Ποινική έρευνα σε ομοσπονδιακό επίπεδο φέρεται να ξεκινά το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης για να συλλέξει στοιχεία για τη χρήση λογισμικού που χρησιμοποιήθηκε από την Uber για να αποφύγει τις συλλήψεις των συνεργαζόμενων οδηγών σε διάφορες περιοχές όπου η λειτουργία της δεν ήταν νόμιμη.
Η Uber έχει ήδη παραδεχτεί ότι χρησιμοποιούσε τέτοιο λογισμικό, γνωστό ως Greyball, όχι μόνο για να επιβάλλει τους όρους παροχής της υπηρεσίας της και να προστατεύσει τους οδηγούς και τη βιωσιμότητά της από διάφορους κινδύνους, αλλά και για να αναγνωρίσει και να αποφύγει τη σύλληψη ή την επιβολή προστίμου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η λειτουργία της στο Πόρτλαντ, Όρεγκον, τουλάχιστον έως το 2015, οπότε η λειτουργία της επιτράπηκε, σημειώνει το Reuters.
Η αποκάλυψη για τη χρήση του λογισμικού και για την αποφυγή των αστυνομικών αρχών έγινε από την εφημερίδα Τάιμς της Νέας Υόρκης τον Μάρτιο. Η έρευνα για ποινικές ευθύνες επιβεβαιώνεται από δύο ανώνυμες πηγές, ωστόσο άγνωστη παραμένει η φύση της ποινικής έρευνας για την αναζήτηση ευθυνών και δεν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη η άσκηση ποινικής δίωξης.
Το αίτημα πάντως για στοιχεία έγινε γνωστό από πρόσωπο προσκείμενο στις διαδικασίες και αποδίδεται στην εισαγγελία της Βόρειας Καλιφόρνια. Αφορούσε λεπτομέρειες για τη λειτουργία του Greyball αλλά και πού και πώς χρησιμοποιήθηκε.
Πάντως, μέχρι στιγμής τα στοιχεία που έχουν έρθει στο φως μετά το δημοσίευμα των Τάιμς τον Μάρτιο αποδίδουν στο Greyball τεχνικές που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια τέτοια έρευνα: Η Uber, λένε, ήταν σε θέση να αναγνωρίσει ως «ύποπτους» διάφορους χρήστες ώστε να τους δώσει μια διαφορετική έκδοση του app της. Στην έκδοση αυτή, το app έκρυβε την πραγματική γεωγραφική θέση των αυτοκινήτων Uber.
Η Uber φέρεται επίσης να είναι σε θέση να επεξεργάζεται στοιχεία πιστωτικών καρτών των χρηστών της υπηρεσίας της, τη θέση τους ή άλλα στοιχεία για να διακρίνει εάν το αίτημα για μετακίνηση δεν ήταν σύμφωνο με τις αρχές παροχής της υπηρεσίας και τότε, ο αιτούμενος μεταβίβαση θα αγνοείτο. Εντούτοις, το ίδιο λογισμικό λέγεται ότι χρησιμοποιήθηκε για να συνεκτιμήσει πλήθος παραμέτρων και να διακρίνει εάν ο πελάτης ήταν αστυνομικός.
Αυτή άλλωστε την κατηγορία εκτοξεύουν στην Uber αξιωματούχοι της αστυνομίας για να εξηγήσουν γιατί απέβαιναν άκαρπες οι έρευνές τους για τη σύλληψη των οδηγών Uber όπου και όσο η λειτουργία της ήταν παράνομη.
Στο Πόρτλαντ, Όρεγκον, η χρήση αυτή του λογισμικού βεβαιώθηκε από τις τοπικές Αρχές. Δεκαέξι αστυνομικοί δεν έβρισκαν κατ’επανάληψη Uber car τον Δεκέμβριο του 2014, αφού δεκάδες κλήσεις απορρίπτονταν πάντοτε, μέχρι που αργότερα η παροχή της υπηρεσίας επιτράπηκε.
Οι Αρχές στη Βοστώνη δήλωναν πως γνώριζαν την επιχείρηση διαφυγής από το νόμο και είχαν ήδη από το 2016 συνυπογράψει σχετικό διακανονισμό με την Uber, με τον οποίο η εταιρεία χρεώθηκε πρόστιμο 350.000 δολαρίων, έπαψε να παρέχει τις υπηρεσίες της επί τρεις μήνες και μετά η λειτουργία της επιτράπηκε.