Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να νομοθετήσει νέα δημοσιονομικά μέτρα, αν πιάσει τους στόχους έως το 2018, τονίζει ο αν. ΥΠΟΙΚ.
Στην συνέντευξη τύπου για τα αποτελέσματα του Eurogroup, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών εκτίμησε πως, πιάνοντας τους οικονομικούς στόχους για την τριετία 2016-2018, η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να νομοθετήσει νέα δημοσιονομικά μέτρα μέχρι το τέλος του προγράμματος.
Σε ερώτηση για την αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά και για το κατά πόσο η κυβέρνηση σκέφτεται την απόσυρση της συγκεκριμένης διάταξης, ο κύριος Χουλιαράκης απάντησε με ένα λακωνικό «όχι», υπογραμμίζοντας πως σε περίπτωση που η οικονομία της χώρας ανακάμψει θα υπάρξει αναλογική και δομική ανακατανομή των πλεονασμάτων.
Για τις εκκρεμότητες της ελληνικής πλευράς με τους θεσμούς, ο κύριος Χουλιαράκης ανέφερε πως ο μεγάλος όγκος των εκκρεμοτήτων αφορά σε νομοτεχνικές βελτιώσεις στο νομοσχέδιο της Κυριακής και ότι τα βασικά θέματα είναι αυτά της ιδιωτικοποίησης του ελληνικού, τα κόκκινα δάνεια και οι νομικές διατυπώσεις στο θέμα του ταμείου ιδιωτικοποιήσεων που αφορούν στη νομική κάλυψη των μελών που θα το απαρτίζουν.
Μαζί με την εκπλήρωση των εξωτερικών υποχρεώσεων, η ελληνική Οικονομία θα εισπράξει ποσό σχεδόν 2% του ΑΕΠ με την μορφή αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών με αρκετά δισεκατομμύρια να «πέφτουν» στην ιδιωτική οικονομία, σημείωσε ο κ. Χουλιαράκης, χαρακτηρίζοντας τα «ισχυρό όπλο» αντιστάθμισης των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί.
Με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, επιτυγχάνονται οι βασικές προϋποθέσεις για την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας και αποκαθίσταται η σταθερότητα και το κλίμα βεβαιότητας για επενδύσεις, είπε αναπληρωτής υπουργός, που προέβλεψε πως ακολουθεί αυξημένη κατανάλωση και περισσότερες επενδύσεις μετά από πέντε χρόνια ύφεσης.
Ο κ. Χουλιαράκης χαρακτήρισε «κρίσιμη» απόφαση του Eurogroup την δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι μεσομακροπρόθεσμα, οι βασικές ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα μείνουν κάτω από το όριο του 15% του ΑΕΠ. Από το 2009 που ξεκίνησε η κρίση μέχρι το 2013 οι ακαθαριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ήταν πάνω από το 25% του ΑΠΕ.
«Τα δάνεια που ανέλαβε η ελληνική οικονομία έχουν ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια αλλά κυμαινόμενα, ωστόσο με την ανάκαμψη της οικονομία η πιθανότητα αύξησης αυτών των επιτοκίων είναι μεγάλη», εκτίμησε ο κ. Χουλιαράκης που υπογράμμισε πως οι μελλοντικοί επενδυτές δεν θα κληθούν να αντιμετωπίσουν μία κρίση χρέους τα ερχόμενα χρόνια.