Γαλλία και Μ. Βρετανία συνόδευσαν τις ΗΠΑ σε στρατιωτικό πλήγμα στη Συρία. Η καγκελάριος Μέρκελ αποκλείει εμπλοκή της Γερμανίας και η υπόλοιπη ΕΕ παρακολουθεί τις εξελίξεις καταγγέλλοντας την υποτιθέμενη χρήση χημικών.
ΗΠΑ, Μ. Βρετανία και Γαλλία εξαπέλυσαν κατά της διάρκεια της περασμένης νύχτας πυραυλικές επιθέσεις εναντίον στόχων στη Συρία, που σύμφωνα με τις επιτιθέμενες δυνάμεις είχαν σχέση με την παραγωγή χημικών όπλων από το καθεστώς του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Σε διάγγελμά του προς τον αμερικανικό λαό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε την επίθεση αντίδραση στην φερόμενη επίθεση με χημικά στην πόλη Ντούμα την περασμένη εβδομάδα, η οποία στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους. Σύμφωνα με τις ΗΠΑ είναι αποδεδειγμένο ότι πίσω από την επίθεση κρύβεται το συριακό καθεστώς. Την ίδια ώρα η Ρωσία αναφέρει ότι διαθέτει στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η Μ. Βρετανία σκηνοθέτησε την επίθεση, με το Λονδίνο να κάνει λόγο για κατάφορο ψέμα της Μόσχας.
Υπάρχουν όμως αποδείξεις ότι το καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασάντ χρησιμοποίησε την περασμένη εβδομάδα χημικά όπλα; Η απάντηση είναι θετική και για τον γάλλο πρόεδρο Μακρόν. Όπως γράφει η Deutsche Welle, στην προχθεσινή τηλεοπτική του συνέντευξη στο TF1, όπου εμφανίστηκε για να περάσει στην αντεπίθεση σε σχέση με τις κινητοποιήσεις των γάλλων σιδηροδρομικών, είχε αναφέρει ότι «η Γαλλία θα αποφασίσει εν καιρώ για την στρατιωτική της εμπλοκή». Θύμισε μάλιστα στους συμπατριώτες του ότι το Παρίσι αναμείχθηκε στο συριακό λόγων των τρομοκρατικών επιθέσεων που δέχθηκε στην επικράτεια της και έδωσε έμφαση στην τηλεφωνική του επικοινωνία με τον Πούτιν, στον οποίο είπε ότι η Γαλλία θέλει να αποφύγει στρατιωτική κλιμάκωση, αλλά «δεν μπορεί να επιτρέπει σε ορισμένα καθεστώτα να κάνουν ότι θέλουν».
Η πλειονότητα Γάλλων υποστηρίζει την επεκτατική εξωτερική πολιτική του προέδρου της, την οποία ακολουθεί από την ανάληψη των καθηκόντων, φέρνοντας τη χώρα του και πάλι στη διεθνή πολιτική σκηνή. Ο Μακρόν είχε μιλήσει τηλεφωνικά με τον αμερικανό ομόλογό του και τον διαβεβαίωσε για τη στήριξή του. «Με τη χρήση χημικών έχει η Ασάντ έχει ξεπεράσει την κόκκινη γραμμή» πιστεύει και ο Φρανσουά Χεζμπούργκ από το Συμβούλιο Στρατηγικών Μελετών. Τα tweets του Ντόναλντ Τραμπ, αν και άκρως επιθετικά και πολεμικά, είχαν δημιουργήσει σύγχυση για τον χρόνο έναρξης στρατιωτικού πλήγματος». Πάντως η Γαλλία θέλει να παίξει σημαντικό ρόλο στην Εγγύς Ανατολή, υποστηρίζει ο Μανουέλ Ραπνούγ από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής ECFR. Όπως επισημαίνει, πρόκειται για ιστορική αναγκαιότητα. «Τα περασμένα χρόνια έδειξαν ότι οι Ευρωπαίοι δεν μπόρεσαν να εμπιστευτούν ούτε τους Αμερικανούς ούτε τους Ρώσους, γι’ αυτό θα πρέπει να φροντίζουν όλο και περισσότερο μόνοι τους για την άμυνά τους και σε αυτήν την βάση να βρίσκουν συναινετικά κοινή γραμμή».
