Αγώνας δρόμου για χρηματοδότηση της υγιούς επιχειρηματικότητας – Πονοκέφαλος η διατήρηση της κερδοφορίας των τραπεζών
Υπό την «σκιά» των αρνητικών ενδείξεων του α΄ τριμήνου 2017 για την πορεία της Οικονομίας, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένεται αυτήν την εβδομάδα να παρουσιάσουν τα αποτελέσματα χρήσης της παρελθούσης χρονιάς (2016).
Οι τραπεζίτες ανησυχούν ιδιαίτερα για τις μακροοικονομικές εξελίξεις, καθώς τίθεται εν αμφιβόλω το κατά πόσο θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική Οικονομία –κάτι για το οποίο πιέζει από την πλευρά της και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). «Αγκάθι» σαφώς περιμένει η έκθεση των συστημικών τραπεζών στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ενώ αντίστοιχα απογοητευτική είναι και η κατάσταση στον τομέα των καταθέσεων –δύο παράγοντες που σαφώς δυσχεραίνουν την επάνοδο των τραπεζών στην κερδοφορία μετά από έξι ζημιογόνα έτη.
Μείωση κερδοφορίας παρατηρείται σε πλήθος χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της ευρωζώνης, ενώ η αδυναμία χρηματοδότηση της οικονομίας επίσης δεν αποτελεί αποκλειστικό ελληνικό φαινόμενο.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, στον πρόλογό του κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης της ΕΚΤ για την εποπτική της δραστηριότητα στο 2016, ο Μάριο Ντράγκι ανέφερε την περιορισμένη κερδοφορία ως έναν από τους βασικότερους λόγους για τους οποίους το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα αδυνατεί να στηρίξει την Οικονομία.
Οι παράγοντες τους οποίους ο κεντρικός τραπεζίτης θεώρησε ως αιτία για την χαμηλή κερδοφορία ήταν το πλεονάζον δυναμικό, οι αναποτελεσματικοί χειρισμοί και τα προβληματικά στοιχεία ενεργητικού που παραμένουν στους ισολογισμούς των τραπεζών. Ολοκληρώνοντας, ο κ. Ντράγκι ανέφερε με νόημα ότι πλέον οι ίδιες οι τράπεζες θα πρέπει να φροντίσουν να ξεφύγουν από αυτό το καταστροφικό για τις ίδιες και την Οικονομία «σπιράλ».
Όσον αφορά την κατάσταση στην χώρα μας, είναι γεγονός ότι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής έχει επιφέρει σοβαρές απώλειες στο τραπεζικό μας σύστημα. Τώρα πλέον οι τραπεζίτες σχεδιάζουν ένα come-back στην σημαντική κερδοφορία μέσω της αύξησης των προμηθειών και παράλληλης μείωσης του λειτουργικού κόστους, ενώ οι πιο αισιόδοξοι στοχεύουν και στην χορήγηση νέων δανείων.
Ωστόσο, όλα αυτά μπορεί να ισχύσουν υπό την προϋπόθεση κλεισίματος της αξιολόγησης εντός του Μαΐου.
Όσον αφορά την χορήγηση νέων δανείων, στόχος των τραπεζών είναι η εξεύρεση «υγιών» πελατών, σε μια συγκυρία κατά την οποία αγωνίζονται να περιορίσουν την διόγκωση του χαρτοφυλακίου των «κόκκινων» δανείων. Η κατεύθυνση αυτή αποτελεί και τον ουσιαστικό λόγο ύπαρξης ενός τραπεζικού συστήματος, καθώς το ζητούμενο είναι η χρηματοδότηση με φρέσκο χρήμα μιας Οικονομίας που παραπαίει.
Η «ακτινογραφία» των χορηγήσεων
Τον Δεκέμβριο 2016, το συνολικό υπόλοιπο των δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις ανερχόταν σε 195 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 9 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2015 (204 δισ.). Εξ αυτών 61,4 δισ. ευρώ αφορούσε σε στεγαστικά δάνεια, 26 δισ. καταναλωτικά και 94,6 δισ. επιχειρηματικά δάνεια. Τα δάνεια προς τα νοικοκυριά αποτελούσαν, τον Δεκέμβριο του 2016, το 44,8% της συνολικής χρηματοδότησης των τραπεζών προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα.
Εξ αυτών το 70% αφορούσε στεγαστικά δάνεια (31,5% επί του συνόλου). Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις αποτελούσαν για την ίδια χρονική περίοδο το 55,2% της συνολικής χρηματοδότησης των τραπεζών προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα.
Για πρώτη φορά από το 2011, οι καθαρές ροές δανείων προς επιχειρήσεις εμφάνισαν αύξηση 283 εκ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2016.
Σε αντίθεση, η ζήτηση δανειακών κεφαλαίων από τα νοικοκυριά παρουσιάζει τεράστια κάμψη:
– Από τις 1.200 ανά εργάσιμη ημέρα αιτήσεις για χορήγηση στεγαστικών δανείων το 2007, το 2016 υπήρχαν μόλις 82 (- 93%).
– Από τις 32.300 ανά εργάσιμη ημέρα αιτήσεις χορήγησης καταναλωτικών δανείων το 2007, το 2016 υπήρχαν αντιστοίχως 4.455 (- 86%).
Σημειώνεται ότι οι τράπεζες προχώρησαν το 2016 και σε υπερδιπλασιασμό των διαγραφών δανείων, καθώς αυτές μόνο στο α΄ εξάμηνο του 2016 ανήλθαν σε 1,6 δισ. ευρώ, έναντι 687 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2015.
Το μέλλον της πιστωτικής επέκτασης
Όπως επισημαίνουν οι τραπεζίτες, η μελλοντική εξέλιξη της πιστωτικής επέκτασης προς τον ιδιωτικό τομέα θα εξαρτηθεί από δυο βασικούς παράγοντες:
1) Την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των ανοιγμάτων σε καθυστέρηση.
2) Τις μακροοικονομικές εξελίξεις, οι οποίες ασκούν σημαντική επίδραση στην εμπιστοσύνη, ενισχύουν ή αποδυναμώνουν τη ζήτηση δανειακών κεφαλαίων από επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αμβλύνουν ή οξύνουν το πρόβλημα των επισφαλειών και επηρεάζουν, θετικά ή αρνητικά, τη ρευστότητα των τραπεζών και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη χώρα.