Ενίσχυση της ιδιωτικής ζήτησης και δομικές μεταρρυθμίσεις συστήνει το ΔΝΤ
Επί τα χείρω αναθεώρησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) τις εκτιμήσεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη, μετά την απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την ΕΕ.
Στην νέα επικαιροποιημένη έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα, το Ταμείο προβλέπει μείωση της παγκόσμιας ανάπτυξης ως απότοκο του Brexit, ενώ παράλληλα τονίζει την ανάγκη για τόνωση της ιδιωτικής ζήτησης και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Για το τρέχον έτος το ΔΝΤ περιμένει να «τρέξει» η παγκόσμια ανάπτυξη γύρω στο 3,1%, ενώ του χρόνου θα αυξηθεί οριακά στο 3,4%. Πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για μια μείωση κατά 0,1% από την εκτιμώμενη τον περασμένο Απρίλιο. «Και φυσικά τις άμεσες επιπτώσεις από το Brexit θα αισθανθούν περισσότερο από όλους οι κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου», δήλωσε ο Μόρι Όμπσφελντ. «Για άλλες περιοχές τα προγνωστικά μας μετά το Brexit δεν έχουν ουσιαστικά αλλάξει». Για τη Βρετανία λοιπόν το ΔΝΤ περιμένει ότι η ανάπτυξη θα φτάσει του χρόνου το 1,3%, που σημαίνει μείωση κατά 0.9%. Αλλά και η Γερμανία δεν θα βγει αλώβητη. Η οικονομία της θα αναπτυχθεί ελαφρά στο 1,6%, από του χρόνου όμως θα περιοριστεί στο +1,2%, ποσοστό 0,4% λιγότερο από το αναμενόμενο.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, το ΔΝΤ, με επικεφαλής τον Μόρι Όμπσφελντ εξετάζει δύο σενάρια, με ένα εκ των οποίων να υποστηρίζει ότι από το Brexit δεν πρόκειται να καταγραφούν μεγάλες αναταράξεις στις αγορές και ότι οι πολιτικές επιπτώσεις θα μείνουν περιορισμένες. «Θεωρούμε αυτό το σενάριο το πλέον πιθανό», εξηγεί ο Όμπσφελντ, «αλλά υπάρχει και το χειρότερο σενάριο, που λέει ότι θα μειωθεί αισθητά η ανάπτυξη στην Ευρώπη και ότι οι επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης θα εξαπλωθούν και εκτός Ευρώπης».
Σύμφωνα με ένα εναλλακτικό σενάριο πάντως, εάν οι διαπραγματεύσεις για το Brexit δεν ολοκληρωθούν ομαλά και μπουν εμπορικοί περιορισμοί, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα πέσει κατά 0, 6% σε σχέση με τις εκτιμήσεις. Άρα, πολλά εξαρτώνται από την έκβαση των διαπραγματεύσεων. «Οι πραγματικές επιπτώσεις του Brexit μπορούν να προβλεφθούν μόνο με την πάροδο του χρόνου», δήλωσε ο Όμπσφελντ. «Αυτό οδηγεί σε πολιτική και οικονομική ανασφάλεια, που μπορεί να διαρκέσει ακόμη πολλούς μήνες».
Υπάρχουν οδηγίες πλεύσης εναντίον της ασθενούς παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης; Το ΔΝΤ συστήνει ενίσχυση της ιδιωτικής ζήτησης και δομικές μεταρρυθμίσεις. Πολιτικοί και παράγοντες λήψης αποφάσεων δεν θα πρέπει να συμβιβαστούν με την κατάσταση και να την αποδεχθούν ως μια νέα κανονικότητα. Διότι όταν το εισόδημα περιορίζεται και οι κοινωνικές εντάσεις μεγαλώνουν, τότε ενισχύεται η ανάγκη πολλών ανθρώπων για προστατευτισμό και εθνικισμό. «Έχει γίνει της μόδας να θεωρεί κανείς τις παγκόσμιες αγορές ως τη ρίζα του κακού, γι’ αυτό και οι πολιτικοί θα πρέπει να επιλέξουν και να προσφέρουν ένα νέο αφήγημα», υποστηρίζει ο Όμπσφελντ. «Αυτό το νέο αφήγημα θα πρέπει να ξυπνά νέες ελπίδες για την ενίσχυση της μεσαίας τάξης με νέα πολιτικά μέσα και με δίκαιη κατανομή του κέρδους που θα προκύψει από την ανάπτυξη».
Λόγω του Brexit και της ανόδου της δημοτικότητας εθνικιστών πολιτικών σε πολλές χώρες φαίνεται ότι και το ΔΝΤ κατανόησε ότι οικονομική πολιτική δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος του πληθυσμού, τουλάχιστον στις χώρες με δημοκρατικά πολιτεύματα.