Το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης αναζητεί τις πιθανές νομικές διόδους για να ασκήσει δίωξη στον Τζούλιαν Ασάνζ, τόνισε χθες ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο οποίος χαρακτήρισε τον ιδρυτή της WikiLeaks «hi-tech τρομοκράτη».
«Το κοιτάζουμε. Το Yπουργείο Δικαιοσύνης έχει σκύψει πάνω από το θέμα», τόνισε ο Μπάιντεν σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC.
«Εάν έχει συνωμοτήσει με κάποιον αμερικανό στρατιωτικό για να έλθουν στην κατοχή του μυστικά έγγραφα, αυτό είναι τελείως διαφορετικό από έναν δημοσιογράφο στον οποίον παραδίνονται αυτά τα έγγραφα», τόνισε ο αντιπρόεδρος.
Ο αμερικανικός νόμος κατά της Κατασκοπείας, που χρονολογείται από το 1917, δεν προβλέπει τέτοιου είδους περιπτώσεις, καθότι θα πρέπει να αποδειχθεί πως ο ιστότοπος WikiLeaks, που ευθύνεται για τη δημοσίευση αμερικανικών μυστικών διπλωματικών εγγράφων, δεν είναι παραδοσιακό μέσο ενημέρωσης.
Πλέον η αμερικανική δικαιοσύνη εξετάζει άλλες νομικές διόδους, όπως αυτή της «συνωμοσίας», επί τη βάση της ενθάρρυνσης, ή της βοήθειας, στον αμερικανό στρατιωτικό Μπράντλεϊ Μάνινγκ, ο οποίος θεωρείται ως αυτουργός της διοχέτευσης τόσων εγγράφων στον ιστότοπο. Μία τέτοια κατηγορία για συνωμοσία θα διευκόλυνε την αμερικανική κυβέρνηση να θεωρήσει τον Ασάνζ απειλή για την εθνική ασφάλεια.
«Ο άνθρωπος αυτός έκανε πράγματα που έβλαψαν, έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή και την εργασία ορισμένων ανθρώπων ανά τον κόσμο. Κατέστησε πιο περίπλοκη τη διεξαγωγή των υποθέσεων με τους συμμάχους και τους φίλους μας», τόνισε ο Μπάιντεν, χαρακτηρίζοντας τον Ασάνζ «hi-tech τρομοκράτη».
Πλέον από τον φόβο νέων διαρροών, οι συνομιλητές του αντιπροέδρου προτιμούν να τον βλέπουν κατ’ ιδίαν παρά περιστοιχιζόμενο από τους συνεργάτες του, εξήγησε ο ίδιος.
Ερωτηθείς από την ισπανική εφημερίδα Ελ Παΐς για τις δηλώσεις του Μπάιντεν, ο Ασάνζ απαντά στο σημερινό φύλλο της πως «σύμφωνα με τον αμερικανό αντιπρόεδρο, η αλήθεια στις ΗΠΑ ισοδυναμεί με τρομοκρατία. Η τρομοκρατία ορίζεται ως η χρήση βίας για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Η κυβέρνηση του Μπάιντεν εξακολουθεί να φιμώνει την οργάνωσή μας και τον Τύπο ακολουθώντας έναν βίαιο, ή πολιτικό στόχο, τουτέστιν, ποιοι είναι οι τρομοκράτες;»