Η ανάκαμψη όμως της οικονομίας δεν μπορεί να έλθει με τις Τράπεζες κλειστές, με capital controls, με φόρους που μηδενίζουν την καταναλωτική δυνατότητα των πολιτών και με την ανυπαρξία επενδύσεων, τονίζει ο Ελευθέριος Κούρταλης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών (ΣΕΒΚ), σε άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Το 2015-16, ήταν, για την Ελλάδα μια ακόμη χρονιά ύφεσης, αποπληθωρισμού, χαμηλής ζήτησης, υπερφορολόγησης και ανεργίας, εξαιτίας εμμονής της Ευρώπης στην αδιέξοδη πολιτική της γενικευμένης λιτότητας, που όχι μόνο δεν βγάζει την οικονομία από την κρίση αλλά οξύνει τις διαχρονικές της παθογένειες διαλύοντας τον παραγωγικό μας ιστό.
Σήμερα η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σοβαρή στασιμότητα και ο επιχειρηματικός κόσμος περιμένει εναγωνίως την αντίστροφη μέτρηση για να ξεκινήσει η ανάπτυξη.
Η ανάκαμψη όμως της οικονομίας δεν μπορεί να έλθει με τις Τράπεζες κλειστές, με capital controls, με φόρους που μηδενίζουν την καταναλωτική δυνατότητα των πολιτών και με την ανυπαρξία επενδύσεων. Υπάρχει βεβαίως μια αμυδρά ελπίδα εάν υπάρξει διευθέτηση του χρέους, να επανέλθει η εμπιστοσύνη στην οικονομία της χώρας και να ξεκινήσουν οι επενδύσεις που είναι η βασική προτεραιότητα για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.
Για την ελληνική κλωστοϋφαντουργία, το 2016 ξεκίνησε με πολλές ελπίδες και με αύξηση των εξαγωγών το πρώτο τρίμηνο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2015, στη συνέχεια όμως επανήλθε στα περσινά επίπεδα.
Η ελληνική Κλωστοϋφαντουργία για πολλές δεκαετίες ήταν η ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, ένας από τους σημαντικότερους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας στην παραγωγή εθνικού πλούτου, απασχολούσε περίπου 170.000 χιλιάδες εργαζομένους, από τους μεγαλύτερους μεταποιητικούς και εξαγωγικούς κλάδους της χώρας, αφού κατείχε το 40-45% επί των συνολικών εξαγωγών της χώρας.
Ακόμη και σήμερα ο κλάδος μας κατέχει το 15% των όλων βιομηχανικών ελληνικών εξαγωγών, έχει όμως σημαντικά συρρικνωθεί λόγω της συνεχιζόμενης ύφεσης της ελληνικής οικονομίας και κινδυνεύει με τον αφανισμό του.
Tην τελευταία δεκαπενταετία, η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού, από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, στην στήριξη της ελληνικής παραγωγής αλλά και για τον παραδοσιακό κλάδο της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας, σε συνδυασμό με την αθρόα εισαγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από χώρες χαμηλού εργατικού και ενεργειακού κόστους ή από χώρες ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, οδήγησε στην πλήρη απαξίωση ενός ολόκληρου κλάδου και παράλληλα στο κλείσιμο μεγάλων παραδοσιακών εργοστασίων, στέλνοντας το εργατικό δυναμικό στην ανεργία.
Το 2015-16, η βιομηχανική μας παραγωγή παρέμεινε στα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα των τελευταίων χρόνων, ενώ τα προβλήματα της άλλοτε κραταιής κλωστοϋφαντουργίας οξύνθηκαν.
Ενδεικτικό των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπιζε τον περασμένο χρόνο ο κλάδος είναι τα παρακάτω στοιχεία:
Παραγωγή Κλωστοϋφαντουργικών Ειδών
• Ο Δείκτης παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών υλών, που το 2010, ήταν 100 μονάδες, το 2014 ήταν 60,7 μονάδες, ενώ το 2015 βρέθηκε στις 61,7 μονάδες, παρουσίασε δηλ. αύξηση κατά 1,8%.
• Ο Δείκτης, τέλος, παραγωγής ειδών ένδυσης, που το 2010, ήταν 100 μονάδες, το 2014 ήταν 62,7 μονάδες, ενώ το 2015 υποχώρησε στις 54,1 μονάδες, παρουσίασε, δηλαδή σημαντική μείωση, της τάξης του 13,7%.
Εξαγωγές Κλωστοϋφαντουργικών Ειδών
– Στον τομέα των υφαντικών νημάτων, έτοιμων υφασμάτων και συναφών ειδών το 2015 οι συνολικές εξαγωγές, αυξήθηκαν κατά 5,1%, σε σχέση με το 2014, ενώ,
– Στον τομέα των ειδών ένδυσης, το 2015 οι συνολικές εξαγωγές, μειώθηκαν κατά 15,2%, σε σχέση με το 2014.
Προκειμένου για την επανεκκίνηση της οικονομίας μας σε υγιείς βάσεις, απαιτείται:
– Μία σύγχρονη, ευέλικτη, αντιγραφειοκρατική και οικονομική κρατική μηχανή.
