Δεν έχουν τέλος οι αυξήσεις στις εισφορές των περίπου 1,4 εκατ. ελευθέρων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολουμένων, αλλά και των αγροτών, καθώς το 2018 έρχεται νέα αλλαγή στη βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ποσών.
Από το νέο έτος οι εισφορές θα καθορίζονται επί των ακαθάριστων εσόδων, χωρίς δηλαδή την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν καταβληθεί, οδηγώντας σε αυξήσεις που θα ξεκινούν από 8% και σταδιακά, με την κατάργηση και των εκπτώσεων που η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει για μερίδα μη μισθωτών, θα φθάσουν έως και το 38%.
Πρόκειται για ανατροπή που «χτυπάει» στην καρδιά των ελεύθερων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολουμένων αλλά και των ανθρώπων της εγχώριας γεωργίας, οι οποίοι ακόμη, παρά την «αφαίμαξη» που δέχονται από το ελληνικό Δημόσιο, καταβάλλοντας για εισφορές και φόρους ακόμη και πάνω από το 60% του εσόδων τους, δηλώνουν τα πραγματικά τους εισοδήματα. Μάλιστα, το υπουργείο Εργασίας, προκειμένου να περιορίσει τη νέα, απότομη επιβάρυνση που θα προκύψει, έχει ήδη προβλέψει ότι το 2018 θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των εισφορών –για κύρια ασφάλιση 20%, υγεία 6,95%, επικούρηση 3,5% και εφάπαξ 4% (όπου προβλέπεται)– το 85% του φορολογητέου εισοδήματος. Βέβαια, το 2019 η έκπτωση του 15% θα καταργηθεί.
Είναι ενδεικτικό ότι το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχει εκτιμήσει τη σχετική εξοικονόμηση από το 2018 έως το 2021 σε 128 εκατ. ευρώ, με τα 53 εκατ. ευρώ να εξοικονομούνται το πρώτο έτος και τα υπόλοιπα 70 εκατ. ευρώ το 2019.
Η ευθεία σύνδεση των εισφορών με τα εισοδήματα των μη μισθωτών, όπως χαρακτηριστικά δηλώνει στην «Καθημερινή» ο γνώστης του ασφαλιστικού Γιώργος Κουτρουμάνης, οδήγησε στη δήλωση χαμηλών εισοδημάτων, με συνέπειες και για τους φόρους και για τα έσοδα του ΕΦΚΑ. Μάλιστα, ο πρώην υπουργός Εργασίας επισημαίνει ότι πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την κυβέρνηση η αναθεώρηση του συγκεκριμένου πλαισίου, με εκλογίκευση των ασφαλιστικών εισφορών για τα μεσαία και υψηλότερα εισοδήματα. Σε αυτήν την κατεύθυνση μάλιστα, ο κ. Κουτρουμάνης θέτει στο τραπέζι του διαλόγου την επανεξέταση ή ακόμη και αύξηση του κατώτερου ασφαλίστρου.
Για να αποφευχθεί τυχόν μεγαλύτερο «ναυάγιο» στα έσοδα του επόμενου έτους, το οικονομικό επιτελείο επεδίωξε κατά την πρώτη διερευνητική συνάντηση με τους επικεφαλής των θεσμών τη μείωση των εισφορών τουλάχιστον για τα υψηλά εισοδήματα, χωρίς όμως να αφεθεί οποιοδήποτε περιθώριο διαπραγμάτευσης από την πλευρά των πιστωτών.
Όπως προκύπτει από τα παραδείγματα, χωρίς σημαντικές, νέες επιβαρύνσεις στις εισφορές τους θα είναι το 2018 όσοι έχουν χαμηλά εισοδήματα, κάτω των 10.000 ευρώ, που και εντός του 2017 κατέβαλαν την κατώτερη δυνατή εισφορά (167,95 ευρώ τον μήνα). Αλλά και όσοι δηλώσουν εισόδημα πάνω από 70.000 ευρώ, οι οποίοι άλλωστε, καταβάλλουν ήδη την ανώτατη δυνατή εισφορά (1.589,49 ευρώ τον μήνα).
