Ασάφειες και ερωτήματα, ελλείψει ερμηνευτικών εγκυκλίων, εντείνουν την ανασφάλεια των φορολογουμένων
«Θολό» παραμένει το τοπίο σχετικά με την χρήση «πλαστικού» χρήματος στις συναλλαγές των φορολογουμένων, καθώς ήδη διανύουμε την 5η μέρα της νέας χρονιάς κι ακόμη ουδείς είναι υπεύθυνα ενημερωμένος από την διοίκηση για το τι τελικά ισχύει, τι θα πρέπει να αγοράζουν μέσω χρεωπιστωτικών καρτών και ποια τύχη θα έχουν οι χάρτινες αποδείξεις.
Αν και το σχετικό νομοσχέδιο προετοιμαζόταν επί περίπου ενάμιση έτος, ψηφίσθηκε μόλις πριν δύο εβδομάδες, χωρίς να ακολουθήσουν σχετικές ερμηνευτικές εγκύκλιοι που θα αποσαφηνίζουν τα προαναφερθέντα ζητήματα, και το μόνο βέβαιο τώρα η επιβολή των προστίμων από την μη εφαρμογή του νόμου.
Στελέχη του ΥΠΟΙΚ διαβεβαιώνουν ότι ίσως και σήμερα εκδοθούν οι απαραίτητες για τους φορολογούμενους οδηγίες, ώστε φυσικά πρόσωπα αλλά και επιχειρήσεις να μπορούν να ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.
Σύμφωνα με ό,τι ισχύει μέχρι σήμερα, δεν είναι βέβαιο εάν θα μετράνε (ή μέχρι ποιο ύψος, ενδεχομένως) οι αγορές που γίνονται με κάρτες από σούπερ-μάρκετ, βενζινάδικα κ.λπ. για το «κτίσιμο» του αφορολογήτου ορίου.
Επίσης, δεν είναι βέβαιο πότε θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία η ηλεκτρονική πλατφόρμα όπου θα καταχωρείται κάθε πληρωμή μέσω τραπέζης, στο ΑΦΜ του φορολογουμένου που την έκανε. Χωρίς αυτήν δεν μπορούν και οι πολίτες να πληροφορούνται από το ίντερνετ εάν οι αγορές με κάρτες που έχουν κάνει «πιάνουν τόπο» ή… πάνε στον βρόντο, ως προς την υποχρέωση που έχουν από 1.1.2017 να δαπανήσουν τουλάχιστον το 10% του φορολογητέου (πραγματικού ή τεκμαρτού) εισοδήματός τους με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών.
Άλλωστε δεν έχει επεκταθεί ακόμα το σύστημα αποδοχής ηλεκτρονικών πληρωμών στις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα πολλές δαπάνες να γίνονται αναγκαστικά με μετρητά. Ακόμα και επιχειρήσεις που διαθέτουν τέτοια μηχανήματα (συσκευές POS) αρνούνται να κάνουν συναλλαγές με συγκεκριμένες κάρτες, λόγω υψηλών προμηθειών που αυτές επιβάλλουν. Με άλλα λόγια, οι κάτοχοι τέτοιων καρτών αναγκάζονται να πληρώνουν με μετρητά, χωρίς δηλαδή να συμπεριλαβουν τα συγκεκριμένα κόστη στο χτίσιμο του αφορολογήτου.
Ακόμα, δεν απαλλάσσονται πλήρως από την υποχρέωση διαφύλαξης χάρτινων αποδείξεων οι καταναλωτές. Παρότι ο νόμος δεν επαναφέρει την υποχρέωση -που ίσχυε γενικά για όλους έως το 2014- να μαζεύουν αποδείξεις, η αρμόδια υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου έχει καλέσει (μέσω τηλεοπτικής συνέντευξης) τους πολίτες να τις φυλάνε «καλού-κακού» γιατί … μπορεί να γίνουν και λάθη.
