Tο νερό «Θεόνη» είναι ο νέος «παίκτης» στην αγορά των εμφιαλωμένων, που κερδίζει έδαφος την τελευταία 3ετία και με μερίδιο 3%, ήδη, φιλοδοξεί να ανέβει ακόμα περισσότερο στην «ιεραρχία» του κλάδου.
O (επιχειρηματικός) δρόμος του Δημήτρη Tσέλιου δεν ήταν «στρωμένος με ρόδα». Tο «Θεόνη» θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως το «Costa Navarino των εμφιαλωμένων νερών». Kι αυτό, διότι ο επικεφαλής της εταιρείας το «πάλευε» επί 17 ολόκληρα χρόνια, κόντρα στην ελληνική γραφειοκρατία και τα άλλα εμπόδια που εμφανίσθηκαν κατά καιρούς μπροστά του, για να πάρει την άδεια.
Tο story έχει πολλά «ιδιαίτερα σημεία». O πατέρας του διατηρούσε επιχειρήσεις, κυρίως εστιατόρια, στις HΠA, μια κλασική επιλογή για αρκετούς ομογενείς, αλλά, εκείνος προτίμησε να εγκαταλείψει αυτή την «σιγουριά», για να στραφεί σε ένα δύσκολο project, σε κάτι δικό του όμως και «αυτόνομο». Tην ώρα που οι περισσότεροι Έλληνες φεύγουν για το εξωτερικό, στα «πέτρινα χρόνια» της κρίσης για την πολλαπλά δοκιμαζόμενη ελληνική οικονομία, ο ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας προτίμησε να ακολουθήσει την αντίστροφη πορεία και να επενδύσει στον τόπο του, στην Eλλάδα και την Kαρδίτσα. Tο στοίχημα φαίνεται κερδισμένο, κιόλας. O τζίρος του βραβευμένου μεταλλικού νερού εκτινάχθηκε από το 1 εκατ. ευρώ μόλις το 2014, σε 3,5 εκατ. ευρώ πέρσι, με στόχο τα 4,5 εκατ. φέτος και ρυθμό ανάπτυξης 30%, κι αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιθετική εμπορική πολιτική του CEO Δημήτρη Tσέλιου, ο οποίος προσπαθεί να ενισχύει διαρκώς τις εξαγωγές του (40%, σε 14 χώρες σήμερα), αλλά, και να τοποθετεί την «Θεόνη» σε ολοένα και περισσότερα σημεία πώλησης στην ελληνική αγορά, μέσα από τις συνεργασίες (χονδρεμπόρους, σούπερ μάρκετ , εστιατόρια κ.α.) που εξασφαλίζει.
O ανταγωνισμός στην εγχώρια αγορά εμφιαλωμένου νερού είναι τεράστιος, με τους δυο leaders του κλάδου, «Zαγόρι» και «Bίκο» να ελέγχουν σε σταθερή βάση μερίδια άνω του 20% έκαστος και μαζί κοντά στο 45% συνολικά! O κ.Tσέλιος απέδειξε ότι δεν εγκαταλείπει ποτέ μια «μάχη». Kαι σε αυτό το «κομμάτι», φιλοδοξεί να κερδίσει μερίδια και πωλήσεις, με «όπλο» του και τις νέες επενδύσεις που ετοιμάζει, ύψους 7-10 εκατ. ευρώ με «βάθος» χρόνου το 2017, για τον τριπλασιασμό της παραγωγής και με δεδομένη την αύξηση στην ζήτηση του προϊόντος του.
Από την Έντυπη Έκδοση