Την ανάγκη περιβαλλοντικής προστασίας των διεθνών υδάτων, δηλαδή της ανοικτής θάλασσας που βρίσκεται εκτός δικαιοδοσίας οποιασδήποτε χώρας, δέχεται η πλειοψηφία των κρατών μελών του ΟΗΕ που πρόκειται να ξεκινήσουν στις αρχές του 2018 συζητήσεις για μια συνθήκη προστασίας των διεθνών υδάτων από τη ρύπανση και τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Χρειάστηκε περισσότερο από μια δεκαετία συζητήσεων σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών, για να δεχτούν 141 από τα 193 κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών να ξεκινήσουν τις επίσημες συνομιλίες που αναμένεται να καταλήξουν σε μια συνθήκη για την προστασία της ανοικτής θάλασσας το 2020. Η συνθήκη θα ορίζει προστατευόμενες περιοχές και θα καθορίζει ποσοστώσεις αλιευμάτων.
Αποτελώντας περίπου το 58% των ωκεανών του πλανήτη και εκτεινόμενα από τους τροπικούς έως τους πόλους, τα διεθνή ύδατα φιλοξενούν σημαντικό κομμάτι της βιοποικιλότητας του πλανήτη. Παρ’ όλα αυτά το επίπεδο γνώσης μας για τις περιβαλλοντικές απειλές τους είναι χαμηλό, αφού εκτιμάται πως μόνο το 5% της ανοικτής θάλασσας έχει ερευνηθεί, με τις περισσότερες έρευνες να επικεντρώνονται στις παράκτιες περιοχές.
Ως κύριες πηγές ρύπανσης των ωκεανών θεωρούνται τα χημικά προϊόντα όπως τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα που παράγονται και χρησιμοποιούνται στην ενδοχώρα και τελικά καταλήγουν στον ωκεανό ως χημική απορροή. Από την άλλη το μέγεθος της αρνητικής επίδρασης των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο οικοσύστημα παραμένει εν πολλοίς άγνωστο καθώς ερευνητές έχουν ανακαλύψει ίχνη ανθρώπινης ρύπανσης στα πιο απομακρυσμένα μέρη των ωκεανών.
Συνεπώς, μόνο ως μια καλή αρχή θα μπορούσε να θεωρηθεί η έγκριση της συνθήκης για την προστασία ορισμένων εκ των πλέον ευάλωτων ωκεάνιων πόρων στη Γη, ιδιαίτερα των θαλάσσιων οικοσυστξμάτων στα βαθιά ύδατα.