Σε συμφωνία στο Eurogroup της 24ης Μαΐου ελπίζει η κυβέρνηση, με ταυτόχρονη συζήτηση για ελάφρυνση του χρέους
Ενώ την επόμενη εβδομάδα θα ψηφίζονται τα νομοσχέδια του Ασφαλιστικού και του Φορολογικού, που ήδη έχουν κατατεθεί από την κυβέρνηση στην Βουλή, η διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς για το πακέτο των προληπτικών μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ θα «τρέχει» ταυτόχρονα, ενώ και η πολυπόθητη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής παραπέμπεται στο τακτικό Eurogroup της 24ης Μαΐου, καθώς όλες οι ενδείξεις από τις Βρυξέλλες συνηγορούν στο ότι την προσεχή Δευτέρα δεν αναμένονται τελικές αποφάσεις.
Υπό το πρίσμα των εξελίξεων αυτών, οι διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης Τσίπρα για δήθεν ικανοποιητική πορεία των διαπραγματεύσεων πέφτουν σαφώς στο κενό, καθώς εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι αποσκοπούν απλώς και μόνον σε εντυπωσιασμό. Ωστόσο, ακόμη και χθες, το Μαξίμου με ανακοίνωσή του δήλωνε ικανοποιημένο για την τήρηση των «κόκκινων γραμμών», σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός κλίματος σχετικής ευφορίας τόσο στους κόλπους του εκλογικού σώματος όσο και αυτό των κυβερνητικών βουλευτών, ενόψει της διπλής επικείμενης ψηφοφορίας σχετικά με τα επίμαχα νομοσχέδια.
Το Eurogroup της Δευτέρας
Στην σχετική χθεσινή ανακοίνωση των Βρυξελλών προσδιορίστηκε η ημερήσια διάταξη του Eurogroup της Δευτέρας: «Η Ευρωομάδα θα πραγματοποιήσει έκτακτη σύνοδο για να συζητήσει την πορεία του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας. Οι συζητήσεις θα καλύψουν μια συνολική δέσμη πολιτικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας. Και τα δύο στοιχεία πρέπει να συνυπάρχουν, προκειμένου να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος και να αποδεσμευθεί περαιτέρω χρηματοδοτική στήριξη προς την Ελλάδα».
Το χρονοδιάγραμμα προβλέπει ότι στο Eurogroup της Δευτέρας θα προσδιοριστούν τα βασικά χαρακτηριστικά και η νομική φυσιογνωμία του πακέτου των επιπλέον προληπτικών μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ, που ζητά το ΔΝΤ.
Τα μέτρα του προληπτικού πακέτου των 3,6 δισ.
Εφόσον υπάρξει συμφωνία, οι εκπρόσωποι Θεσμών θα επιστρέψουν στην Αθήνα με στόχο τη ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Επί τάπητος θα τεθούν τα μέτρα-κάβα των 3,6 δισ. ευρώ, παρά την κυβερνητική άρνηση επ΄ αυτού. Με άλλα λόγια, οι δανειστές θα απαιτήσουν συγκεκριμενοποίηση των αυτομάτων περικοπών, εάν διαπιστωθεί εκτροχιασμός των δημοσιονομικών. Σε περίπτωση σύγκλισης των εμπλεκομένων μερών, η συμφωνία θα τεθεί προς έγκριση στο Eurogroup της 24ης Μαΐου.
Εξάλλου η βασική διαφωνία μεταξύ της ελληνικής πλευράς και του ΔΝΤ παραμένει. Η ελληνική κυβέρνηση, παρ’ ότι έχει κάνει υποχωρήσεις στην αποδοχή του μηχανισμού αυτόματων περικοπών και φόρων σε περίπτωση μη επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων, επιμένει ότι προληπτικά μέτρα δεν πρόκειται να ψηφίσει.
Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχουν πληροφορίες ότι ήδη συζητούνται οι τομείς τους οποίους η ελληνική κυβέρνηση ζητά να εξαιρεθούν από τον μηχανισμό λήψης των έκτακτων μέτρων, όπως π.χ. οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες. Σύμμαχό της σε αυτήν την απαίτηση έχει την ίδια την Κομισιόν αλλά και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία. Ήδη ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ ζήτησε χθες την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων στο προσεχές Eurogroup.
