Στις φονικές πυρκαγιές στην Αττική, στις αιτίες τους αλλά και στην αναζήτηση ενδεχόμενων ευθυνών αναφέρεται εκτενώς ο γερμανικός τύπος με άρθρα, ρεπορτάζ και συνεντεύξεις.
«Θάνατος, ερείπια, οργή» είναι τίτλος στο πρωτοσέλιδο της Süddeutsche Zeitung για τις καταστροφικές φωτιές που άφησαν πίσω τους δεκάδες νεκρούς και τραυματίες στην Αττική. Η εφημερίδα μεταδίδει την τραγική εικόνα της επόμενης μέρας: «Η πυρκαγιά ξέσπασε πολύ γρήγορα, εξαπλώνοντας ανελέητα την καταστροφική της ορμή. Ολόκληρες γειτονιές στις παραθεριστικές περιοχές Ραφήνα, Μάτι και Νέα Μάκρη κοντά στην Αθήνα είναι τώρα ερείπια και στάχτη(…). Ήταν οι πιο καταστροφικές πυρκαγιές στην Ελλάδα εδώ και πάνω από δέκα χρόνια».
Η ίδια εφημερίδα σε άλλο ρεπορτάζ της με τίτλο «Μετά τις φλόγες έρχεται η οργή» σημειώνει ότι σύμφωνα με κατοίκους «η καταστροφή θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί». Η SZ σημειώνει ότι η ευρύτερη περιοχή είναι δημοφιλής παραθεριστικός προορισμός για τους Αθηναίους, από όπου κάθε καλοκαίρι χιλιάδες τουρίστες ξεκινούν το ταξίδι τους για τα νησιά των Κυκλάδων (από τη Ραφήνα).
Στη συνέχεια η γερμανική εφημερίδα διερωτάται: «(…) Ήταν οι αρμόδιοι επαρκώς προετοιμασμένοι; Γιατί δεν εκκενώθηκαν έγκαιρα οι περιοχές; Πυρκαγιές ξεσπούν κάθε χρόνο στην Ελλάδα, αλλά δεν είναι πάντα τόσο καταστροφικές. Στη συλλογική μνήμη έχουν μείνει οι πυρκαγιές του 2007, όπου είχαν σκοτωθεί 70 άτομα. (…) Kαι τότε υπήρχαν καμένες εκτάσεις, άνεμοι, ακραία ξηρασία, υπερφορτωμένες αρμόδιες αρχές. Και τότε πολλοί θεώρησαν την καταστροφή ως απόλυτη αποτυχία του κράτους. Έκτοτε έχουν γίνει κάποια πράγματα. Αλλά όχι αρκετά».
Το πρόβλημα των αστικών προαστίων
Το ερώτημα αυτό θέτει επίσης η SZ στον Γερμανό ειδικό γεωχημείας και μελέτης των δασών Γιόχαν Γκόλνταμερ από το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ.
Ο ίδιος απαντά λέγοντας τα εξής: «Αυτό που συνέβη στην Αττική είναι δραματικό και μου θυμίζει την κατάσταση στην Πορτογαλία πέρυσι, όπου σε δύο πυρκαγιές πέθαναν πάνω από 100 άνθρωποι. Το βασικό πρόβλημα είναι κοινό σε όλες τις μεσογειακές χώρες.
Στις πρώην αγροτικές περιοχές γύρω από την Αθήνα η βλάστηση δεν αξιοποιείται τόσο εντατικά όσο παλαιότερα. Αντ’ αυτού γύρω από τις μεγάλες πόλεις έχουν αναπτυχθεί αστικές δομές με ακαλλιέργητα χωράφια και κήπους. Αυτό κάνει την κατάσταση τόσο επικίνδυνη».
Για ποιο λόγο; «Στο παρελθόν τα αιγοπρόβατα τρέφονταν από το γρασίδι και τους χαμηλούς θάμνους στις περιοχές αυτές και έτσι το τοπίο φαινόταν μεν γυμνό, αλλά δεν ξεσπούσαν μεγάλες, καταστροφικές πυρκαγιές. Σήμερα οι άνθρωποι δεν εκμεταλλεύονται τη γη αυτή, υπάρχουν περισσότερα εξοχικά, κήποι και δέντρα –αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε πολλές νοτιοευρωπαϊκές χώρες. Έτσι τα προάστια πόλεων είναι συνήθως πιο ευάλωτα σε πυρκαγιές. Εκεί οι φωτιές γίνονται ανεξέλεγκτες», αναφέρει ο Γερμανός ειδικός.
