Τι δείχνει έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ
Την εκτίμηση ότι το α’ εξάμηνο του 2017 σηματοδοτεί τη σταδιακή επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε ένα ελάχιστο επίπεδο κανονικότητας διατυπώνει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, στην έρευνά του για την εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έρευνα, το α’ εξάμηνο του 2017 σηματοδοτεί τη σταδιακή επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε ένα ελάχιστο επίπεδο κανονικότητας, το οποίο εκδηλώνεται με την ταυτόχρονη βελτίωση στους δείκτες οικονομικού κλίματος και μακροοικονομικού περιβάλλοντος, γεγονός που προεξοφλεί- με σταθερές όλες τις άλλες παραμέτρους- τη μεσοπρόθεσμη διατήρηση ενός σταθερού ποσοστού μεγέθυνσης στο σύνολο της οικονομίας.
Υπό την υφιστάμενη συγκυρία, η πρόβλεψη για προσέγγιση του 2% ως ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης το 2017 φαίνεται ρεαλιστική και επιτεύξιμη. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η απάλειψη από την εξίσωση της ελληνικής οικονομίας των αβεβαιοτήτων για την έκβαση της διαπραγμάτευσης και το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης (κάτι που παρατηρείται σε κάθε γύρο αξιολογήσεων και στρεβλής αναπαραγωγής δημοσιευμάτων) διαμορφώνει ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά, την οικονομική σταθερότητα και την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Η μείωση της ανεργίας, η επίτευξη και υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων, το θετικό ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών επιχειρήσεων, οι ισχυρές επιδόσεις στον κλάδο του τουρισμού αποτελούν αναμφίβολα θετικές εξελίξεις για την ελληνική οικονομία. Χωρίς να αναιρούνται οι αρνητικές επιπτώσεις από την ασκούμενη πολιτική αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής, είναι εμφανές ότι σε αυτή τη φάση του οικονομικού κύκλου είναι οριακή η υφεσιακή επίδραση των συσταλτικών μέτρων και του αρνητικού πολλαπλασιαστή. Ωστόσο, η μετάθεση λήψης μέτρων για τα επόμενα 2 χρόνια (αναφορικά με το αφορολόγητο και τις παρεμβάσεις στις συντάξεις) αναβάλλει απλά τις οικονομικές αποφάσεις των νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων στο μέλλον, και σε συνδυασμό με τη χαμηλή αποταμίευση και τη μείωση του διαθεσίμου εισοδήματος, επιφέρει επιδείνωση στους δείκτες ζήτησης και επενδύσεων των μικρών επιχειρήσεων (εύρημα που προκύπτει και από τα επίσημα στοιχεία).
Από την πλευρά της προσφοράς, παραμένουν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις από την πρότερη συσσώρευση οικονομικών υποχρεώσεων, καθώς 1 στις 3 έχουν καθυστερημένες οφειλές, είτε σε δημόσιο- ασφαλιστικά ταμεία, είτε σε τράπεζες- ιδιωτικό τομέα. Η αποτελεσματική εφαρμογή του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή που θα λάβει ο νέος οικονομικός καταμερισμός στη χώρα τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα με την ύπαρξη ενός αριθμού επιχειρήσεων που ανταποκρίνεται και συμβαδίζει με την αναπτυξιακή δυναμική, παραμένει ασθενικό ένα σημαντικό ποσοστό επιχειρήσεων (άνω του 50%) που διέπεται από τα χαρακτηριστικά της «επιχειρηματικότητας ανάγκης», αλλά συνεισφέρει σημαντικά στην απασχόληση. Έτσι, το φαινόμενο της άτυπης επιχειρηματικότητας και της αδήλωτης/ υποδηλωμένης εργασίας δεν φαίνεται να υποχωρεί και λαμβάνει νέες μορφές.
Τα διαρθρωτικά προβλήματα είναι περισσότερο εμφανή στις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, για τους οποίους απουσιάζει ένα συνεκτικό πλαίσιο ενίσχυσης της ρευστότητας και της διασφάλισης της βιωσιμότητας τους, είτε μέσα από τη διεύρυνση της συμμετοχής τους σε ευρύτερα επιχειρηματικά σχήματα (clusters), είτε μέσα από την υπαγωγή τους σε αλυσίδες αξίας και άνοιγμα σε νέες υπερτοπικές αγορές. Οι μικρές μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι οποίες παρουσιάζουν τέτοιες δυνατότητες υπέρβασης του στενού επιχειρηματικού ορίζοντα, – σε αντίθεση με τις αντίστοιχες εμπορικές-, αδυνατούν να ανταγωνιστούν στο υφιστάμενο περιβάλλον υπερφορολόγησης και καχεκτικών δικτυώσεων.