Δεν έχει ξεκαθαρίσει, πάλι, τι θα ισχύσει για δαπάνες που κάνουν σύζυγοι. Αν έχουν κοινή κάρτα, οι τράπεζες βλέπουν το ΑΦΜ του βασικού κατόχου. Έτσι δεν θα εμφανίζονται δαπάνες στο ΑΦΜ του άλλου συζύγου. Άρα ίσως αναγκαστούν πολλοί να σπεύσουν να βγάλουν ξεχωριστές κάρτες ή να ανοίξουν ξεχωριστούς τραπεζικούς λογαριασμούς (που δεν είναι εύκολο με τα capital controls) για να αποφύγουν να πληρώσουν φοροπρόστιμα για δαπάνες που δεν έκαναν με δικά τους λεφτά. Επιπλέον, εάν ο ένας μόνον σύζυγος κάνει όλες τις αγορές ή έχει πραγματικό εισόδημα, ο άλλος δεν θα μπορεί να εμφανίσει δαπάνες. Ειδικά σύζυγοι που δεν έχουν πραγματικό εισόδημα αλλά μόνον τεκμαρτό, όπως το υπολογίζει πλασματικά η Εφορία, απειλούνται και αυτοί με πρόστιμα.
Σύμφωνα με τον ισχύοντα πλέον νομο, δεν προβλέπεται ο όρος «οικογενειακές δαπάνες» όπως ίσχυε παλαιότερα όταν όλες αναγράφονταν στον κωδικό 049 του εντύπου Ε1 και, στη συνέχεια, επιμερίζονταν από την εφορία αναλογικά στον κάθε σύζυγο, ανάλογα με το φορολογητέο εισόδημά του. Αντιθέτως, προκύπτει ότι κάθε σύζυγος καλύπτει το 10% του ατομικού του εισοδήματος με τις αγορές που κάνει ο ίδιος (ανά ΑΦΜ).
Γενικά, δεν έχει ξεκαθαρίσει ποιοι δεν θα έχουν τελικά υποχρέωση να ξοδεύουν με κάρτες.
Ο νόμος εξαιρεί μόνον κρατικούς υπαλλήλους που εργάζονται στο εξωτερικό και έγκλειστους σε ιδρύματα και φυλακές. Δεν προβλέπει τίποτε για κατοίκους σε απομακρυσμένα χωριά, στρατευμένους κλπ. Αυτά επαφίενται στις υπουργικές αποφάσεις που δεν έχουν εκδοθεί!
Την τελευταία στιγμή μόλις, δύο ώρες πριν ψηφιστεί ο νέος νόμος, εξαιρέθηκαν και ανάπηροι άνω του 80% (όχι δηλαδή και όσοι έχουν αναπηρία 50%-80%) καθώς και υπερήλικες άνω των 70 ετών.
Αυτό φαντάζει καταρχήν θετικό, γιατί διαφορετικά άτομα με προβλήματα υγείας και όρασης ίσως πέσουν θύματα απάτης εάν τους υποκλέψουν το ΡΙΝ τους ή πληρώσουν με κάρτες για ποσά με πιο πολλά μηδενικά από όσα θα έπρεπε στο τέλος.
Παρόλα αυτά, ο νόμος λέει πως από τους ανθρώπους αυτούς «απαιτείται η προσκόμιση αποδείξεων» για να καλύψουν το 10% που δεν δαπάνησαν με κάρτες. Ενώ δηλαδή η υποχρέωση να μαζεύουν αποδείξεις έχει νομικά καταργηθεί για όλους εδώ και 2 χρόνια, αντί η κυβέρνηση να τους εξαιρέσει πλήρως από τέτοια βάσανο, ο νόμος αναγκάζει ακόμα και ανθρώπους που είναι υπερήλικες και κατάκοιτοι με αναπηρία να μαζεύουν αποδείξεις