Όψιμο ενδιαφέρον για την προστασία των εργαζομένων στους τηλεοπτικούς σταθμούς καταλογίζει το Μέγαρο Μαξίμου στη Νέα Δημοκρατία και στις επιχειρήσεις ΜΜΕ, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά και πολύ προσεκτικά το ζήτημα».
Ειδικότερα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το Μαξίμου επισημαίνει ότι «την ίδια στιγμή που συντάσσεται με τους καναλάρχες που χάνουν την τζάμπα άδεια, και χύνουν μαζί τους κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζόμενους, η Νέα Δημοκρατία συντάσσεται και με τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, ζητώντας, στο πλευρό τους, ανεξέλεγκτες απολύσεις».
Αναφορικά με το ύψος του τιμήματος, η κυβέρνηση δηλώνει πως «δείχνει σε τι επίπεδο, λεηλατήθηκε τα προηγούμενα χρόνια το δημόσιο συμφέρον και, βεβαίως, ποιοι είναι οι ωφελημένοι από αυτό».
Όπως υπογραμμίζει η κυβέρνηση, ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες έθεσε τέλος «σε ένα καθεστώς αυθαιρεσίας, που ίσχυσε στη χώρα για δεκαετίες»: «Ένα σύστημα που εξασφάλιζε ταυτόχρονα: πρώτον, δωρεάν συχνότητες, σκανδαλώδη δανειοδότηση και επιχειρηματική ισχύ στους καναλάρχες, δεύτερον, πολιτική κάλυψη και επικοινωνιακή ασυλία στους τραπεζίτες και, τρίτον, ανεξάντλητη προβολή και οικονομικές πλάτες στο πολιτικό κατεστημένο, έφτασε στο τέλος του», αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
«Αυτοί που σήμερα βγαίνουν στα κεραμίδια για τους ανθρώπους που χάνουν τη δουλειά τους, είναι οι ίδιοι που έσπευσαν να διαμαρτυρηθούν, επειδή ο νόμος προβλέπει ως ελάχιστη προϋπόθεση για τη διεκδίκηση συχνότητας, 400 θέσεις μόνιμης απασχόλησης ανά επιχείρηση. Δηλαδή 1.600 θέσεις απασχόλησης συνολικά», καταγγέλλουν κυβερνητικές πηγές και δηλώνουν πως «αντίθετα με τα όσα διακηρύσσουν οι κλαίοντες κροκόδειλοι, η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά και πολύ προσεκτικά το ζήτημα των εργαζομένων στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα».
Επισημαίνεται, δε, ότι «υπάρχουν δύο νέα κανάλια που έχουν πάρει άδειες, γεγονός που σημαίνει ότι με βάση τον νόμο δημιουργούνται τουλάχιστον 800 θέσεις εργασίας, στις οποίες πρέπει να συνυπολογιστούν οι 60 θέσεις που πρέπει να καλυφθούν σύμφωνα με τον νόμο, στα κανάλια που λειτουργούν ήδη».
Διευκρινίζεται, τέλος, ότι οι επιχειρήσεις που δεν πήραν άδεια, μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους, είτε διεκδικώντας θεματική άδεια, είτε παρέχοντας το πρόγραμμά τους διαδικτυακά, είτε εντάσσοντάς το σε συνδρομητικές πλατφόρμες.