Στα γερμανικά ΜΜΕ κυριαρχεί σήμερα η έκβαση των εκλογών στην Ολλανδία και η αποσόβηση της ανόδου των δεξιών λαϊκιστών στην εξουσία. Η Welt αναφέρεται στις επαναπροωθήσεις προσφύγων στην Ελλάδα.
Η ξεκάθαρη νίκη του φιλελεύθερου πρωθυπουργού Ρούτε έχει Τούρκο πατέρα, τον πρόεδρο Ερντογάν, σημειώνει στην ανάλυσή του το περιοδικό Spiegel, όπως γράφει η Deutsche Welle. «Όσο πιο χυδαία εξύβριζε την Ολλανδία ο δεσπότης στην Άγκυρα, τόσο περισσότεροι Ολλανδοί συσπειρώνονταν γύρω από τον πρωθυπουργό τους. Κι αυτός χειρίστηκε την κρίση με απόλυτο επαγγελματισμό: Ο Ρούτε χάραξε κόκκινες γραμμές, όταν κατ’ αρχήν δεν έδωσε άδεια προσγείωσης στον Τούρκο υπ. Εξωτερικών και στη συνέχεια οδήγησε με ευγένεια αλλά και αποφασιστικότητα την υπ. Οικογενειακών Υποθέσεων της Τουρκίας εκτός συνόρων. Μετά τη ρήξη ωστόσο ο Ρούτε υιοθέτησε συμφιλιωτική στάση. Αντί να μπλοφάρει στο ίδιο στιλ μετά τις αμετροέπειες του Ερντογάν κάλεσε τον Τούρκο πρωθυπουργό Γιλντιρίμ σε γεύμα. Κι αυτός δέχθηκε την πρόσκληση.»
«Όσον αφορά τα εσωτερικά», επισημαίνει το γερμανικό περιοδικό, «ο Ρούτε δεν τήρησε τα τελευταία χρόνια ορισμένες προεκλογικές υποσχέσεις του. Γι’ αυτό και το κόμμα του χάνει σχεδόν το ένα τέταρτο των εδρών του. Στο κυρίαρχο ζήτημα όμως είχε επιτυχίες. Μετά από μακρά κρίση η ολλανδική οικονομία γνωρίζει πάλι μπουμ με ποσοστά ανάπτυξης 2% και ποσοστό ανεργίας που τείνει να πέσει στο 5%. Κι αυτό οφείλεται στην εξαιρετική εξωστρέφεια της Ολλανδίας, μιας χώρας με μόλις 17 εκατομμύρια κατοίκους που εξάγει όμως περισσότερα προϊόντα από όσα η Μεγάλη Βρετανία ή η Ιταλία.»
Στο σχόλιό της η Frankfurter Allgemeine Zeitung υπενθυμίζει ότι ο ακροδεξιός λαϊκιστής Χέερτ Βίλντερς προηγούνταν για καιρό στις δημοσκοπήσεις και είχε καταφέρει να επιβάλει τα θέματά του στα υπόλοιπα κόμματα. Τελικά ήρθε τρίτος. «Ο Βίλντερς ήθελε να μετατρέψει τις εκλογές σε ένα δημοψήφισμα για το μέλλον της τόσο προοδευτικής και ανοιχτής Ολλανδίας. Ήθελε η χώρα του να χωθεί σε ένα πολιτικό καβούκι. Ζητούσε: λιγότερους μουσουλμάνους, ιδίως Μαροκινούς, κλειστά σύνορα, έξοδο από την ΕΕ και την ευρωζώνη. Το όραμά του ήταν η επιστροφή σε μια ειδυλλιακή κατάσταση με νερόμυλους, η οποία όμως δεν έχει την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα του 2017 και βρισκόταν σε αντίφαση με τον διεθνή και πολυπολιτισμικό προσανατολισμό της ολλανδικής κοινωνίας.»
Ως ένα θετικό μήνυμα για ολόκληρη την Ευρώπη αποτιμά την έκβαση των ολλανδικών εκλογών στο σχόλιό της και η Südddeutsche Zeitung. «Άραγε ξεπέρασε πια το ζενίθ του ο αυταρχικός και επιθετικός εθνικισμός που εκπροσωπεί ο Βίλντερς; Σίγουρος δεν μπορεί να είναι κανείς. Η κατάσταση είναι ακόμα αμφίρροπη και η Ευρώπη παραμένει στον αστερισμό της κρίσης. Ωστόσο ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: Το φιλελεύθερο κέντρο των δυτικών δημοκρατιών βρήκε πάλι τον εαυτό του, προβάλλει αντίσταση και καταφέρνει να βάλει φραγμό στους λαϊκιστές.»
Η εφημερίδα Welt υπενθυμίζει ότι βάσει των συστάσεων της Κομισιόν από χθες μπορούν να ξαναρχίσουν οι επαναπροωθήσεις προσφύγων προς την Ελλάδα, εφόσον αυτοί μπήκαν στην ΕΕ από ελληνικό έδαφος και διέφυγαν παράνομα σε άλλα κράτη-μέλη. Στην ουσία από χθες καταβάλλεται προσπάθεια η Ελλάδα να επανενταχθεί στα όσα προβλέπει για τους πρόσφυγες η συμφωνία του Δουβλίνου.
Η εφημερίδα επισημαίνει ότι πέρυσι οργανώθηκε στην Ελλάδα ένα λειτουργικό σύστημα παροχής ασύλου και μάλιστα στην ηπειρωτική χώρα βελτιώθηκαν οι χώροι υποδοχής υπό την αιγίδα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες.
Οι ειδικοί ωστόσο δεν πιστεύουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μαζικές επαναπροωθήσεις προσφύγων στην Ελλάδα. Η Αλεξάντρα Στιγκλμάιερ για παράδειγμα, από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Ερευνών για τους Πρόσφυγες, υπενθυμίζει ότι οι ελληνικές αρχές είναι ήδη επιβαρημένες και δεν θα ήταν σε θέση να επεξεργαστούν τις αιτήσεις επαναπροώθησης, ώστε οι αιτούντες άσυλο να μεταφέρονται πάλι στην Ελλάδα από τις χώρες, στις οποίες θα ήθελαν να ζήσουν, μέσα στην προβλεπόμενη διορία των έξη μηνών. «Δεν θα ήταν μάλιστα έντιμο», καταλήγει η Στιγκλμάιερ, «από τη μια να γίνεται μετεγκατάσταση προσφύγων από την Ελλάδα σε άλλες χώρες και από την άλλη μέσω της συμφωνίας του Δουβλίνου επαναπροώθηση στην Ελλάδα όσων συνέχισαν παράνομα το ταξίδι τους σε άλλες χώρες.»