Νέα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι τουλάχιστον 52 εκατ.παιδιά σε όλον τον κόσμο ζουν με ιογενή ηπατίτιδα, σε σύγκριση με 2.1 εκατ παιδιά που ζουν με τον ιό HIV, ο οποίος προκαλεί το Εϊτζ.
Τα νέα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην φετινή Διεθνή Διάσκεψη Κορυφής για την Ηπατίτιδα στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, οι εργασίες της οποίας πραγματοποιήθηκαν από τις 1 έως τις 3 Νοεμβρίου, καταδεικνύουν ότι το 2016 περίπου 325 εκατομμύρια άνθρωποι έφεραν τον ιό της ηπατίτιδας. Από αυτούς, 4 εκατομμύρια ήταν παιδιά κάτω των 19 χρόνων, τα οποία ζούσαν με ηπατίτιδα C και 48 εκατομμύρια (κάτω των 18 ετών) ζούσαν με ηπατίτιδα Β. Και οι δύο αυτοί ιοί μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο του ήπατος.
Η έρευνα διεξήχθηκε από το Πανεπιστήμιο του Καϊρου και το Παρατηρητήριο Polaris, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Ανάλυσης Ασθενειών στο Κολοράντο των Ηνωμένων Πολιτειών.
« Παιδιά σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από την ιογενή ηπατίτιδα και οι συνέπειες για τη δημόσια υγεία είναι τεράστιες, ενώ τα πιο πολλά βρέφη και παιδιά που νοσούν δεν διαγιγνώσκονται και δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά» λέει ο Ράκιελ Πεκ Διευθύνων Σύμβουλος της Παγκόσμιας Συμμαχίας για την Ηπατίτιδα.
Σύμφωνα με την ανάλυση μόνο 21 χώρες ευθύνονται για το 80% περίπου αυτών των παιδιατρικών λοιμώξεων από ηπατίτιδα C, με τα υψηλότερα ποσοστά να παρατηρούνται στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η μετάδοση από τη μητέρα στο παιδί είναι μια από τις κύριες αιτίες της ηπατίτιδας C στα παιδιά. Ωστόσο, ούτε οι έγκυες γυναίκες ούτε τα μικρά παιδιά που νοσούν με αυτήν την ασθένεια η οποία προκαλεί καρκίνο μπορούν να αντιμετωπιστούν με τα πλέον αποτελεσματικά άμεσης δράσης αντι-ιικά φάρμακα.
« Οι κυβερνήσεις και οι παγκόσμιες υγειονομικές οργανώσεις πρέπει να διασφαλίσουν ότι όλα τα παιδιά έχουν εμβολιαστεί για ηπατίτιδα Β και C και ότι όλες οι έγκυες γυναίκες περνούν από εξετάσεις» δήλωσε ο Τσαρλς Γκορ πρόεδρος της Παγκόσμιας Συμμαχίας για την Ηπατίτιδα.
Ωστόσο, οι περιπτώσεις ηπατίτιδας C στα παιδιά είναι πιθανό να συνεχίσουν να αυξάνονται για τα επόμενα χρόνια, δεδομένης της έλλειψης πρόληψης και των ελέγχων στις εγκύους που ζουν με ηπατίτιδα C και στις γυναίκες που βρίσκονται σε ηλικία τεκνοποίησης, σύμφωνα με τους ερευνητές. Αυτό επιδεινώνεται από την απουσία μιας γενικής πολιτικής υγείας που αφορά τις μέλλουσες μητέρες και τα παιδιά.
«Πρέπει να δράσουμε και να θεραπεύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά. Το οικονομικό και κοινωνικό όφελος της πρώιμης θεραπείας της ηπατίτιδας C στα παιδιά είναι σημαντικό» υποστηρίζουν οι ιθύνοντες.