Η καγκελάριος έχει ήδη αποκλείσει στρατιωτική εμπλοκή της Γερμανίας στη Συρία. «Αλλά δεν μπορεί να μην γίνει τίποτα», πρόσθεσε,«η χρήση χημικών είναι απαράδεκτη και ρίχνει αρνητική εικόνα στην Ρωσία, επειδή δεν έγινε εφικτός ο έλεγχος επί τόπου από τη Διεθνή Οργάνωση Απαγόρευσης Χημικών Όπλων, και τώρα θα πρέπει να δούμε όλο το φάσμα μέτρων», πρόσθεσε. Με άλλα λόγια, αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά παρά το γεγονός ότι γνωρίζει πως τυχόν εξάπλωση της διένεξης κρύβει τον κίνδυνο άμεσης αναμέτρησης ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Από την άλλη η ΕΕ δεν είναι σε θέση να δεσμευτεί σε κάτι περισσότερο από το να καταδικάζει με τον «πιο κατηγορηματικό τρόπο» τη χρήση χημικών, όπως δήλωσε η Φεντερίκα Μογκερίνι, Ύπατη Εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική της Ένωσης.
Στο Λονδίνο η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι είχε ενημερώσει το υπουργικό της συμβούλιο ότι προετοιμάζει τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας για στρατιωτική εμπλοκή πιθανότητα από τις βάσεις της στην Κύπρο. Με τη ρητορική της υιοθέτησε την ίδια γραμμή των Μακρόν και Τραμπ. Δεν θέλησε ωστόσο να καλέσει σε έκτακτη συνεδρίαση τη Βουλή και να φέρει τους βουλευτές πίσω από τις πασχαλινές τους διακοπές για να συναποφασίσουν. Η βρετανίδα πρωθυπουργός δεν είναι σίγουρη ότι θα πάρει τη σύμφωνη γνώμη τους και επικαλείται ένα ιστορικό αγγλικό διάταγμα που της δίνει ελευθερία κινήσεων. Δεν είναι μόνο όμως η αντιπολίτευση που είναι αντίθετη στη συμμετοχή της Βρετανίας σε στρατιωτικό πλήγμα, αλλά και η πλειοψηφία των Βρετανών. Αλλά τότε γιατί άλλαξε πολιτική η Μέι; «Θα έχανε σε γόητρο απέναντι στον Μακρόν και τον Τραμπ, εάν έμενε εκτός», υποστηρίζει ο Νικ Γουίτνεϊ από το ECFR. «Στην υπόθεση Σκριπάλ συμπεριφέρθηκε με προσοχή και πήρε μεγάλη στήριξη από τους ευρωπαίους εταίρους της και τις ΗΠΑ. Πολιτικά επέδρασε θετικά, διότι μετά την επίθεση με νευροτοξική ουσία το γόητρό της ανέβηκε θεαματικά, ενώ αντίθετα αυτό του Τζέρεμι Κόρμπιν από τους Εργατικούς έπεσε σημαντικά».
Η βρετανική κυβέρνηση βλέπει τον κίνδυνο περιθωριοποίησής της λόγω Brexit, εάν η Γαλλία αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Νικ Γουίτνεϊ φέρνει μάλιστα τον προκάτοχό της Μέι, Ντέιβιντ Κάμερον, ως παράδειγμα ηγέτη που οδηγήσε τη χώρα στην απομόνωση με αποτέλεσμα να γίνει η Γαλλία ο συνομιλητής της Ουάσιγκτον. «Η υπόλοιπη Ευρώπη δεν έχει λόγο, γιατί κανείς εκτός από το Λονδίνο και το Παρίσι δεν διαθέτει πυραύλους Κρουζ» σημειώνει ο Γουίτνεϊ, αν και όπως επισημαίνει, τον απασχολεί το ότι η Συρία έχει καταφέρει να αυξήσει την αντιπυραυλική της άμυνα.