Στην ακαμψία του ποσοστού ανεργίας αναφέρεται η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων που εξέδωσε.
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις τις ΕΛΣΤΑΤ αφορούσαν τέσσερις βασικούς δείκτες της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας.
Παρά την ανακοπή της πτωτικής πορείας του ποσοστού ανεργίας, ο πληθωρισμός και ιδιαίτερα η βιομηχανική παραγωγή και οι πωλήσεις επιβατηγών αυτοκινήτων ακολουθούν ισχυρή ανοδική πορεία.
Συγκεκριμένα, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 10,8% το Φεβρουάριο του 2017, έναντι πτώσεως κατά 2,9% το Φεβρουάριο του 2016, λόγω της θετικής συμβολής που είχε η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος κατά 5,9 εκατοστιαίες μονάδες (ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας που καλύφθηκε με την υψηλότερη παραγωγή λιγνίτη) και της μεταποιητικής παραγωγής κατά 4,5 εκατοστιαίες μονάδες. Παράλληλα, οι πωλήσεις επιβατηγών αυτοκινήτων αυξήθηκαν με ρυθμό 37,3% στο πρώτο τρίμηνο του έτους, έναντι αύξησης 0,1% στο ιδιο τρίμηνο του 2016.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, η ακαμψία του ποσοστού ανεργίας γύρω από το 23,5% που παρατηρείται το τετράμηνο Οκτωβρίου 2016 – Ιανουαρίου 2017 σε συνδυασμό με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού το πρώτο τρίμηνο του έτους (1,7% το Μάρτιο του 2017) αντανακλά, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των αυξημένων φορολογικών συντελεστών στην κατανάλωση, την αλλαγή στη κλίμακα του φόρου εισοδήματος και του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών.
Συγκεκριμένα:
Α. Η, έστω και μερική, μετακύλιση του πρόσθετου βάρους από το φόρο προστιθέμενης αξίας και των λοιπών φόρων στην κατανάλωση επί των τιμών των τελικών προϊόντων επιβάρυνε τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή. Ο δείκτης τιμών ενέργειας μάλιστα επηρεάστηκε όχι μόνον από την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης αλλά και από τις αυξημένες διεθνείς τιμές του πετρελαίου μετά τη συμφωνία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών για περιορισμό της παραγωγής. Παράλληλα, η διολίσθηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ενίσχυσε τον εισαγόμενο πληθωρισμό ενώ η κακοκαιρία την Ευρώπη οδήγησε σε αυξήσεις στις τιμές των νωπών φρούτων και λαχανικών.
Β. Οι σημαντικές αυξήσεις στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών και του φόρου εισοδήματος αποτρέπουν τις επιχειρήσεις από την εφαρμογή παραγωγικών διαδικασιών εντάσεως εργασίας κατά την ανάπτυξη των εργασιών τους, δυσχεραίνοντας έτσι τη δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα, ενισχύουν τα κίνητρα για ανασφάλιστη εργασία και αύξηση των παραοικονομικών δραστηριοτήτων.