Τον σημαίνοντα ρόλο των εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) στην αύξηση της απασχόλησης, εξαίρει η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ), σε έκθεσή της για την ελληνική επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΤΕ, παρά τη μικρή βελτίωση (5 μονάδων) κατά το α’ εξάμηνο του 2016, ο δείκτης εμπιστοσύνης προς τις ΜμΕ παραμένει σε αρνητικά επίπεδα, υποδηλώνοντας ότι το ευρύτερο περιβάλλον παραμένει περιοριστικό.
Υπό αυτό το πλαίσιο, η περιορισμένη αύξηση της απασχόλησης κατά την τελευταία διετία (1,4% ετησίως) ξεχωρίζει ως κομβική εξέλιξη. Στοχεύοντας στη διερεύνηση αυτής της τάσης, η έρευνα της ΕΤΕ εστιάζει στις ΜμΕ οι οποίες καλύπτουν το 57% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, μετά την καθίζηση της απασχόλησης κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης (-26% την περίοδο 2007 – 2012), οι επιζούσες ΜμΕ αρχίζουν σταδιακά να προσλαμβάνουν, με τη μέση απασχόληση ανά επιχείρηση να αυξάνεται κατά 3% την περίοδο 2012 – 2015 (7% σε όρους μισθωτής απασχόλησης).
Βελτίωση προοπτικών
Η πορεία ανάκαμψης της απασχόλησης αναμένεται να συνεχιστεί και στο μέλλον, καθώς οι θετικές προοπτικές βελτιώνονται διαχρονικά και υπερτερούν πλέον των αρνητικών εκτιμήσεων. Συγκεκριμένα, πλέον το 18% του τομέα προσδοκά αύξηση της απασχόλησης το επόμενο εξάμηνο (από μόλις 8% το 2012), έναντι μόλις 11% που αναμένει μείωση απασχόλησης (από 30% το 2012).
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η ανάκαμψη της απασχόλησης οφείλεται στις εξωστρεφείς και καινοτόμες ΜμΕ, οι οποίες ανέρχονται στο 40% των συνολικών ΜμΕ (30% το 2013). Αναλυτικά, η μέση μισθωτή απασχόληση των δυναμικών αυτών αυξήθηκε κατά περίπου 25% την τελευταία τριετία, έναντι σταθερότητας για τις παραδοσιακές ΜμΕ.
Οι εξωστρεφείς και καινοτόμες ΜμΕ εκτιμάται, σύμφωνα με την ΕΤΕ, ότι θα παραμείνουν ο πυλώνας ανάπτυξης και κατά το επόμενο έτος, καθώς σχεδόν το 50% δηλώνει ότι θα αυξήσει την απασχόληση του (έναντι μόλις 14% για τις παραδοσιακές ΜμΕ).
Έλλειμμα δεξιοτήτων
Δεδομένης της υψηλής σημασίας του δυναμικού αυτού κομματιού των ΜμΕ για την αγορά εργασίας, η ΕΤΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς τα 2/3 των εξωστρεφών και καινοτόμων ΜμΕ δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν έλλειμμα δεξιοτήτων στο απασχολούμενο προσωπικό τους (ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο για τις παραδοσιακές ΜμΕ) – υποδηλώνοντας δυσχέρειες εύρεσης προσωπικού που μπορεί να αντεπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις ενός παγκόσμιου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος.
Ιεραρχώντας τις αδυναμίες του προσωπικού τους, οι επιχειρήσεις εντοπίζουν ως βασικότερη το επίπεδο ψηφιακής εκπαίδευσης (29% των ΜμΕ), ακολουθούμενη από τις εξειδικευμένες γνώσεις (27% των ΜμΕ) και τις ικανότητες πωλήσεων (20% των ΜμΕ).
Μισθολογικό κόστος
Εστιάζοντας στο θέμα του μισθολογικού κόστους, παρατηρείται μια οριακή αύξηση του μισθολογικού κόστους (3%) κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας (μετά από την κάθετη μείωση του κατά 47% την περίοδο 2007-2012), η οποία ωστόσο χαρακτηρίζεται θετική καθώς είναι αποτέλεσμα της αύξησης της μισθωτής απασχόλησης (7% κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας).
Ενώ η απασχόληση στις ΜμΕ δείχνει σταδιακά να ανακάμπτει, οι πωλήσεις των ΜμΕ συνεχίζουν να συρρικνώνονται (13% την τελευταία τριετία). Ως αποτέλεσμα, το μισθολογικό κόστος ως ποσοστό των πωλήσεων ανήλθε στο 14,5% το 2015 από ένα σχεδόν σταθερό επίπεδο κοντά στο 12% κατά τη διάρκεια της έντονης πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2007-2012 (και έναντι περίπου 10% κ.μ.ο. στις – περισσότερο έντασης κεφαλαίου – ευρωπαϊκές επιχειρήσεις).
Η αύξηση της απασχόλησης πριν την αύξηση των πωλήσεων μπορεί να ερμηνευτεί ως λειτουργική προετοιμασία των ΜμΕ για επικείμενη άνοδο της ζήτησης, η οποία – λόγω αρνητικών εκπλήξεων οικονομικής συγκυρίας σε σχέση με τις επιχειρηματικές προσδοκίες – αποδείχτηκε πρόωρη.
Περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης
Όσον αφορά το επόμενο έτος, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων συγκλίνουν σε περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης. Ωστόσο, οι πτωτικές πιέσεις στον μέσο μισθό και η εντατικοποίηση της αξιοποίησης ελαστικών μορφών εργασίας αναμένεται να οδηγήσουν σε μικρή μείωση του μισθολογικού κόστους.
Συνεπώς, από τα στοιχεία της ανάλυσης της ΕΤΕ φαίνεται ότι οι ΜμΕ επιχειρούν να διορθώσουν την ταχύτερη άνοδο του μισθολογικού κόστους σε σχέση με τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκε κατά την προηγούμενη τριετία, ωστόσο στοχεύουν να το επιτύχουν χωρίς να δημιουργήσουν συσταλτικές πιέσεις στην απασχόληση.
Αγορά εργασίας
Συγκεκριμένα, από την έρευνά προκύπτει ότι το 92% των ΜμΕ θεωρεί ότι περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας δεν θα οδηγήσουν σε αύξηση της απασχόλησης – γεγονός που δεν εκπλήσσει, καθώς οι μικρές επιχειρήσεις δεν επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη νομοθεσία της αγοράς εργασίας.
Αντίθετα, το 51% θεωρεί την υιοθέτηση πολιτικών τόνωσης ζήτησης ως προαπαιτούμενο για την αύξηση της απασχόλησης, ενώ το 25% θεωρεί τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε άλλους τομείς (π.χ. νομικό περιβάλλον, πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, υποδομές) ως το στοιχείο που θα ξεκλειδώσει τη δυναμική της αγοράς εργασίας.