Στα κέρδη επέστρεψε το 2015 -μετά από πέντε συνεχόμενα έτη ζημιών- ο κλάδος εμπορίας πετρελαιοειδών, όπως προκύπτει από σχετική έρευνα του ΙΟΒΕ.
Αναλυτικά,, ύστερα από πέντε συνεχόμενα έτη ζημιών, ο κλάδος το 2015 παρουσίασε καθαρά κέρδη (κέρδη μετά από φόρους) ποσού €16,8 εκατ., σε σύγκριση με τη ζημιά ποσού €65,9 εκατ. το 2014. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται κυρίως στη μείωση του ποσού των καθαρών τόκων κατά 25,3% (από τα €76,9 εκατ. το 2014 στα €57,4 εκατ. το 2015) που κατέβαλαν οι επιχειρήσεις του κλάδου το 2015.
Εν τω μεταξύ, οι πωλήσεις των επιχειρήσεων του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών υποχώρησαν το 2015 για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά και διαμορφώθηκαν σε €9,06 δισεκ. έναντι €10,7 δισεκ. το 2014, καταγράφοντας μείωση 15,3%. Ωστόσο, ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε κατά 4,4% (11.008 χιλ. μ.τ.) σε σχέση με το 2014 (10.547 χιλ. μ.τ.). Επομένως, η πτώση στην αξία των πωλήσεων και το 2015 οφείλεται κυρίως στη μείωση των τιμών πώλησης των προϊόντων.
Το συνολικό κόστος πωληθέντων, μειώθηκε κατά 16,1% και διαμορφώθηκε το 2015 σε €8,7 δισεκ. από €10,3 δισεκ. το 2014. Το 60,3% του κόστους πωληθέντων αφορά στο κόστος εισαγωγής CIF, το οποίο – δεδομένου ότι αποτελεί συνάρτηση των διεθνών τιμών πετρελαίου – αποτέλεσε τον κυριότερο παράγοντα μείωσης του κό-στους πωληθέντων το 2015. Οι δασμοί και φόροι με ποσοστό 39% αποτελούν το δεύτερο σημαντικότερο παράγοντα διαμόρφωσης του κόστους πωληθέντων, ενώ οριακή είναι η επίδραση του τρίτου παράγοντα, δηλαδή των άμεσων εξόδων αγορών, που συμμετέχουν στο κόστος πωληθέντων με ποσοστό 0,7%.
Η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση του συνολικού κόστους πωληθέντων (-16,1%) σε σχέση με τη μείωση των πωλήσεων (-15,3%) είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί η μικτή κερδοφορία του κλάδου το 2015 στα €408,7 εκατ., έναντι €385,9 εκατ. την προηγούμενη χρονιά (+5,9%).
Οι υπόλοιπες δαπάνες των επιχειρήσεων του κλάδου – που σε πολύ μεγάλο βαθμό (80% περίπου) σχετίζονται με τα λοιπά λειτουργικά έξοδα και τις αμοιβές προσωπικού – περιορίστηκαν για έκτη συνεχόμενη χρονιά και το 2015 διαμορφώ-θηκαν σε €432,5 εκατ. από €450,1 εκατ. το προηγούμενο έτος (-3,9%). Από τα επιμέρους στοιχεία των δαπανών όλα σημείωσαν μείωση, με εξαίρεση τα άλλα λειτουργικά έξοδα (+2,7%).