Με παρατάσεις επί παρατάσεων και διασταλτικές ερμηνείες των νόμων το ΥΠΟΙΚ προσπαθεί να μην παραγραφούν οι λίστες της ντροπής
Καμμία οδηγία προς τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες δεν έχει αποστείλει το Υπουργείο Οικονομικών, σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι με τις κατά καιρούς εμφανιζόμενες λίστες (Λαγκάρντ κ.λπ.), αν και προ διμήνου το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) με απόφασή του ξεκαθάρισε ότι, πέραν της πενταετίας, οι έλεγχοι επιτρέπονται μόνον υπό αυστηρότατες προϋποθέσεις
Τώρα, ενόψει και του κινδύνου παραγραφής κάποιων υποθέσεων, το ΥΠΟΙΚ πασχίζει να βρει «παραθυράκια» προκειμένου αυτές να κρατηθούν «ζωντανές», ενώ οι ελεγκτικές υπηρεσίες αναμένουν την γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους περί του τι δεν έχει ακόμη παραγραφεί.
Στα τέλη Ιουλίου σημειώθηκε μια διαρροή του σχεδίου γνωμοδότησης, σύμφωνα με το οποίο η χρήση 2005 είναι η τελευταία που έχει παραγραφεί, σαφώς με όλες τις προηγούμενες. Ωστόσο, μέσω παρατάσεων, οι έλεγχοι του ΥΠΟΙΚ συνεχίζονται σε μεγαλύτερο χρονικό βάθος και συγκεκριμένα μέχρι την χρήση 2000, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν «ζωντανές» τις χρήσεις μετά το 2001.
Για να διατηρηθεί σε ισχύ το δικαίωμα του δημοσίου να διενεργεί ελέγχους και στις χρήσεις 2002-2005 εξετάζεται να αξιοποιηθούν διατάξεις του προηγούμενου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν2238/94) και συγκεκριμένα το άρθρο 68 που αφορά στην δυνατότητα της εφορίας να εκδίδει νέο φύλλο ελέγχου.
Σύμφωνα με όσα προέβλεπε η γνωμοδότηση που διέρρευσε:
– Οι χρήσεις έως το 2005 έχουν σε κάθε περίπτωση παραγραφεί, αλλά χωρίς το Δημόσιο να υποχρεώνεται (ακόμη) να επιστρέψει ποσά.
– Οι χρήσεις 2006 έως το 2010 είναι «ζωντανές» μόνο εφόσον υπάρχουν πρόσθετα στοιχεία για τους φορολογουμένους, που παραπέμπουν σε φοροδιαφυγή.
– Οι χρήσεις από το 2011 έως το 2016 είναι «ζωντανές» με βάση τη γενική 5ετή προθεσμία παραγραφής.
– Όλες οι χρήσεις των οποίων η παραγραφή παρατάθηκε με διατάξεις που ψηφίστηκαν έως το 2016 έχουν ήδη παραγραφεί, καθώς οι σχετικές διατάξεις παράτασης κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Αυτό όμως ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ενεργοποιηθεί η 10ετής προθεσμία παραγραφής με την επίκληση νέων στοιχείων. Βέβαια, στην 7μελή σύνθεση του ΣτΕ, εκκρεμεί και το κατά πόσον θεωρούνται νέα στοιχεία οι καταθέσεις σε τράπεζες εσωτερικού, που ήρθαν στη διάθεση της διοίκησης πρόσφατα. Και αυτό γιατί τα διοικητικά δικαστήρια αναφέρουν ότι η διοίκηση, με βάση την τεχνολογία, τα γνώριζε όλα αυτά ή θα έπρεπε να τα γνωρίζει, συνεπώς δεν τα θεωρούν νέα στοιχεία.
– Η απόφαση του ΣτΕ δεν πλήττει την προθεσμία 10ετούς παραγραφής που προβλέπεται όταν έρχονται υπόψη της φορολογικής διοίκησης νέα στοιχεία, όπως είναι οι διάφορες λίστες καταθετών της αλλοδαπής.
– Για το αν θα έχει γενική εφαρμογή η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για το όριο 5ετίας στην παραγραφή και δεν θα έχει εφαρμογή μόνο για τους διαδίκους θα αποφασίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, όπως λένε αξιόπιστες δικαστικές πηγές, όποιος υπόχρεος προσφύγει στα δικαστήρια θα δικαιωθεί με βάση την απόφαση του ΣτΕ.
– Παραμένει μέχρι να κριθεί από τη Δικαιοσύνη η 20ετής παραγραφή για τις υποθέσεις φοροδιαφυγής για τις χρήσεις μετά την 1/1/2014.
– Η απόφαση του ΣτΕ, ακόμα και για παραγεγραμμένες χρήσεις, δεν δημιουργεί υποχρέωση του Δημοσίου να επιστρέψει ποσά που έχει εισπράξει. Αυτό γίνεται μόνο με αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των δικαστηρίων. Ούτως ή άλλως, σύμφωνα με νομικές πηγές, με τις προσφυγές στα δικαστήρια ή χωρίς, θα αναγκαστεί να τα επιστρέψει.
– Όσοι φορολογούμενοι εντάχθηκαν στη ρύθμιση για την εθελοντική αποκάλυψη κεφαλαίων και δεν έχουν ακόμη πληρώσει τα σχετικά ποσά δεν τα γλυτώνουν. Και αυτό διότι, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, προσήλθαν οικειοθελώς και η υποβολή τροποποιητικών φορολογικών δηλώσεων αποτελεί εκτελεστό τίτλο για το Δημόσιο. Τα πρόσωπα δε αυτά έχουν ουσιαστικά ομολογήσει ότι έχουν φοροδιαφύγει.