Η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει το επιχείρημα ότι, ενώ η ενεργοποίηση του προληπτικού πακέτου δεν είναι βέβαιη, αφού θα εξαρτηθεί από την πορεία της οικονομίας, το πολιτικό κόστος είναι δεδομένο από την στιγμή που θα φέρει στην Βουλή συγκεκριμένα μέτρα με περικοπές σε μισθούς δαπάνες κ.λπ. Ωστόσο το Βερολίνο, πρόταση του οποίου ήταν η θεσμοθέτηση του αυτόματου μηχανισμού, δεν έχει ακόμη πει την τελευταία του λέξη. Το σίγουρο είναι πως, σε περίπτωση που η Γερμανία επιμείνει στην συγκεκριμενοποίηση των μέτρων του αυτόματου μηχανισμού, προκειμένου το ΔΝΤ να κρατηθεί στο ελληνικό πρόγραμμα, η Γαλλία δεν θα συγκρουστεί για λογαριασμό της Ελλάδας.
Από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, κρίσιμη παράμετρος παραμένει η στάση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Οι διαθέσεις των βουλευτών, οι οποίοι το Πάσχα πήγαν στις εκλογικές τους περιφέρειες και ήλθαν σε επαφή με τους ψηφοφόρους τους, δεν θεωρούνται δεδομένες. Αν και οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι κανείς δεν αναλάβει το κόστος να ρίξει την κυβέρνηση, δεν είναι απίθανο να σημειωθούν παραιτήσεις και αποχωρήσεις της τελευταίας στιγμής.
Η συζήτηση για το χρέος
Το γεγονός ότι στην ανακοίνωση για το Eurogroup γίνεται αναφορά στην συζήτηση για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ικανοποιεί την ελληνική κυβέρνηση. Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να αρκεστεί σε μια «υποσχετική» των Ευρωπαίων για ελάφρυνση του χρέους ή συμμετοχή σε μια συζήτηση που μπορεί να διαρκέσει ακόμη και μήνες, μέχρι να οδηγήσει σε τελικές αποφάσεις που, ούτως ή άλλως, αφορούν στην μετά το 2023 εποχή.
Όπως προκύπτει και από την ατζέντα που ανακοινώθηκε για το Eurogroup της 9ης Μαΐου, εκτός από συμφωνία στα μέτρα, για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την καταβολή της επόμενης δόσεως που περιμένει εδώ και μήνες η χώρα μας, πρέπει να υπάρξει και συμφωνία για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Επειδή όμως αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει 19 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ΔΝΤ και ΕΚΤ, να συμφωνήσουν σε πάρα πολλές παραμέτρους (π.χ. το ύψος των πληρωμών για δάνεια ως ποσοστό του ΑΕΠ, το ύψος των επιτοκίων από τον ESM, η χρονική διάρκεια του «παγώματος» των επιτοκίων κ.λπ.), η συζήτηση δύσκολα θα μπορούσε να ολοκληρωθεί μέσα σε 15-20 μέρες, έως το Eurogroup της 24ης Μαΐου ή έως τα τέλη του τρέχοντος μηνός.
Για το λόγο αυτό, πηγές κοντά στην διαπραγμάτευση διαβλέπουν ως ενδεχόμενο ότι, προκειμένου να μην φτάσει ο Ιούνιος και απομένει ανοιχτή η αξιολόγηση, η κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνη αποδεκτή μια «συμφωνία κυρίων» με τους Ευρωπαίους πως η συζήτηση για τον τρόπο ελάφρυνσης του χρέους θα μπορεί να συνεχιστεί, ακόμα και μετά την αξιολόγηση.
Αυτό σημαίνει πως όσο η κυβέρνηση θα τηρεί με σοβαρότητα και ευθύνη τις δεσμεύσεις της, οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ θα προχωρούν στην εξειδίκευση των αλλαγών στο δανειακό πρόγραμμα. Μια επαναβεβαίωση της δέσμευσης των δανειστών για ελάφρυνση χρέους, όπως εκείνης του Νοεμβρίου του 2012, σε συνδυασμό με την ανακοίνωση διαδικασίας που θα οδηγεί σε τελικές αποφάσεις, μπορεί να σημαίνει πολλά για την κυβέρνηση που, πιεζόμενη από έλλειψη χρόνου και χρήματος, δίνει ήδη το δικό της περίγραμμα των αποφάσεων, ως εξής:
– Όχι σε «κούρεμα» χρέους, που άλλωστε δεν αποδέχονται οι δανειστές.
– Προσδιορισμός του κατάλληλου ύψους πληρωμών στα επόμενα χρόνια, για να θεωρείται βιώσιμο το χρέος.
– Προνομιακά χαμηλά επιτόκια επί του επίσημου (διακρατικού) χρέους για δεκαετίες.