Χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης και το ντόμινο στις ελληνικές τράπεζες, που οδήγησε στην κατάρρευση της ΑΤΕbank, η χώρα παλεύει ακόμη με τα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία που πέρασαν στον εκκαθαριστή της «κακής ΑΤΕbank».
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της Καθημερινής, αν και η γαλακτοβιομηχανία Δωδώνη και η καπνοβιομηχανία ΣΕΚΑΠ πωλήθηκαν σε επενδυτές, δεκάδες άλλα, μεγάλα ή μικρότερα πλην όμως σημαντικά περιουσιακά στοιχεία παραμένουν σε διαδικασία εξυγίανσης ή εκποίησης. Μετά την εν εξελίξει προσπάθεια εξυγίανσης της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, που βρίσκεται στην κυριότητα του εκκαθαριστή, επίκειται τώρα και η επιχείρηση εκπλειστηριασμού του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων της πτωχευμένης Βιομηχανίας Γάλακτος ΑΓΝΟ.
Παράλληλα, συνεχίζεται και η προσπάθεια πώλησης των ακινήτων της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Θεσσαλονίκης (με τον διακριτικό τίτλο Ομοσπονδία), γνωστής παλαιότερα για τον ντοματοπολτό με εμπορικό σήμα Λευκός Πύργος. Και ενώ στην περίπτωση της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης τον πρώτο λόγω έχει η Τράπεζα Πειραιώς, με απαιτήσεις της τάξης των 150 εκατομμυρίων ευρώ, στην περίπτωση της ΑΓΝΟ είναι ο ίδιος ο εκκαθαριστής που επιδιώκει να εισπράξει μέρος των δανείων της τάξης των 19 εκατομμυρίων ευρώ, με το οποίο χρηματοδοτήθηκε η βορειοελλαδίτική γαλακτοβιομηχανία. Περίπτωση ιδιάζουσα, δεδομένου ότι η ΑΓΝΟ ιδρύθηκε και ανδρώθηκε ως συνεταιριστική επιχείρηση, αλλά διολίσθησε σε κρίση και εξαγοράσθηκε από την ιδιωτική επιχείρηση Κολιός, πριν τελικά αυτή η μέτοχος «πετάξει λευκή πετσέτα». Η ΑΓΝΟ ζήτησε την υπαγωγή της σε δικαστική προστασία του άρθρου 99 το 2012, αλά αυτή απορρίφθηκε και τελικά κηρύχθηκε πτωχευμένη το 2014.
Τώρα, τρία χρόνια μετά, αναμένεται να οριστεί στο πρωτοδικείο ημερομηνία, πιθανότατα στις αρχές του φθινοπώρου, ώστε να διεξαχθεί πλειστηριασμός. Η εκποίηση αφορά το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης και περιλαμβάνονται όλα τα ακίνητα, το εργοστάσιο, ο παραγωγικός εξοπλισμός, τα οχήματα κλπ. Καθώς και το εμπορικό σήμα της όπως και οι άδειες λειτουργίας της. Ως ελάχιστο τίμημα έχει προσδιοριστεί το ποσό των 18,282 εκατ. ευρώ και από τα έσοδα που επιδιώκεται να εισπραχθούν θα πρέπει να αποπληρωθούν το Δημόσιο, εργαζόμενοι και πιστωτής, δηλαδή ο εκκαθαριστής της «κακής ATEbank» ή ΑΤΕ ΥΕΕ όπως λέγεται κανονικά.