Στον αντίποδα, ελεύθερος επαγγελματίας με 10.000 ευρώ κέρδη το 2017 πλήρωσε εισφορές 2.695 ευρώ. Με την παραδοχή ότι θα διατηρήσει το ίδιο ποσό ως εισόδημα προ εισφορών και το 2018, θα κληθεί να καταβάλει εισφορές της τάξης των 2.900 ευρώ, αυξημένες κατά 7,9%. Το 2019, δε, θα καταβάλει εισφορές της τάξης των 3.421 ευρώ, αυξημένες κατά 26,95% σε σχέση με το 2017.
Κάποιος που έχει εισόδημα 30.000 ευρώ, το 2018 θα κληθεί να καταβάλει για εισφορές επιπλέον 639 ευρώ σε σχέση με τα 8.085 ευρώ που πλήρωσε το 2017, ενώ το 2019 η επιβάρυνση σε σχέση με τις εισφορές του τρέχοντος έτους θα είναι της τάξης των 1.540 ευρώ (+26,95%). Μικρότερες αυξήσεις θα υποστούν την επόμενη 4ετία οι επιστήμονες, για τους οποίους ο νόμος Κατρούγκαλου προβλέπει εκπτώσεις. Η πραγματική και μόνιμη επιβάρυνση θα υπάρξει από το 2022 και μετά, με τις εισφορές να αυξάνονται κατά 37,95%.
Τρία βαρίδια από το παρελθόν «φουσκώνουν» τον λογαριασμό
Με… τρία βαρίδια από το παρελθόν θα εισέλθουν στο 2018 πάνω από ένα εκατομμύριο ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες. Βαρίδια που αναμένεται να «φουσκώσουν» έτι περαιτέρω τις ήδη αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές του νέου έτους.
Το πρώτο έρχεται από τις εισφορές κύριας ασφάλισης του 2016, ενώ το δεύτερο αφορά τις εισφορές υπέρ επικούρησης και εφάπαξ του τρέχοντος έτους, οι οποίες δεν εισπράττονται ακόμη από τον ΕΦΚΑ. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και η ρύθμιση για τις αποδείξεις δαπάνης, που επίσης αναμένεται να επιβαρύνει χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες αλλά και μισθωτούς, με εισφορές 26,95%.
Αναλυτικά, οι επιβαρύνσεις που έρχονται από το παρελθόν και καθιστούν σχεδόν απαγορευτική τη μη μισθωτή απασχόληση για εκατοντάδες χιλιάδες αυτοαπασχολουμένους, επιστήμονες, ελεύθερους επαγγελματίες ή και αγρότες είναι οι εξής:
• Εισφορές 2016. Πρόκειται για εισφορές που δεν καταβλήθηκαν εντός του 2017 και αφορούν την ασφαλιστική περίοδο του 2016. Αφορούν περίπου 650.000 ασφαλισμένους που κινδυνεύουν να καταστούν ληξιπρόθεσμοι, παρότι καταβάλλουν τις εισφορές του 2017.
• Εφάπαξ – επικούρηση. Οι εισφορές υπέρ εφάπαξ (4%) και επικούρησης (7%) έπρεπε να έχουν ενσωματωθεί, από την 1/1/2017, στα ειδοποιητήρια περίπου 200.000 μη μισθωτών που υποχρεούνται να ασφαλίζονται και στο ΕΤΕΑΕΠ. Ομως η συνείσπραξη δεν έχει ακόμη επιτευχθεί, λόγω καθυστέρησης στην ενσωμάτωση του σχετικού μητρώου ασφαλισμένων. Έτσι, οι υπόχρεοι που «γλίτωσαν» το 2017 θα επιβαρυνθούν διπλά το νέο έτος.
• Αποδείξεις δαπάνης. Από το 2018, εφόσον οι εκπρόσωποι των δανειστών δεχθούν την ελληνική πρόταση και δεν επιμείνουν για αναδρομική εφαρμογή, οι αποδέκτες τίτλων κτήσης (όπως λέγονται οι αποδείξεις δαπάνης) θα πρέπει να καταβάλλουν και αυτοί εισφορές 26,95%.