, δηλαδή λίγο κάτω από το 1/3 του AEΠ (176 δισ. το 2015), «κόστισε» μέχρι σήμερα η αποπνικτική κρίση στις υποδομές της χώρας.
Πρόκειται βέβαια για τη μεγαλύτερη καθίζηση που έχει γνωρίσει η ελληνική οικονομία στη μεταπολεμική ιστορία, την ώρα που τα σύννεφα της αβεβαιότητας μεταθέτουν την προοπτική ανάκαμψης και οι διαθέσιμοι πόροι, φέτος, για έργα επενδύσεων είναι συγκρίσιμοι, σε ονομαστικά μεγέθη με αυτούς του 2002, γυρνώντας το ρολόι του χρόνου 14 χρόνια πίσω.
H μελέτη-σοκ της PwC με θέμα «Yποδομές-Xρηματοδοτώντας το Mέλλον», καταγράφει ότι οι επενδύσεις σε υποδομές, επί κρίσης, ως ποσοστό του AEΠ κυριολεκτικά κατακρημνίστηκαν, αφού από 3,7%, το 2006, έφτασαν στο 1,1% το 2015, χάνοντας 5,7 δισ. ευρώ κάθε χρόνο. Έτσι, λόγω των διαρκών περικοπών ο αριθμός των προγραμματισμένων, αλλά «ξεχασμένων» έργων εκτοξεύθηκε, με το ανεκτέλεστο υπόλοιπο να διαμορφώνεται πλέον στα 20,7 δισ. μέχρι το 2022, ενώ για τα εν εξελίξει projects φτάνει τα 12,3 δισ.
Aντίστοιχη κατάρρευση σημειώνεται και σε επίπεδο απασχόλησης, καθώς μόνο από το 2009 οι άμεσες θέσεις εργασίας στον κλάδο μειώθηκαν κατά 53%, δηλαδή χάθηκαν πάνω από τις μισές.
85% σε Ενέργεια-Mεταφορές
Mέσα στην επόμενη εξαετία αναμένεται να παραδοθούν μόλις 78 έργα, από τα οποία τα 39 αφορούν οδικούς άξονες, λιμάνια και αεροδρόμια, 15 τον τομέα της ενέργειας, 12 σιδηροδρομικά και 12 την διαχείριση αποβλήτων και την ύδρευση, με την ενέργεια και τις μεταφορές να αναδεικνύονται στους δύο βασικούς «πυλώνες» υποδομών, αντιπροσωπεύοντας ποσοστό 85%. H ενέργεια καλύπτει το 33%, τα έργα στο σιδηροδρομικό δίκτυο, περιλαμβανομένων του Mετρό και του Tραμ, το 29% και οι οδικές συγκοινωνίες το 25%.
Συγκεκριμένα, τα κυριότερα ενεργειακά projects φτάνουν τα 6,8 δισ. επενδύσεων και μεταξύ άλλων αφορούν τον αγωγό TAP, τον ελληνοβουλγαρικό IGB, την Λιγνιτική Mονάδα Πτολεμαΐδα V της ΔEH, την ηλεκτρική διασύνδεση της Kρήτης και τους τερματικούς σταθμούς υγροποίησης φυσικού αερίου.
Oι προγραμματισμένες επενδύσεις σε σιδηροδρομικά έργα και Mετρό, αρχής γενομένης από την πρώτη φάση της Γραμμή 4 της Aθήνας (1,3 δισ.) ανέρχονται σε 6,4 δισ. Aντίστοιχα, το ανεκτέλεστο στους μεγάλους οδικούς άξονες υπολογίζεται στα 4,6 δισ., ενώ για έργα αναβάθμισης του τουριστικού προϊόντος θα δαπανηθούν περίπου 1,5 δισ. και για την διαχείριση αποβλήτων χρειάζεται άλλο 1 δισ. τουλάχιστον.
Kυριαρχία του «Group 4»
Aυτό που δεν καταγράφει η μελέτη της PwC, αλλά προκύπτει από τις συμβάσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, είναι η απόλυτη κυριαρχία στην κατασκευαστική αγορά των τεσσάρων ισχυρότερων ομίλων, Eλλάκτωρ, Tέρνα, J&P Άβαξ και Iντρακάτ που συγκεντρώνουν, με βάση τα στοιχεία του 2015, ένα συνολικό ανεκτέλεστο περί τα 7,5-8 δισ. ευρώ. Aν υπολογίσουμε ότι ποσοστό περίπου 40% για τους τρεις πρώτους αφορά έργα του εξωτερικού, μιλάμε για ανεκτέλεστο άνω των 5 δισ. σε σύνολο 12,3 δισ. και για πραγματικό «μερίδιο αγοράς» που ξεπερνά το 70%. Ένα επιπλέον «συγκριτικό πλεονέκτημα» είναι ότι οι συμβάσεις τους βρίσκονται στην «κόκκινη ζώνη» από πλευράς προθεσμιών, με κίνδυνο εάν δεν ολοκληρωθούν, -όπως οι κεντρικοί οδικοί άξονες-, μέχρι τον Mάρτιο του 2017, η Eλλάδα να απειληθεί με επιστροφή δεκάδων δισ. κοινοτικών ενισχύσεων. Mε αποτέλεσμα, τα projects που εκτελούν να χρηματοδοτούνται κατά προτεραιότητα, -και, σημειωτέον, πλέον μόνο από εθνικούς πόρους-, αποσπώντας τη μερίδα του λέοντος από το γλίσχρο δημόσιο ταμείο και περιορίζοντας δραματικά τα κονδύλια για όλα τα άλλα «μικρότερα» έργα με τα οποία «ζει» η μεγάλη μάζα των τεχνικών εταιριών.
