Αντιμέτωπη με σειρά αδυναμιών παραμένει η περιοχή της Ευρωζώνης, παρότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εξακολουθούν να είναι περιορισμένοι.
Τα παραπάνω εκτιμά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σε έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα (Financial Stability Review).
Με την οικονομία της να αναπτύσσεται για 18ο συνεχόμενο τρίμηνο, η Ευρωζώνη βρίσκεται στην καλύτερη θέση εδώ και μία δεκαετία και οι πρόδρομοι δείκτες υποδηλώνουν ότι η ανάπτυξη φθάνει επιτέλους στις χώρες της περιφέρειας, εκκινώντας πιθανόν και πάλι τη διαδικασία σύγκλισής τους που είχε προ πολλού ανακοπεί.
«Οι βελτιωμένες οικονομικές συνθήκες υποστηρίζουν την εκτίμηση ότι δεν υπάρχουν γενικά υπερβολικές αποτιμήσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Ευρωζώνης», αναφέρει η ΕΚΤ, προσθέτοντας: «Παρά ταύτα, οι παγκόσμιοι κίνδυνοι ιδιαίτερα είναι πιθανόν να προκαλέσουν διορθώσεις στις αγορές χρηματοπιστωτικών στοιχείων ενεργητικού με αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα».
Σύμφωνα με την εξαμηνιαία έκθεση της ΕΚΤ, στις μεγαλύτερες αδυναμίες της Ευρωζώνης περιλαμβάνονται μία απότομη αλλαγή αποτίμησης των ασφάλιστρων κινδύνου σε παγκόσμιο επίπεδο, η χαμηλή κερδοφορία των τραπεζών, μία επανεμφάνιση των ανησυχιών για το δημόσιο χρέος και οι κίνδυνοι ρευστότητας στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα.
«Η συνεχιζόμενη συμπίεση των ασφάλιστρων κινδύνου και οι ενδείξεις συμπεριφοράς μεγαλύτερης ανάληψης κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές αποτελούν πηγές ανησυχίας, καθώς μπορεί να σπέρνουν τους καρπούς για μεγάλες διορθώσεις των τιμών των στοιχείων ενεργητικού στο μέλλον», αναφέρει η έκθεση.
Αναφερόμενη σε μία ανησυχία που υπάρχει στη Γερμανία, η ΕΚΤ υποστήριξε ότι οι τιμές των κατοικιών φαίνεται να είναι σε γενικές γραμμές εναρμονισμένες με τα θεμελιώδη μεγέθη της Ευρωζώνης, παρά το γεγονός ότι οι τιμές των εμπορικών ακινήτων συνεχίζουν να αυξάνονται πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο τους.
Νωρίτερα σήμερα, η γερμανική κεντρική τράπεζα, που επικρίνει από καιρό τις χαλαρές πολιτικές της ΕΚΤ, υποστήριξε ότι οι αξίες των γερμανικών ακινήτων μπορεί να είναι 15-30% υπερτιμημένες , αν και οι κίνδυνοι αναφορικά με τα στεγαστικά δάνεια φαίνονται να είναι ακόμη περιορισμένοι.
Αν και η κερδοφορία των τραπεζών της Ευρωζώνης έχει βελτιωθεί κάπως, οι αποτιμήσεις τους παραμένουν χαμηλές, δείχνοντας τις αμφιβολίες για την ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να έχουν αποδόσεις αντίστοιχες με το κόστος του μετοχικού τους κεφαλαίου. Αυτός είναι ένας δυνητικός κίνδυνος, καθώς η εκκαθάριση του υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξάνει την πιθανότητα να χρειασθούν περισσότερα κεφάλαια για κάποιες τράπεζες, ένα ακριβό εγχείρημα με δεδομένες τις χαμηλές αποτιμήσεις.
Αν και μία αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων μπορεί, επίσης, να αναζωπυρώσει τις ανησυχίες για τα κρατικά χρέη, οι περισσότερες χώρες έχουν αυξήσει τη διάρκεια των χρεών τους, κάτι που σημαίνει ότι η όποια αύξηση στο κόστος χρηματοδότησης θα έχει πιο σταδιακή επίπτωση, σημειώνει η ΕΚΤ.