Σημαντικά δημοσιονομικά περιθώρια ελιγμών δίνει στην κυβέρνηση της γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ το πρωτοφανές πλεόνασμα που παρουσίασε ο προϋπολογισμός κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, όπως γράφει η Deutsche Welle.
Συγκεκριμένα, η Γερμανία είχε πλεόνασμα 18,5 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό της κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016. Είναι αρκετά μεγαλύτερο των προσδοκιών και το υψηλότερο από την εποχή της επανένωσης. Το πλεόνασμα επετεύχθη μάλιστα παρά το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται για τη Γερμανία η προσφυγική κρίση.
Όπως ήταν φυσικό η εξέλιξη αυτή, έναν ακριβώς χρόνο πριν στηθούν οι κάλπες για τις ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία και ενόψει και άλλων σημαντικών περιφερειακών αναμετρήσεων στη χώρα, «ανοίγει ορέξεις».
Πώς θα πρέπει να αξιοποιηθούν αυτά τα χρήματα; Θα πρέπει να επενδυθούν στις υποδομές, στην ασφάλεια, να χρηματοδοτήσουν ενδεχόμενες φοροελαφρύνσεις, όπως ζητούν κάποιοι ή να λειτουργήσουν ως μαξιλαράκι ασφαλείας για λιγότερο καλές εποχές, όπως υποστηρίζουν άλλοι;
Για τον γερμανό οικονομολόγο Ρόναλντ Τισί, υπάρχουν μόνον δυο δυνατότητες: «Εάν υποχωρήσουν οι ρυθμοί ανάπτυξης, τότε θα μειωθούν από τη μια μέρα στην άλλη και τα φορολογικά έσοδα. Θα πρέπει να αντιλαμβάνεται κανείς αυτό τον κίνδυνο. Και τότε υπάρχουν μόνον δυο δυνατότητες αξιοποίησης των πρόσθετων αυτών εσόδων: επιστροφή των χρημάτων στους πολίτες προκειμένου να ελέγχεις τις οικονομικές επιδόσεις και μείωση του χρέους. Διότι η μείωση του δημοσίου χρέους σου δίνει τη δυνατότητα να βάλεις χέρι στα ταμεία σε περιπτώσεις κρίσεων και να προχωρήσεις στις αναγκαίες διορθώσεις».
Ο οικονομολόγος εκτιμά μάλιστα ότι είναι η πλέον κατάλληλη εποχή για φοροελαφρύνσεις, στο πλαίσιο μιας συνολικής μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος.
«Πολίτες με ένα μέσο εισόδημα αντιμετωπίζονται σήμερα σαν πλούσιοι και τιμωρούνται με τον ανώτερο φορολογικό συντελεστή. Για ένα μέσο εισόδημα κάποιος πληρώνει σήμερα 50% φόρους. Υπάρχουν όμως και οι ‘κρυφές’ εισφορές (…). Για παράδειγμα ο νόμος για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που κοστίζει στους πολίτες 25 δις ευρώ. (…) Κάποιος με ένα μέσο εισόδημα, άγαμος και άτεκνος πληρώνει σήμερα περίπου 60% σε φόρους για κάθε ευρώ που βγάζει. Είναι πάρα πολλά. Και δεν μιλάω για πλούσιους, αλλά για τα μεσαία εισοδήματα».