Η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγκου, σε πρωινή συνέντευξή της στην ΕΡΤ, αναφερόμενη στο Κυπριακό, τόνισε ότι εκείνο που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι έγιναν πολλά θετικά βήματα και εξέφρασε την πεποίθησή της ότι «τόσο η αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς και βέβαια της ελληνοκυπριακής, αλλά και η ενεργός συμβολή της ΕΕ και του νέου γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, θα μπορέσουν να πιέσουν προς την κατεύθυνση μιας δίκαιης βιώσιμης λύσης».
Ανέφερε ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν συνάδει με τη στάση που έχει σήμερα η γειτονική χώρα, σημειώνοντας ότι «το τελευταίο διάστημα η Τουρκία βιώνει πολύ σκληρά εσωτερικά προβλήματα και προσπαθεί να τα εξάγει», προσθέτοντας ταυτόχρονα, ότι «την ίδια στιγμή όμως, νομίζω ότι δεν πρέπει να προεξοφλούμε αρνητικά σενάρια ως προς την επίλυση του Κυπριακού».
Σε κάθε περίπτωση, η κ. Σβίγκου είπε ότι πρέπει «να είμαστε φειδωλοί ως προς τις δηλώσεις και κυρίως ως προς τις εκτιμήσεις για την επόμενη μέρα» σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, ενώ εκείνο που έχει σημασία είναι «να δουλέψουμε συντονισμένα πάνω στους στόχους που έχουμε θέσει».
Αναφορικά με την διαπραγμάτευση και ερωτηθείσα αν η κυβέρνηση επιθυμεί τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, είπε ότι «δεν ήταν ποτέ η ελληνική κυβέρνηση ή ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοί που επέβαλαν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στην Ελλάδα. Άλλοι ήταν και άλλοι εξακολουθούν να είναι αυτοί οι οποίοι πιέζουν για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ακριβώς επειδή μέσα από το ΔΝΤ προσπαθούν να επιβάλουν καταστροφικά μέτρα, τα οποία δεν θα μπορούσαν μόνο δια μέσου της ΕΕ να επιβάλλουν».
Σε ό,τι αφορά τις δηλώσεις Σόιμπλε, σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ και μια εξαρχής συζήτηση, με το αποτέλεσμά της να εγκρίνεται από την γερμανική Βουλή, είπε ότι ένα πρώτο στοιχείο των δηλώσεων αυτών είναι η παραδοχή πως «μπορεί να υπάρξει πρόγραμμα χωρίς το ΔΝΤ».
Ως προς το δεύτερο σκέλος των δηλώσεων του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, η κ. Σβίγκου σημείωσε, ότι και τώρα το ΔΝΤ συμμετέχει ως τεχνικός σύμβουλος στο ελληνικό πρόγραμμα, «επειδή το ίδιο διαφωνούσε με τη συμμετοχή, λόγω της κριτικής που κάνει για τα μέτρα για το χρέος, που θέλει να είναι πολύ περισσότερα».
«Το αν δηλαδή θα συμμετάσχει ή όχι το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, με δεδομένο ότι αυτή τη στιγμή συμμετέχει ως τεχνικός σύμβουλος, προφανώς δεν μπορεί να συνεπάγεται ένα νέο πρόγραμμα και δεν είναι μόνο ο κ. Σόιμπλε ο οποίος θα έπρεπε να το περάσει αυτό από το δικό του Κοινοβούλιο, αλλά και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες».
Η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ εκτίμησε, ότι τέτοιες δηλώσεις προσπαθούν να ασκήσουν πίεση στην ελληνική πλευρά, να αποδεχθεί μέτρα τα οποία δεν είναι δυνατόν να γίνουν δεκτά, «όχι επειδή έχει ιδεοληψίες η ελληνική κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως συνηθίζει να μας κατηγορεί η ΝΔ, αλλά επειδή κατανοούμε ότι μέτρα, μετά τη λήψη του προγράμματος, όχι απλώς δεν υπακούουν σε κάποια οικονομική λογική, αλλά είναι καταστροφικά και αντιβαίνουν επί της ουσίας στην προοπτική της Ελλάδας για την ανάκαμψη».
Η κ. Σβίγκου απέρριψε την άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ασκεί απλώς διαχειριστική πολιτική, λέγοντας ότι, αφενός μεν η κυβέρνηση διαπραγματεύεται σκληρά, εν αντιθέσει με όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αφετέρου δε, προσπαθεί μέσω του παράλληλου προγράμματος, σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής, να λάβει μέτρα ενίσχυσης της παραγωγικής ανασυγκρότησης, δίκαιης αναδιανομής του πλούτου και προστασίας των ασθενέστερων στρωμάτων του πληθυσμού.
Είπε ότι βασικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης είναι «να υπάρξει έξοδος από την κρίση και έξοδος από την επιτροπεία, με όρθια την κοινωνία», προσθέτοντας ότι «αριστερή πολιτική είναι το πλεόνασμα να δίνεται σ’ αυτούς που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Αντίθετα, είναι δεξιά πολιτική το να λες, όπως είπε τις προάλλες ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον ALPHA, ότι θα κάνουμε μονομερείς ενέργειες απέναντι στους δανειστές για να μειώσουμε τη φορολογία, όταν λίγες μέρες πριν, δήλωνε παρών στην ψήφιση της ενίσχυσης των συνταξιούχων».
Ερωτηθείσα για την μήνυση του Π. Καμμένου και την δημοσιογραφική δεοντολογία, είπε ότι «την δημοσιογραφική κριτική δεν πρέπει ποτέ να την αντιμετωπίζεις με όρους διώξεων μέσα από το δικαστικό δρόμο. Σε αυτό πρέπει να είμαστε σαφείς και ξεκάθαροι».
«Την ίδια στιγμή, όμως, είναι ο προσβαλλόμενος ο οποίος κάθε φορά κρίνει το πώς θα προστατεύσει την τιμή του, την υπόληψή του, τον εαυτό του. Όμως πρέπει να ξεχωρίσουμε την πολιτική κριτική, από μια κριτική η οποία εμπλέκει πρόσωπα της οικογένειας, και αναφέρομαι στη μήνυση που έκανε ο κ. Καμμένος απέναντι στον διευθυντή και τον εκδότη των “Παραπολιτικών”. Και πρέπει εκεί να τονίσουμε, ότι όσο και αν πρέπει να είμαστε, όχι απλά ανεκτικοί, αλλά και να επιζητούμε την πολιτική κριτική και να μην προσπαθούμε να την ποινικοποιήσουμε -γιατί και στο παρελθόν είδαμε και σήμερα βλέπουμε ότι υπάρχουν πολιτικοί οι οποίοι δεν την ανέχονται την πολιτική κριτική από τους δημοσιογράφους- ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να περιφρουρηθεί η δημοσιογραφική δεοντολογία.
Να διασφαλιστεί η προστασία των δημοσιογράφων στο να ασκήσουν το δημοσιογραφικό τους λειτούργημα, αλλά και ο δημοσιογραφικός κόσμος να είναι ξεκάθαρος, στο ότι η δεοντολογία πρέπει να προστατεύεται από τους ίδιους» κατέληξε στην συνέντευξή της η κ. Σβίγκου.