Παραμένουν στις Βρυξέλλες οι Τσακαλώτος, Αχτσιόγλου και Χουλιαράκης
Πιεσμένη από τα στενά χρονικά περιθώρια, προκειμένου να επιτύχει μια πολιτική συμφωνία στο επικείμενο Eurogroup της 7ης Απριλίου, η κυβέρνηση έδωσε εντολή στους Τσακαλώτο, Αχτσιόγλου και Χουλιαράκη να παραμείνουν στις Βρυξέλλες με στόχο, μέχρι την Πέμπτη, να κλείσουν όλα τα βασικά θέματα, αφήνοντας στην άκρη τα τεχνικά ζητήματα, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Είναι σαφές ότι το Μαξίμου με ιδιαίτερη ανακούφιση αντιμετωπίζει την εξέλιξη αυτή, ιδίως μετά το βαρύ κλίμα που ακολούθησε την στείρα ολοκλήρωση των συζητήσεων και την ανυπαρξία, εκ μέρους του Eurogroup, διαβεβαίωσης για έστω και ισχνή πρόοδο στις διαπραγματεύσεις. Όμως, από την στιγμή που η «μίνι» ομάδα που θα αναλάβει την ευθύνη των διαβουλεύσεων μέχρι την Πέμπτη είναι υπουργοί μιας κυβέρνησης και όχι απλοί τεχνοκράτες, οι ελπίδες για πολιτική λύση αναπτερώνονται.
Από την άλλη, το ότι δεν καθίσταται σαφές το πότε θα επιστρέψουν οι εκπρόσωποι των Θεσμών (κουαρτέτο) στην Αθήνα επιβαρύνει το ήδη τεταμένο κλίμα και προκαλεί ανησυχίες για το μέλλον των διαπραγματεύσεων, με τον αντιπρόεδρο Γιάννη Δραγασάκη να επιρρίπτει τις ευθύνες για την καθυστέρηση στους δανειστές και ιδίως στο ΔΝΤ.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, όλες οι πλευρές της διαπραγμάτευσης εκτιμούν πως δεν βρισκόμαστε πολύ μακριά από μια συμφωνία, καθώς έχει καλυφθεί αρκετό έδαφος σε πολλά ζητήματα -κυρίως στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, που αποτελεί κύριο μέλημα της στρατηγικής της κυβέρνησης για τα κόκκινα δάνεια, αλλά και στις ιδιωτικοποιήσεις.
Στο ΥΠΟΙΚ κάνουν λόγο για πολιτική διαπραγμάτευση και τονίζουν ότι στη βραδινή συνάντηση, που ακολούθησε, ήταν παρόντα πιο υψηλόβαθμα στελέχη από το «επίπεδο» των επικεφαλής των θεσμών, όπως ο επικεφαλής Ευρώπης του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν, ο προϊστάμενος του Ντέκλαν Κοστέλο στην Κομισιόν Μάρκο Μπούτι, ακόμη και ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
Η ελληνική πλευρά ευελπιστεί ότι το σχήμα αυτό θα επαναληφθεί την Πέμπτη, καθώς την Τετάρτη, για διάφορους λόγους, κάποιοι από τους συμμετέχοντες θα βρίσκονται σε άλλες χώρες.
Παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν κυρίως με το ΔΝΤ για το θέμα των εργασιακών, οι κυβερνητικές πηγές θεωρούν πως υπάρχει ένα περιθώριο διαπραγμάτευσης για έναν συμβιβασμό και εκτίμησαν πως «το ΔΝΤ έδειξε ότι θέλει να διαπραγματευτεί με καλή τη πίστη».
Παράλληλα, οι κυβερνητικοί κύκλοι εστίασαν στο ότι η διαφωνία είναι μόνο με το ΔΝΤ, τονίζοντας πως υπάρχει ομάδα εμπειρογνωμόνων για να αποφανθεί ποιες είναι οι βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές, που θα πρέπει να εφαρμόσει η Ελλάδα στο ζήτημα αυτό.
Η ίδια πηγή σημειώνει πως συνεχίζονται οι διεργασίες και για τα δημοσιονομικά περιθώρια μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, δηλαδή από το 2019, ενώ έχει επιτευχθεί πρόοδος σχετικά με την αποσαφήνιση των «αντισταθμιστικών μέτρων», που θα ενεργοποιηθούν αν υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5% για μετά το πρόγραμμα.
Αναφορικά με τη προνομοθέτηση των μέτρων, για να δείξει πόσο μακριά έχουν φτάσει οι συζητήσεις στην Αθήνα, η κυβερνητική πηγή δήλωσε πως πρόκειται για ένα πακέτο μέτρων της τάξεως του 2% επί του ΑΕΠ, δηλαδή 3,8 δις ευρω, τα οποία χωρίζονται σε 1.9 δις ευρώ από την πλευρά των εσόδων και έπειτα 1.9 δις ευρώ από τις δαπάνες. Η ίδια πηγή τόνισε χαρακτηριστικά πως «το γεγονός ότι διαφωνούμε στο ύψος της μείωσης του ΕΝΦΙΑ είναι απόδειξη του πόσο μακριά έχουμε πάει σε αυτή τη συζήτηση».
Απλώς κερδίζουν χρόνο;
Πιο ρεαλιστικές εκτιμήσεις πάντως έκαναν λόγο ότι και οι δύο πλευρές, δανειστές και κυβέρνηση, κερδίζουν (ή χάνουν , ανάλογα πώς το βλέπει κανείς) απλά χρόνο, χωρίς να κάνουν σημαντικές υποχωρήσεις, αλλά και χωρίς να χρεώνονται ότι οδηγούν σε κατάρρευση τις διαπραγματεύσεις, έως ότου ξεκαθαρίσει την τελική του στάση το ΔΝΤ, στην εαρινή του σύνοδο στις 21 και 22 Απριλίου.
Υπό αυτή την έννοια, έστω κι αν υπάρξουν τις επόμενες ημέρες κάποια βήματα προόδου, ουσιαστικά θα χαθεί και ο Απρίλιος, με την τύχη της διαπραγμάτευσης να κρίνεται τον Μάιο.