Οι πυρκαγιές και η ιστορία του ΕΣΕΠΑ
Και η Frankfürter Allgemeine Zeitung κυκλοφορεί με τις πυρκαγιές στην Αττική ως πρώτο θέμα και τίτλο «Πάνω από 70 οι νεκροί στις πυρκαγιές στην Ελλάδα». Φιλοξενεί επίσης εκτενές ρεπορτάζ, όπου διαβάζουμε τα εξής: «Για τα αίτια της φωτιάς, όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, υπάρχουν πολλές εκτιμήσεις. Μπορεί να ήταν εμπρησμός; Την Τρίτη ήταν πολύ νωρίς για να δοθούν ακόμη και πρώτες απαντήσεις» σημειώνει η εφημερίδα.
«Παλιότερα πάντως συνέβαινε αυτό. Επιχειρηματίες πλήρωναν εγκληματίες για να βάλουν φωτιές σε ελκυστικές περιοχές. Αργότερα οι πληγείσες περιοχές μετατρέπονταν σε κατοικήσιμες εκτάσεις. Πλέον αυτό δεν είναι τόσο εύκολο όσο τότε γιατί άλλαξαν οι νόμοι. Επιπλέον, παρά την ελαφρά οικονομική ανάκαμψη της χώρας, ο κατασκευαστικός κλάδος παραμένει ισχνός».
Στο ίδιο ρεπορτάζ μιλά και Νίκος Σαχινίδης, πρόεδρος της ΜΚΟ «Εθελοντικό Σώμα Ελλήνων Πυροσβεστών Αναδασωτών» (EΣΕΠΑ), μιας οργάνωσης που είχε συσταθεί με την υποστήριξη της Γερμανίας και της Αυστρίας. Ο Ν. Σαχινίδης αναφέρει στην FAZ ότι η ΕΣΕΠΑ έχει αποδυναμωθεί εδώ και κάποια χρόνια για πολιτικούς λόγους. Η ΕΣΕΠΑ διέθετε κάποτε δική της σχολής πυροσβεστών στα Ριζώματα Ημαθίας. Ωστόσο ένας νόμος του 2014 άλλαξε το καθεστώς λειτουργίας των εθελοντικών οργανώσεων στην Ελλάδα. «Έκτοτε ντε φάκτο απαγορεύεται να σβήνουμε εμείς πυρκαγιές, αλλά μόνο οι επαγγελματίες πυροσβέστες. Όταν ξεσπά μια φωτιά η πυροσβεστική αποφασίζει αν θα χρειαστεί τη βοήθειά μας ή όχι», σημειώνει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι ο νόμος έγινε ουσιαστικά γιατί οι επαγγελματίες πυροσβέστες δε ήθελαν τον ανταγωνισμό.
Πλέον η σχολή έχει κλείσει μετά από καταγγελία για υπεξαίρεση χρημάτων από δωρεές. Μετά από χρόνια ερευνών από το ελληνικό υπ. Οικονομικών, όπως αναφέρει ο Ν. Σαχινίδης, διαφάνηκε ότι δεν υπήρξε υπεξαίρεση. Πιστεύει επίσης ότι εάν λειτουργούσε ο ΕΣΕΠΑ ακόμη κανονικά θα μπορούσε να είχε συμβάλει στην αποφυγή της καταστροφής στην Αττική. «Αυτό είναι σίγουρο. Ξέρω την περιοχή, όπου ξέσπασαν οι φωτιές. Έχουμε εκεί εθελοντές. Θα μπορούσαν άμεσα να επέμβουν», λέει ο ίδιος. Βέβαια αν και παλιά είχε 2000 μέλη, η ΕΣΕΠΑ πλέον μετρά μερικές δεκάδες. «Η Ελλάδα ζητά τώρα βοήθεια από άλλες χώρες, αν και θα μπορούσε να είχε οργανώσει την απαιτούμενη βοήθεια εδώ», σημειώνει ο ίδιος.
Όπως το 2007
Σε σχόλιό της τέλος η Kölner Stadt-Anzeiger, όπως αναμεταδίδει η Deutsche Welle, αναφέρει: «Πριν από 11 χρόνια η Ελλάδα επλήγη από μια καταστροφική πυρκαγιά στην Πελοπόννησο και σκοτώθηκαν 73 άνθρωποι. Μαθήματα δεν πήραν από τότε ούτε η Αθήνα ούτε οι Βρυξέλλες. Ακόμη δεν υπάρχει κανένα πανελλαδικό δίκτυο εθελοντών πυροσβεστών, όπως το γνωρίζουμε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ειδικά από τη Γερμανία, υπήρξαν εδώ και χρόνια προσφορές για τη δημιουργία και στήριξη τέτοιων δομών. Αλλά το γιατί δεν ανταποκρίθηκαν οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είναι κατανοητό. Μετά από αυτό το τελευταίο παράδειγμα, η Ελλάδα πρέπει επιτέλους να κάνει τις πυροσβεστικές της δυνάμεις αποτελεσματικές, που σημαίνει να τις αποκεντρώσει».