Άκαρπες οι διαβουλεύσεις στο Χίλτον, αλλά το Βερολίνο «νερώνει το κρασί του»
Με το Βερολίνο να υποχωρεί ελαφρώς στις απαιτήσεις του, σχετικά με την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και την διάρκεια των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ, μια νότα αισιοδοξίας χαρακτηρίζει πλέον τις διαβουλεύσεις της χώρας μας με τους δανειστές, παρά το μηδενικό αποτέλεσμα των συζητήσεων στο Χίλτον με τους Θεσμούς.
Η Γερμανία επέμενε μέχρι πρότινος στην πιστή και απαρέγκλιτη εφαρμογή των αποφάσεων του Eurogroup του Μαΐου του 2016, που καθόριζαν τα μέσα του 2018 ως χρονικό σημείο εκκίνησης των συζητήσεων για το ελληνικό χρέος, δηλαδή μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας, ενώ για τα πρωτογενή πλεονάσματα, σε βάθος δεκαετίας, επιθυμούσε ένα ποσοστό 3,5% επί του ελληνικού ΑΕΠ.
Ωστόσο, μετά από τις πιέσεις του ΔΝΤ και προφανώς επειδή δεν θέλει εμπλοκές στην ευρωζώνη πριν την διεξαγωγή των γερμανικών εκλογών, το Βερολίνο υπαναχωρεί, αποδεχόμενο την έναρξη από τώρα των συζητήσεων για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και το ελληνικό χρέος. Αλλά και πάλι, το χάσμα μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των εκπροσώπων των δανειστών για την προνομοθέτηση των μέτρων που θα ισχύσουν μετά το 2019 παραμένει μεγάλο.
Συγκεκριμένα, οι διαφωνίες αφορούν στο ύψος του αφορολογήτου ορίου, το νέο «κούρεμα» των συντάξεων και το καυτό ζήτημα των εργασιακών σχέσεων [βλ. σχετικά: Επιμένει στις ομαδικές απολύσεις το ΔΝΤ]. Και βεβαίως, όσο μακρύτερα τραβούν οι διαβουλεύσεις, τόσο τα πλήγματα στην πραγματική Οικονομία βαθαίνουν.
Ενδεικτικά, το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους δεν εμφάνισε τα αναμενόμενα αποτελέσματα σε καταθέσεις και κατανάλωση, οπότε ο συνολικός στόχος για ανάπτυξη 2,7% σε ετήσια βάση αρχίζει να κλυδωνίζεται.
Ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος έκρουσε «καμπανάκι» και για κίνδυνο νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών το 2018, εάν παραταθεί, πέραν του Μαΐου, η αβεβαιότητα [βλ. σχετικά: Καμπανάκι Προβόπουλου για τις καθυστερήσεις στην αξιολόγηση].