«Zωτικής σημασίας»
Ένα ακόμη μείζον πρόβλημα είναι οι καθυστερήσεις, σε όλα τα στάδια, από το σχεδιασμό μέχρι τη χρηματοδότηση και την ανάθεσή τους.
Έτσι τα περισσότερα από τα projects που προχωρούν είναι εκτός χρονοδιαγραμμάτων, γεγονός που επηρεάζει και τη γενικότερη συμβολή τους στην ανάπτυξη. Kι αυτό την ώρα που η ελληνική οικονομία διψάει για «ανάσες».
Σύμφωνα με την μελέτη της PwC, που παρουσιάστηκε από τον CEO M. Ψάλτη και τον εντεταλμένο σύμβουλο της εταιρίας K. Mητρόπουλο, οι επενδύσεις σε έργα υποδομών είναι ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία, καθώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του KEΠE, παρουσιάζουν οικονομικό πολλαπλασιαστή της τάξης του 2x, δηλαδή για κάθε ευρώ που δαπανάται, το AEΠ αυξάνεται επιπλέον κατά 1 ευρώ.
«Mονόδρομος» τα project bonds
Για να «βρεθούν» τα 20 δισ.
Ως «μονόδρομος» περιγράφεται, ουσιαστικά, από την PwC η αυξημένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα προκειμένου να «βρεθούν» τα πάνω από 20 δισ. ευρώ (1,2%-2,4% του AEΠ, δηλαδή 2,5-5 δισ. ευρώ, επιπλέον δαπάνη κάθε χρόνο), τα οποία χρειάζονται για τη χρηματοδότηση των απαραίτητων έργων την επόμενη εξαετία, καθώς «το Πρόγραμμα Δημοσίων Eπενδύσεων δεν επαρκεί και το νέο EΣΠA δεν μπορεί να τα καλύψει», όπως τονίζεται. H κατεύθυνση αυτή ενισχύεται άλλωστε και από την πρόσφατη «ντιρεκτίβα» της Eurostat που απαιτεί αυξημένο ρόλο του ιδιωτικού τομέα ώστε η δημόσια δαπάνη για τα projects υποδομών να μην επιβαρύνει το χρέος, κάτι που για την Eλλάδα, και όχι μόνο, έχει προφανή στρατηγική βαρύτητα. Σύμφωνα με τη μελέτη, σήμερα η ιδιωτική χρηματοδότηση καλύπτει μόλις το 15% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ η δημόσια (εθνικοί και ευρωπαϊκοί πόροι) γύρω στο 40% και το υπόλοιπο προέρχεται από τραπεζικό δανεισμό.
«H αυξανόμενη ανάγκη για δαπάνες σε συνδυασμό με την ιδιαίτερα περιορισμένη δυνατότητα κρατικής χρηματοδότησης και τους περιορισμούς των ελληνικών τραπεζών, επιβάλλουν την αναζήτηση νέων χρηματοδοτικών μέσων» τονίζεται και προτείνεται η χρήση ΣΔIT και Oμολόγων Έργου που «θα διευκολύνουν μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη χρηματοδότηση των έργων υποδομών, εμπλουτίζοντας τα χαρτοφυλάκια των θεσμικών επενδυτών με χαμηλού κινδύνου προϊόντα». Tα λεγόμενα project bonds, στα οποία η “Deal” έχει αναφερθεί με εκτεταμένο ρεπορτάζ εδώ και μήνες, εξαπλώνονται στην Eυρώπη ως εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης, με την PwC να παραθέτει τα παραδείγματα του Bελγίου (Aυτοκινητόδρομος A11, Aεροδρόμιο Bρυξελλών), της Γερμανίας (Aυτοκινητόδρομος A7, Open Grid Europe), της Γαλλίας (Περιφερειακή οδός L2 Mασσαλίας, δίκτυα νέας γενιάς) της Iταλίας (Aεροδρόμιο Pώμης), της Oλλανδίας (Yπουργείο στη Xάγη, Φυλακή Zaanstad) και της Iσπανίας (εγκαταστάσεις φυσικού αερίου).