Η Ευρώπη επιδιώκει μια στενή συνεργασία με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης προσφύγων και μεταναστών έτσι ώστε να περιοριστεί δραστικά ο αριθμός εκείνων που έρχονται στην Ευρώπη. Για το λόγο αυτό πραγματοποιείται σήμερα στο Παρίσι μια μίνι σύνοδος για το προσφυγικό με τη συμμετοχή Γαλλίας, Γερμανίας, Ισπανίας, Ιταλίας, αλλά και τριών αφρικανικών χωρών Τσαντ, Νίγηρα και Λιβύης. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν θα υποδεχθεί την καγκελάριο Μέρκελ, τους πρωθυπουργούς της Ιταλίας Τζεντιλόνι και Ισπανίας Ραχόι, καθώς και υψηλόβαθμους αξιωματούχους των τριών αφρικανικών χωρών.
Η διαχείριση της προσφυγικής κρίσης βρέθηκε στο επίκεντρο εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξης της Α. Μέρκελ στην εφημερίδα Welt am Sonntag. H καγκελάριος υπερασπίστηκε τις επιλογές της διαβεβαιώνοντας ότι θα λάμβανε ξανά «όλες τις σημαντικές αποφάσεις του 2015». Με αυτοκριτική διάθεση παραδέχθηκε ωστόσο ότι στα χρόνια πριν το ξέσπασμα της προσφυγικής κρίσης πίστευε σε υπερβολικό βαθμό στον Κανονισμό του Δουβλίνου «που ξεπέρασε τις δυνατότητες χωρών, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Όλοι στην Ευρώπη πρέπε να παραδεχθουμε ότι ο παλιό σύστημα σύστημα του Δουβλίνου, δεν είναι πλέον βιώσιμο», διαπίστωσε η Α. Μέρκελ.
Η καγκελάριος δήλωσε στην γερμανική εφημερίδα ότι: «Δεν είναι δυνατόν Ελλάδα και Ιταλία να επωμίζονται όλα τα βάρη λόγω της γεωγραφικής τους θέσης και επειδή οι πρόσφυγες φθάνουν πρώτα εκεί. Οι πρόσφυγες πρέπει να κατανεμηθούν με πνεύμα αλληλεγγύης σε όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ. Το 2015 αντιμετωπίσαμε όλοι, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο, μια έκτακτη κατάσταση, την οποία δεν πρέπει να ξαναζήσουμε», υπογράμμισε η Α. Μέρκελ.
Σε ερώτηση σχετικά με το κλείσιμο της βαλκανικής οδού την άνοιξη του 2016 η καγκελάριος απάντησε: «Το κλείσιμο συνέβαλε στον περιορισμό των προσφυγικών ροών. Δεν αποτέλεσε ωστόσο βιώσιμη λύση, διότι τον Φεβρουάριο του 2016 έφθασαν στην Ελλάδα περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι, οι οποίοι παρέμειναν εκεί υπό δύσκολες συνθήκες. Όλα αυτά άλλαξαν μόνο με την υπογραφή της προσφυγικής συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας».
Υπερασπιζόμενη τη θέση της κατά του κλεισίματος της βαλκανικής οδού η Α. Μέρκελ υπογράμμισε: «Μειώθηκαν πράγματι οι πρόσφυγες που έφθαναν στη Γερμανία. Ήμουν όμως κατά της λήψης μέτρων σε εθνικό επίπεδο χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την Ελλάδα. Τότε βρισκόμασταν στο τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων για την προσφυγική συμφωνία με την Τουρκία. Για μένα ήταν σημαντικό να μην αποκοπεί η Ελλάδα από την Ευρώπη και αφεθεί στη μοίρα της με μεγάλο αριθμό προσφύγων. Αν παρατηρήσετε συνολικά τη ζώνη του Σένγκεν, στην οποία ανήκει φυσικά και η Ελλάδα, θα διαπιστώσετε ότι ο αριθμός των προσφύγων μειώθηκε σημαντικά μετά την υπογραφή της προσφυγικής συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας».
Στην συνέντευξή της στην κυριακάτικη Welt η Α. Μέρκελ ανακοίνωσε επίσης ότι η ακτοφυλακή της Λιβύης θα λάβει από τη Γερμανία τον αναγκαίο τεχνικό εξοπλισμό για να μπορέσει να πραγματοποιήσει το έργο της. Πρόσθεσε ωστόσο ότι «δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στην τήρηση του Διεθνούς Δικαίου όσο και στην αντιμετώπιση προσφύγων και ΜΚΟ από τις αρχές της Λιβύης. Σε περίπτωση αμφιβολιών θα διεξαχθούν έρευνες».
Με αφορμή τη στήριξη που παρείχαν στο τοπικό κοινοβούλιο στο Σάξεν-Άνχαλτ χριστιανοδημοκράτες βουλευτές σε αίτημα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία AfD με αντικείμενο την σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τον αριστερό εξτρεμισμό, η καγκελάριος απέκλεισε στην γερμανική εφημερίδα οποιαδήποτε συνεργασία με την AfD: «είναι σαφές ότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία δεν μπορεί να αποτελέσει εταίρο μας σε οποιαδήποτε μορφή συνεργασίας. Στόχος μας είναι να ξανακερδίσουμε τη στήριξη κάθε ψηφοφόρου».
Τέλος η καγκελάριος προειδοποίησε για μια πιθανή μετεκλογική συνεργία Σοσιαλδημοκρατών, Αριστεράς και Πρασίνων «αν τους το επιτρέπουν τα ποσοστά». Το σενάριο αυτό κρίνεται ωστόσο μάλλον απίθανο λόγω των χαμηλών ποσοστών των τριών κομμάτων στις δημοσκοπήσεις. Από την πλευρά του πάντως ο Μάρτιν Σουλτς έχει λάβει αποστάσεις από αυτό το σενάριο συνεργασίας, μετά την ήττα του κόμματός στις τοπικές εκλογές στο κρατίδιο του Ζάαρλαντ τον περασμένο Μάρτιο.