– Ένα δίκαιο, σταθερό και αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα, στοχεύοντας στην αποτελεσματική πάταξη της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς και της διαπλοκής.
– Ένα αποτελεσματικό τραπεζικό σύστημα, που θα έχει κατανοήσει ότι η καλύτερη αξιοποίηση των καταθέσεών της, περνά μέσα από τη χρηματοδότηση της δυναμικής και καινοτόμου ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Επίσης η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, δεν μπορεί να επιτευχθεί:
– χωρίς ελκυστικά επενδυτικά κίνητρα
– χωρίς ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική που θα λαμβάνει υπόψη, τόσο την ανάγκη στήριξης του εκσυγχρονισμού και της αναδιάρθρωσης παραδοσιακών παραγωγικών μας κλάδων, όπως η κλωστοϋφαντουργία, όσο και τη σκοπιμότητα ενθάρρυνσης και ενίσχυσης καινοτόμων και εξωστρεφών νέων παραγωγικών πρωτοβουλιών, και,
Ειδικότερα για τον κλάδο μας θα ήθελα να επισημάνω, τα παρακάτω αιτήματα, για τα οποία έχουμε ενημερώσει, επανειλημμένα τους αρμόδιους υπουργούς:
α) Μείωση του ενεργειακού κόστους, που σήμερα υπερβαίνει κατά πολύ το αντίστοιχο κόστος των κύριων ανταγωνιστών μας (διπλάσιο, σχεδόν, της Γερμανίας και υψηλότερο της Ισπανίας και Πορτογαλίας), και που αντιπροσωπεύει το 25%, της τιμής του τελικού προϊόντος.
β) Επαναχρηματοδότηση, από τις τράπεζες με μειωμένα επιτόκια, των μονάδων του κλάδου μας, οι περισσότερες από τις οποίες είναι εξαγωγικές.
γ) Μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, γεγονός που θα οδηγήσει στην άνοδο της απασχόλησης και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της παραγωγής. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας στην Ελλάδα είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη.
δ) Προστασία και αναβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού βάμβακος, που αποτελεί βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα της κλωστοϋφαντουργίας μας.
στ) Ενεργοποίηση του συστήματος των κρατικών προμηθειών των Ένοπλων Δυνάμεων, οι οποίες αποτελούν έναν από τους καλούς πελάτες των προϊόντων του κλάδου μας, για την τόνωση της εγχώριας παραγωγής.
ζ) Διευθέτηση, με ευνοϊκούς όρους, των ¨προβληματικών¨ δανείων των βιώσιμων κλωστοϋφαντουργικών επιχειρήσεων, προκειμένου, με την επαναλειτουργία ενός σημαντικού αριθμού εργοστασίων.
η) Πρόβλεψη επιδοτήσεων για τον κλάδο στο νέο Αναπτυξιακό Νόμο, οι οποίες είναι απολύτως αναγκαίες για την τεχνολογική του αναβάθμιση και την ποιοτική βελτίωση της παραγωγής του.
θ) Εκσυγχρονισμό του συνδικαλιστικού νόμου 1264/1982. Οι εκπρόσωποί των εργαζομένων να συνδικαλίζονται ελεύθερα και να προστατεύονται εντός λογικών ορίων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ορισμένα, όμως, από τα προνόμια, που σήμερα απολαμβάνουν είναι εντελώς καταχρηστικά.
Συμπερασματικά, θα ήθελα να ολοκληρώσω με μια νότα αισιοδοξίας την οποία αντλώ από την ολοκλήρωση της συμφωνίας της χώρας με τους δανειστές:
• Πρώτον, από το κλείσιμο, αυτό καθεαυτό, της αξιολόγησης, που δίνει ελπίδες για μια αλλαγή του κλίματος, και, επαναδραστηριοποίησης της πραγματικής οικονομίας.
• Δεύτερον, από την κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας μέχρι το 2018, υπάρχει τώρα αρκετός χρόνος, ώστε το πολιτικό μας σύστημα να ασχοληθεί σοβαρά με την προσέλκυση επενδύσεων και την επαναφορά της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης. Σε αντίθετη περίπτωση κινδυνεύει να χαθεί και η τελευταία, ίσως ευκαιρία για ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας.
• Τρίτον, από τις δυνατότητες που δίδει η σύγχρονη τεχνολογία, στο ριζικό μετασχηματισμό, ακόμη και παραδοσιακών κλάδων όπως η κλωστοϋφαντουργία, και εδώ η Πολιτεία μπορεί να συμβάλει καταλυτικά στην προσπάθεια ανάκαμψης και εκσυγχρονισμού ενός κατ’ εξοχήν εξωστρεφούς, παραγωγικού τομέα, που ως πρώτη ύλη έχει ένα βασικό προϊόν της ελληνικής γης, το βαμβάκι.
Κλασσικό παράδειγμα, η περίπτωση των Η.Π.Α., όπου η κλωστοϋφαντουργία γνώρισε, κατά τη δεκαετία του ΄90, σοβαρή κάμψη, ενώ, τελευταία, με την αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας, των ρομπότ, του internet κ.α., ανέκαμψε ταχύτατα (αύξηση των εξαγωγών του κλάδου, κατά 40%, περίπου, τη περίοδο 2009-2012).