Με βραδύ αλλά σταθερό ρυθμό συνεχίζεται η αύξηση των καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αντικατοπτρίζοντας τη βελτίωση της εμπιστοσύνης και την ελαφρά άνοδο στην οικονομική δραστηριότητα.
Με βάση τα στοιχεία της ενδιάμεσης έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος (μπορείτε να τη δείτε στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό), οι τραπεζικές καταθέσεις του μη χρηματοπιστωτικού ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά 2,6 δισ. ευρώ, την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου της φετινής χρονιάς, και διαμορφώθηκαν σε 121 δισ. ευρώ.
Μετά τις εκροές των δύο πρώτων μηνών, παρατηρήθηκε σταδιακή αύξηση του υπολοίπου των καταθέσεων. Η αύξηση προήλθε κυρίως από τις επιχειρήσεις, οι οποίες είδαν τα ταμειακά διαθέσιμά τους να αυξάνονται χάρη και στη σημαντική διεύρυνση της χρήσης των ηλεκτρονικών πληρωμών στις καθημερινές συναλλαγές.
Ειδικότερα, οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αυξήθηκαν στο 10μηνο κατά 1,6 δισ. ευρώ, ενώ την ίδια περίοδο τα νοικοκυριά ενίσχυσαν τις καταθέσεις τους κατά 1 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, συνεχίστηκε και το 2017 η τάση σταδιακής ενίσχυσης του μεριδίου των επιχειρήσεων στις συνολικές καταθέσεις (13,3% τον Οκτώβριο 2017, έναντι 12,8% το Δεκέμβριο 2016) σε σχέση με εκείνο των νοικοκυριών.
Η συγκριτικά λιγότερο δυναμική αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών αντανακλά, σύμφωνα με την ΤτΕ ΕΛΛ -0,67%, τη μεγαλύτερης έκτασης απομόχλευση που κατέγραψαν τα νοικοκυριά και τον περιορισμό των διαθέσιμων εισοδημάτων.
Στην προσέλκυση καταθέσεων συνέβαλε και η ηπιότερη αποκλιμάκωση των επιτοκίων κατά το 10μηνο. Το επιτόκιο στις καταθέσεις προθεσμίας των νοικοκυριών (με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος) διαμορφώθηκε, κατά μέσο όρο, στην εξεταζόμενη περίοδο, σε 0,65%, που παραμένει από τα υψηλότερα της Ευρωζώνης. Σε πραγματικούς όρους, το επιτόκιο καταθέσεων κατέγραψε αρνητικές τιμές σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Επιπλέον, συνεχίστηκε ο περιορισμός της εξάρτησης των τραπεζών από τον μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος. Τον Οκτώβριο του 2017, τρεις τράπεζες επέστρεψαν στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, για πρώτη φορά μετά το 2014, με την έκδοση καλυμμένων ομολογιών.
Η αναμενόμενη ενδυνάμωση της οικονομικής ανάκαμψης, η περαιτέρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, αλλά και η επίτευξη περαιτέρω προόδου στην αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, εκτιμάται από την TτE ότι θα συμβάλουν στην περαιτέρω προσέλκυση καταθέσεων λιανικής, ενώ θα διευρύνουν την πρόσβαση των τραπεζών στη διατραπεζική αγορά.