Περπατώντας κάτω από τη σκιά των δέντρων, η Γουάνγκ Γουενχουά θυμάται τις ημέρες όταν τα άγονα βουνά σαρώνονταν από τις αμμοθύελλες.
«Αφότου φυτέψαμε δέντρα εξαφανίστηκαν οι αμμοθύελλες και οι πλημμύρες», θυμάται η 59χρονη γυναίκα και προσθέτει:« οι χωρικοί είδαν την βελτίωση στην περιοχή και παράλληλα άλλαξε και η νοοτροπία τους».
Η Γουάνγκ ζει στο χωριό Τζεντζίγκου της περιοχής Τζανγκτζιακού, στην βόρεια επαρχία Χεμπέϊ. Η περιοχή Τσανγκτζιακού θεωρείται «προστατευτικός τοίχος» για το Πεκίνο.
Όσοι ζουν στο Πεκίνο θυμούνται δεκαετίες πριν, όταν οι άνθρωποι στην πρωτεύουσα έπρεπε να φορούν στο πρόσωπο υφασμάτινες γάζες πριν βγουν έξω στις αμμοθύελλες, ενώ η κατάσταση στο Τζανγκτζιακού ήταν χειρότερη.
Ο 60χρονος Αν Τσουνφού ζει στο χωριό Μιαοτάν. Οταν ήταν νέος θυμάται ένα ρητό που έλεγαν:«Ενας άνεμος κάθε χρόνο, από την άνοιξη μέχρι τον χειμώνα».
«Μόλις κόπαζε ο αέρας άφηνε ένα σωρό άμμου μέσα στο σπίτι τόσο ψηλό, ώστε πατώντας επάνω του έφθανες στην οροφή», θυμάται ο 60χρονος.
« Οταν έβρεχε ξεσπούσαν πλημμύρες, καθώς τα βουνά ήταν τόσο άγονα που ακόμα και εάν έπεφτε μία βελόνα, μπορούσε εύκολα να την βρεις, η γεωργική γη είχε σχεδόν εξαφανισθεί κάτω από τον όγκο των υδάτων», λέει από την πλευρά της η Γουάνγκ.
Οι αρχές στο Τζανγκτζιακού ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’50 να «κατασκευάζουν» ένα δασικό τοίχο για να προστατεύουν την γεωργική γη, ενώ το 1978 άρχισαν έργα για την δεντροφύτευση της.
Η Γουάνγκ, ως επικεφαλής του κόμματος στο χωριό του χωριού Τζεντζίγκου ξεκίνησε το 2000 να προτρέπει τους χωρικούς να φυτέψουν δέντρα.
« Στην αρχή ήταν δύσκολο», θυμάται.« Ορισμένοι μάλιστα απειλούσαν να αυτοκτονήσουν αντί να φυτέψουν δέντρα, επειδή είχαν βοοειδή και φοβόντουσαν οτι δεν θα μπορούσαν να βοσκήσουν μέσα στην περιφραγμένη δεντροφυτευμένη περιοχή», λέει.
Μετά από λίγο καιρό, κατόρθωσε να πείσει μερικές γυναίκες να συνεργαστούν μαζί της, αφήνοντας τους άνδρες να κάνουν αγροτικές εργασίες. Σταδιακά, οι άνθρωποι είδαν την αναγκαιότητα της δενδροφύτευσης και άρχισαν να κάνουν το ίδιο.
Το Τζεντζίγκου αντικατοπτρίζει την αλλαγή στην περιοχή όπου τα δάση καλύπτουν 3.087.330 στρέμματα και το 22,4% της γης είναι δάσος.
«Αφότου φυτέψαμε δέντρα ο άνεμος ήταν λιγότερο ισχυρός», θυμάται η Γουάνγκ.
Προσθέτει επίσης: «Είχαμε περισσότερες βροχοπτώσεις και η συγκομιδή βρώμης ήταν πολύ καλή. Στο παρελθόν, τα φρούτα ήταν τόσο μικρά όσο η γλώσσα ενός πουλιού».
Βλέποντας βελτίωση στο περιβάλλον, πολλοί χωρικοί εγκατέλειψαν την εκτροφή βοοειδών και πήγαν στις πόλεις για να εργαστούν.
« Μετά τη μεταρρύθμιση είχαμε 300 έως 500 αγελάδες και 4.000 πρόβατα, τώρα το χωριό έχει λιγότερα από 100 πρόβατα και μόνο 20 αγελάδες», λέει η Γουάνγκ.
Σύντομα όμως προέκυψαν νέα προβλήματα.
