Ο κλάδος των κατασκευών κατέγραψε σημαντικές απώλειες την περίοδο 2008-2013. Εντούτοις, όπως προκύπτει από έρευνα της ICAP, από το 2014 η αγορά των τεχνικών εταιρειών φαίνεται να εισέρχεται σε τροχιά ανάκαμψης, λόγω κυρίως της “επανεκκίνησης” μεγάλων δημόσιων έργων, αλλά και της ενίσχυσης της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων. Η ανάκαμψη της αγοράς αναστέλλεται το 2015, αλλά την διετία 2016-2017 ακολουθεί και πάλι ανοδικούς ρυθμούς κυρίως λόγω της αύξησης του κύκλου εργασιών των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών / ομίλων από σημαντικά έργα υποδομών στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.
Ο κατασκευαστικός κλάδος αποτέλεσε για πολλά χρόνια έναν από τους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αφού συνδέθηκε άρρηκτα με την οικονομική της μεγέθυνση συνεισφέροντας παράλληλα σε πολλούς κλάδους της βιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών.
Εντούτοις, οι μακροοικονομικές συνθήκες της χώρας και η μακροχρόνια ύφεση που οδήγησε σε περικοπή των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, προβλήματα ρευστότητας, συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, σημαντική φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων, επηρέασε ιδιαίτερα αρνητικά τον κλάδο ο οποίος κατέγραψε σημαντικές απώλειες. Παράλληλα, οδήγησε πολλές επιχειρήσεις του κλάδου σε επιδείνωση των αποτελεσμάτων τους ή ακόμα και σε παύση λειτουργίας και αδράνεια.
Σύμφωνα με στοιχεία της τελευταίας έκδοσης της Κλαδικής Μελέτης που εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, ο κλάδος των κατασκευών παρουσίασε φθίνουσα πορεία από το 2007 και μετά. Συγκεκριμένα ενώ το 2006 ο κλάδος συνέβαλε κατά 8,3% στο ΑΕΠ, το 2016 η συμμετοχή του έφτασε στο 2,2%. Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κλάδου σημείωσε σωρευτική μείωση -81,9% την περίοδο 2007-2015, ενώ το 2016 σημειώνει για πρώτη φορά αύξηση μετά από 9 χρόνια (16,7%). Η συμμετοχή του κλάδου στην συνολική απασχόληση της χώρας ανερχόταν σε 8,1% το 2008, έκτοτε σημειώνεται συνεχής μείωση του ποσοστού συμμετοχής με το 2016 να φτάνει το 4,9%. Σωρευτικά κατά την περίοδο 2008 – 2015 υπήρξε απώλεια 189,7 χιλ. θέσεων εργασίας.