Στην εφηβεία παγιώνονται οι βλαβερές συνήθειες του καπνίσματος και του αλκοόλ στους Έλληνες μαθητές: η χρήση του καπνού και η κατανάλωση αλκοόλ ξεκινούν περίπου στην ηλικία των 13-14 χρόνων και αυξάνεται αλματωδώς έως την ηλικία 17- 18 χρόνων. Πιο θεριακλήδες και πιο γερά ποτήρια είναι οι έφηβοι των αστικών κέντρων της περιφέρειας σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους στην Αττική. Σε ό,τι αφορά το φύλο, οι εξαρτήσεις φαίνεται πως είναι κυρίως γένους αρσενικού, καθώς τα αγόρια είναι πιο επιρρεπή στο κάπνισμα και στην κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.
Πρόκειται για μερικά από τα στοιχεία πανελλήνια έρευνας στο σχολικό πληθυσμό για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών (Έρευνα ESPAD) η οποία εκπονήθηκε από το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας (ΕΠΙΨΥ).
Μάλιστα δεδομένου ότι η έρευνα αυτή γίνεται τα τελευταία 25 χρόνια οι ειδικοί πλέον έχουν στη διάθεσή τους σημαντική εικόνα για τη διαχρονική εξέλιξη του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ στον μαθητικό πληθυσμό στη χώρα μας. Το 2011 η έρευνα ESPAD υλοποιήθηκε από το ΕΠΙΨΥ σε συνεργασία και με την υποστήριξη του ΟΚΑΝΑ και των Κέντρων Πρόληψης ΟΚΑΝΑ/ Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Περιέλαβε 676 σχολικές μονάδες και συνολικά 37.000 μαθητές και μαθήτριες ηλικίας 13-19 ετών.
Τι δείχνει η έρευνα ESPAD
Από το 1984 που ξεκίνησε να διενεργείται η έρευνα, καταγράφεται σημαντική διαφοροποίηση στην συγκεκριμένη εξαρτησιογόνα συμπεριφορά. Η μεγάλη αύξηση των καπνιστών μεταξύ του 1984 και 1998 ακολουθήθηκε από προοδευτική καθοδική πορεία από το 2003 έως το 2011. Ωστόσο, αυτό που παραμένει αμετάβλητο είναι η κρίσιμη ηλικία για την επαφή και την δοκιμή των μαθητών με το τσιγάρο: τα 13-14 χρόνια, τα πρώτα χρόνια του γυμνασίου. Όπως προκύπτει από την έρευνα, ένας στους 5 μαθητές έχει καπνίσει μέσα στον τελευταίο μήνα κι ένας στους 7 είναι συστηματικός καπνιστής σε καθημερινή βάση. Το peak στο κάπνισμα γίνεται στην ηλικία των 17-18 ετών όπου καπνίζει ένας στους 4 (24,5%) ενώ στην ηλικία των 19 καπνίζει ένας στους δύο νέους (51%).
Στη Θεσσαλονίκη καταγράφεται το μεγαλύτερο ποσοστό για το βαρύ κάπνισμα, δηλαδή για τους εφήβους που καπνίζουν πάνω από μισό πακέτο την ημέρα. Οι περιοχές με τα υψηλότερα ποσοστά καπνίσματος στο μαθητικό πληθυσμό είναι η περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, η Ανατολική Μακεδονία, η Θράκη και η Αττική. Η Δυτική Ελλάδα, η Ήπειρος και η Δυτική Μακεδονία είναι οι περιοχές με τα χαμηλότερα ποσοστά καπνίσματος.
Έλληνες μαθητές και αλκοόλ
Κατανάλωση αλκοόλ και μέθη αυξάνονται πολύ με την ηλικία: πάνω από δυο φορές την εβδομάδα πίνει σχεδόν ένας στους 5 εφήβους 17-18 ετών (18%), ένας στους 4 ηλικίας 19 ετών (26,8%) και έχει μεθύσει πάνω από δύο φορές ένας στους 4 μαθητές 17-18 ετών (22,7%) και ένας στους 3 μαθητές 19 ετών (32,8%).
Η διαχρονική παρακολούθηση της συγκεκριμένης εξάρτησης στους μαθητές αποτυπώνει μια τάση μείωσης της ευκαιριακής κατανάλωσης αλκοόλ, εντονότερη στην Αθήνα, αλλά αυξητική τάση κατά την τετραετία 2007-2011 στη Θεσσαλονίκη και άλλα αστικά και ημιαστικά κέντρα. Επίσης, φαίνεται ότι τα κορίτσια δυστυχώς… κερδίζουν δρόμο σε αυτήν την «μεθυσμένη κούρσα» στην οποία συμμετέχουν σε σχέση με τα αγόρια. Το κρασί, η μπύρα, τα ισχυρά ποτά, και τα αλκοολούχα αναψυκτικά είναι τα ποτά με την ευρύτερη κατανάλωση.
Τα ναρκωτικά στη ζωή των εφήβων
Διαχρονικά η χρήση των ναρκωτικών έχει τριπλασιαστεί: από 6% που ήταν η χρήση ναρκωτικών στους μαθητές ηλικίας 15 έως 19 χρόνων το 1984 ανήλθε σε 15,3% το 2011. Μάλιστα, αυξάνεται περισσότερο από τη δοκιμή η συστηματικότερη χρήση – όπου χρήση θεωρείται η επαφή με τη ναρκωτική ουσία περισσότερες από τρεις φορές.
Ένας στους 7 μαθητές λυκείου (15,2%) έχει κάνει χρήση (έστω και μία φορά) κάποιας παράνομης ουσίας, κυρίως κάνναβης.
Η πλειονότητά τους έχει επαναλάβει τη χρήση. Τα αγόρια δοκιμάζουν και κάνουν χρήση κάνναβης ή άλλης ναρκωτικής ουσίας περισσότερο από τα κορίτσια (αναλογία ~ 2,5 προς 1). Σε ό,τι αφορά τις περιοχές με τα μεγαλύτερα ποσοστά χρήσης, υπερτερούν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη σε σύγκριση με τις άλλες περιοχές της χώρας.