Στο Τζανγκτζιακού όπου το κλίμα είναι ξηρό ελάχιστα δέντρα μπορούν να αναπτυχθούν, ενώ εξαιτίας της πτώσης του επιπέδου των υπόγειων υδάτων και της κακής διαχείρισης, πολλές λεύκες που φυτεύτηκαν τον προηγούμενο αιώνα ξεράθηκαν.
Τα ξεραμένα δέντρα, φιντανάκια ακόμα, ονομάζονταν «νέα ηλικιωμένα δέντρα».
Κάποιοι χωρικοί προσέφυγαν στις δασικές αρχές και παραπονιούνταν οτι επέστρεψαν οι αμμοθύελλες και κάλυψαν τα αγροκτήματά τους.
Σύμφωνα με τις δασικές υπηρεσίες της περιοχής, μεταξύ των 1.019.330 στρεμμάτων με δάση λεύκας, περίπου το 80% καταστράφηκε.
Το 2014 οι αρχές στην περιοχή ξεκίνησαν να αντικαθιστούν τα νεκρά ή ξεραμένα δέντρα, σχεδιάζοντας να ολοκληρώσουν το έργο σε τρία χρόνια. Σήμερα έχουν αντικατασταθεί 643.800 στρέμματα, ενώ φυτεύτηκαν πεύκα αντί για λεύκες.
«Τα πεύκα χρειάζονται λιγότερο νερό από τις λεύκες και μπορούν να ζήσουν περισσότερο», λέει ο Γουάνγκ Τζιχουάν επικεφαλής του δασικής υπηρεσίας της περιοχής.
Οι χωρικοί εντάχθηκαν στην προσπάθεια. Ο Αν Τσουνφού μάλιστα έγινε αγροφύλακας.
Τα δάση από μόνα τους φέρνουν μικρά κέρδη στους χωρικούς και οι ντόπιοι βρίσκουν διαφορετικούς τρόπους για να αυξήσουν τα εισοδήματά τους.
Ο 46χρονος Ντουάν Γκουιμπίν χρησιμοποιεί 26.670 στρέμματα γης στην κομητεία Κανγκμπάο. Το μισό είναι δάσος και το άλλο μισό ακαλλιέργητη γη. Στο δάσος ο Ντουάν φυτεύει μανιτάρια και στην υπόλοιπη γη τριαντάφυλλα.
Προσλαμβάνει ντόπιους από φτωχά νοικοκυριά με ημερομίσθιο 80 γιουάν (11,9 δολάρια ΗΠΑ).
«Εκατό άνθρωποι, κυρίως πρώην χωρικοί, εργάζονται για μένα κάθε μέρα. Η μέση ηλικία τους είναι πάνω από 70», λέει ο Ντουάν. Η εργασία αυτή τους αποφέρει κάποιο εισόδημα ενώ ο πιο ηλικιωμένος που δουλεύει για τον Ντουάν, είναι 82 χρόνων και απασχολείται στα φυτώρια.
Ο 63χρονος Γουάνγκ Γκιμίνγκ, εργάστηκε στη καλλιέργεια τριαντάφυλλων για δύο χρόνια.
« Πολύ δύσκολα μπορούσαμε να κερδίσουμε το ψωμί μας από την γεωργία εξαιτίας της ξηρασίας, ήμουν τόσο φτωχός που δεν μπορούσα να αγοράσω ένα πακέτο τσιγάρα», λέει χαρακτηριστικά.
«Τώρα που η γυναίκα μου και εγώ φυτεύουμε τριαντάφυλλα κερδιζουμε αρκετά χρήματα ώστε να επισκευάσουμε το σπίτι μας», λέει ενώ πρόσφατα αντιτακέστησε την παλιά του τηλεόραση με μία τέσσερις φορές μεγαλύτερη.
Δράττοντας την ευκαιρία πολλοί χωρικοί που εργάζονταν στις πόλεις επέστρεψαν στην περιοχή. Στο χωριό του Γκιμίνγκ όπου παλαιότερα ζούσαν μόνο 200 άνθρωποι, σήμερα ο πληθυσμός έχει διπλασιασθεί.
Το Τζανγκτζιακού αναμένει μια έκρηξη στον χειμερινό τουρισμό καθώς το 2022 θα φιλοξενήσει κάποια αγωνίσματα από τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ο Ντουάν ευελπιστεί ότι η διοργάνωση αυτή θα προσελκύσει περισσότερους τουρίστες στις φυτείες και στα δάση του.
Η Γουάνγκ Γουενχουά μοιράζεται το ίδιο όνειρο.
« Στο χωριό μας, λέει, υπάρχει ακόμα ακαλλιέργητη γη .. Αν φυτέψουμε περισσότερα οπωροφόρα δέντρα, μπορούμε να απολαύσουμε την ομορφιά των λουλουδιών την άνοιξη και να δοκιμάσουμε γλυκά φρούτα το φθινόπωρο».