Η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, επιβεβαιώνει τη θετική τροχιά της ελληνικής οικονομίας, και ταυτόχρονα καταδεικνύει την ανάγκη να αναπτυχθούν ειδικές πολιτικές που θα εστιάζουν στις ανάγκες της μικρής μεταποιητικής μονάδας και θα διευκολύνουν χρηματοδοτικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο σύνολό τους. Η πορεία προς μια «ανάπτυξη για όλους» διέρχεται μέσα από την ταυτόχρονη αξιοποίηση των διαθέσιμων μέσων και εργαλείων για όλες τις επιχειρήσεις με οικονομικά αποτελεσματικό και βιώσιμο τρόπο.
Την επόμενη περίοδο, η οικονομική πολιτική πρέπει να προσανατολιστεί σε διαφοροποιημένες λύσεις- παρεμβάσεις, ανάλογα με τις ομάδες – στόχους που καλείται να υπηρετήσει:
1. Για τις μικρές επιχειρήσεις που παρουσιάζουν δυνατότητες ανάπτυξης, κίνητρα επενδύσεων και προώθησης τους σε μεγαλύτερες και περισσότερες αγορές.
2. Για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες υπερχρέωσης, μια συντεταγμένη στρατηγική αναδιάρθρωσης και επαναφοράς στην αγορά, με ταυτόχρονη υιοθέτηση μηχανισμών έγκαιρης προειδοποίησης και δεύτερης ευκαιρίας.
3. Για τις επιχειρήσεις που φαίνονται να είναι αδύναμες και κινδυνεύουν να κλείσουν, με σοβαρές προεκτάσεις για την απασχόληση και την επιβίωση των μελών, προτείνεται η θεσμοθέτηση ενός στέρεου μηχανισμού κοινωνικής προστασίας, που θα περιλαμβάνει δράσεις άμεσης εκκαθάρισης και αξιοποίησης του παραγωγικού εξοπλισμού και ανθρώπινου κεφαλαίου, με παράλληλη κάλυψη των επαγγελματιών για τους κινδύνους στίγματος, φτώχειας και αποκλεισμού από την κοινωνική και οικονομική ζωή.
Δήλωση του Προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ, Γ. Καββαθά
«Σύμφωνα με την έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημάδια σταθεροποίησης και σταδιακής επιστροφής στην κανονικότητα, αλλά το μεγάλο στοίχημα παραμένει η διατηρησιμότητα των θετικών ρυθμών μεγέθυνσης και η συμμετοχή των μικρών επιχειρήσεων στο μέρισμα ανάπτυξης.
Καθώς τα απόνερα της κρίσης αρχίζουν δειλά να υποχωρούν, αναδεικνύονται πιο ξεκάθαρα τα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εγχώριες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, για τα οποία απαιτούνται ενεργές και θαρραλέες παρεμβάσεις στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής. Για να μπορέσει η εγχώρια αγορά να βγει από το τούνελ της παρατεταμένης στασιμότητας θα πρέπει να υλοποιηθούν οι διαρθρωτικές αλλαγές προσαρμοσμένες στις ανάγκες των ΜμΕ και της ελληνικής οικονομίας, όπως η ανάπτυξη των κατάλληλων χρηματοοικονομικών και αναπτυξιακών εργαλείων για την αύξηση των επενδύσεων, η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση, η μείωση της φορολογίας, η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης των επιχειρήσεων, η αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους και της δικαιοσύνης, η ενίσχυση των συνεργατικών σχηματισμών κλπ. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει:
1. Να δημιουργηθούν τα κατάλληλα εργαλεία για την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και για αυτό τον λόγο θεωρούμε ότι η εξαγγελθείσα σύσταση της Αναπτυξιακής Τράπεζας είναι σημαντική πρωτοβουλία.
2. Να υπάρξει αποτελεσματική εφαρμογή του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών και επέκταση σε φυσικά και νομικά πρόσωπα, προκειμένου να ενταχθούν σε αυτόν όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
3. Να δημιουργηθεί έστω και την ύστατη στιγμή ο ειδικός ακατάσχετος επιχειρηματικός λογαριασμός, για όσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν ηλεκτρονικές συναλλαγές καθώς με αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθούν τα δημόσια έσοδα και θα βελτιωθεί η ρευστότητα των τραπεζών.»