Τον κώδωνα του κινδύνου για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Πάτρα κρούει με συνέντευξη του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αναπληρωτής καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου Πατρών και διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικής της Ατμόσφαιρας, Ανδρέας Καζαντζίδης.
Χαρακτηρίζει την συγκέντρωση σωματιδίων ως “σημαντική”, αν και “ανάλογη με αυτή των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων”, με το 1/3 εξ’ αυτών να έρχονται από άλλες περιοχές και το υπόλοιπο να εκλύεται στην Πάτρα από ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
Οι μετρήσεις γίνονται από τους επτά σταθμούς του συστήματος «Αιθέρας» που δημιούργησε και λειτουργεί το Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας και αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα της καλής σχέσης του Πανεπιστημίου με την πόλη της Πάτρας. Και τούτο διότι η εγκατάσταση και η λειτουργία βασίστηκε και βασίζεται στη βοήθεια πολιτών, αλλά και φορέων, όπως η περιφέρεια και ο Οργανισμός Λιμένος Πατρών.
Η ιδέα εγκατάστασης του δικτύου προήλθε από Πατρινούς μεταπτυχιακούς φοιτητές του τμήματος Φυσικής, ενώ η λειτουργία των σταθμών μέτρησης και η κατασκευή της ιστοσελίδας βασίζεται στην εθελοντική εργασία του προσωπικού τού Εργαστηρίου Φυσικής της Ατμόσφαιρας και των φοιτητών της μεταπτυχιακής ειδίκευσης «Εφαρμοσμένη Μετεωρολογία και Φυσική Περιβάλλοντος».
Όσον αφορά τη λήψη μέτρων, ο Ανδρέας Καζαντζίδης σημειώνει ότι τα κυριότερα είναι η καλύτερη ρύθμιση της κυκλοφορίας και η δραστική μείωση των καύσεων.
Ακολουθεί η συνέντευξη του αναπληρωτή καθηγητή Φυσικής Ανδρέα Καζαντζίδη στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Πώς θα χαρακτηρίζατε την ποιότητα του αέρα στην Πάτρα;
«Γενικά, η ποιότητα του αέρα στην Πάτρα είναι ανάλογη με αυτή των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων. Οι συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων (και ειδικά των μικρών σε μέγεθος που θεωρούνται πιο επικίνδυνα για την υγεία) είναι σημαντικές. Εδώ και αρκετά χρόνια, γίνονται μετρήσεις σε συγκεκριμένα σημεία από την περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, ενώ η σύσταση και η προέλευσή τους έχει μελετηθεί από ερευνητικές ομάδες του πανεπιστημίου Πατρών και του Ινστιτούτου Χημικής Μηχανικής. Με βάση αυτά τα στοιχεία, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι περίπου το 1/3 των σωματιδίων έρχονται από άλλες περιοχές και το υπόλοιπο εκλύεται εδώ από ανθρωπογενείς δραστηριότητες».
Ποιες είναι οι περιοχές όπου καταγράφεται μεγαλύτερη συγκέντρωση αιωρούμενων σωματιδίων;
«Σε αυτή την ερώτηση δεν μπορεί κανείς να απαντήσει απόλυτα. Το πρόβλημα είναι ότι τα αιωρούμενα σωματίδια παρουσιάζουν μεγάλη χωρική και χρονική μεταβλητότητα. Ακόμα και στην ίδια περιοχή, ανάλογα με τις μετεωρολογικές συνθήκες και την ώρα της ημέρας και την εποχή μπορεί να έχουμε μεγάλες διακυμάνσεις. Χρειάζονται λοιπόν περισσότεροι σταθμοί μέτρησης και αυτό το κενό στις γνώσεις μας προσπαθεί να καλύψει το δίκτυο μετρήσεων που λειτουργεί το τμήμα Φυσικής εδώ και λίγο καιρό. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι τα αυτοκίνητα, οι βιομηχανίες και η καύση ξύλων είναι σημαντικές πηγές αιωρούμενων σωματιδίων και τώρα αρχίζουμε και βλέπουμε ποιες είναι πραγματικά οι επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα. Μετρούμε λοιπόν και αναγνωρίζουμε πια την επίδραση της κίνησης στο κέντρο της πόλης ή τις επιπτώσεις από την καύση ξύλων σε πυκνοκατοικημένες περιοχές με νεόδμητα σπίτια».
Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η αύξηση αιωρούμενων σωματιδίων σε συγκεκριμένες περιοχές;
«Οι βασικοί παράγοντες είναι αυτοί που σας προανέφερα. Το πόσο θα επηρεαστεί η ποιότητα του αέρα εξαρτάται από το αν ευνοούν ή όχι οι μετεωρολογικές συνθήκες. Για παράδειγμα, όταν υπάρχει άνεμος, αυτός είναι συνήθως ισχυρότερος στο Ρίο και αυτό σημαίνει ότι η ποιότητα αέρα θα είναι σαφώς καλύτερη από ό,τι στο κέντρο της πόλης. Μια ημέρα όμως χωρίς άνεμο και με πολλές καύσεις ξύλων (από τζάκια ή αγροτικές δραστηριότητες), η ποιότητα αέρα στο Ρίο μπορεί να είναι χειρότερη από το κέντρο της Πάτρας».
Ποια είναι τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν για να βελτιωθεί η κατάσταση;
«Προφανώς, για το 1/3 των αιωρούμενων σωματιδίων που έρχονται από άλλες περιοχές δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Για τα υπόλοιπα, μπορεί να βοηθήσει η καλύτερη ρύθμιση της κυκλοφορίας και η δραστική μείωση των καύσεων. Υπάρχουν λύσεις που εφαρμόστηκαν σε χώρες και πόλεις που έχουν αντιμετωπίσει παρόμοια και πολύ χειρότερα προβλήματα. Για παράδειγμα, η χρήση φυσικού αερίου θα μπορούσε να βοηθήσει να βελτιωθεί η ποιότητα αέρα. Το πιο σημαντικό βήμα όμως, είναι η σωστή ενημέρωση των πολιτών και η ανάπτυξη περιβαλλοντικής συνείδησης με σκοπό την πρόληψη και τη μείωση του προβλήματος έστω και σε κάποιο βαθμό».