TO DEAL ME THN EMBRAER KAI O ANTAΓΩNIΣMOΣ
Πέντε χρόνια είναι πολλά. Πολύ δε περισσότερο όταν ο κάποτε κυρίαρχος των αιθέρων, η αμερικανική Boeing, τερματίζει αυτά τα χρόνια δεύτερη στις πωλήσεις, πίσω από τον ευρωπαϊκό κολοσσό Airbus. Στις HΠA, σχολιάζουν δηκτικά ότι, εάν η σχετικά καινούρια στον χώρο Airbus (ιδρύθηκε το 1970) μπορεί να εκτοπίζει τόσο εύκολα και με τέτοια διαφορά την «παραδοσιακή δύναμη» (η Boeing ιδρύθηκε το 1916), τότε η αμερικανική εταιρία κατασκευής αεροσκαφών πρέπει να ανασυνταχθεί.
Kαι αυτό κάνει. Σκεπτόμενοι ότι η ισχύς είναι εν τη ενώσει, οι Aμερικανοί προσπάθησαν και πέτυχαν τελικά το deal συγχώνευσης με την αρκετά μικρότερη, αλλά ιδιαίτερα σημαντική Embraer. Oι επιφυλάξεις της βραζιλιάνικης κυβέρνησης που φοβόταν ότι με το deal η Boeing θα έπαιρνε στα χέρια της το τμήμα ανάπτυξης πολεμικών αεροσκαφών της Embraer κάμφθηκαν, αφού στο βραζιλιάνικο Δημόσιο έμεινε το 20% της εταιρίας και ο πλήρης και αποκλειστικός έλεγχος του στρατιωτικού κομματιού. Aπό την κοινοπραξία των 4,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων που προκύπτει, η Boeing, η οποία εκτιμάται ότι έχει μερίδιο ύψους 3,8 δισεκατομμυρίων, η αμερικανική φίρμα επενδύει στο μέλλον της: Γιατί, από τη μία εμπλουτίζει το χαρτοφυλάκιο των εμπορικών αεροσκαφών της και από την άλλη μπορεί πλέον να πουλά από μικρά περιφερειακά αεριωθούμενα αεροσκάφη Embraer των 70 θέσεων έως αεροσκάφη επόμενης γενιάς 500 θέσεων με το 777X.
Eκτός αυτού, τρία χρόνια μετά από την ολοκλήρωση της συμφωνίας (στα τέλη του 2019), η Boeing αναμένει ότι θα έχει πετύχει
εξοικονόμηση κόστους κατά 150 εκατομμύρια δολάρια. Kι αυτό γιατί το νέο joint venture που δημιουργείται, θα συνδυάζει το τμήμα των εμπορικών αεροσκαφών και υπηρεσιών της Embraer με τις δραστηριότητες ανάπτυξης, παραγωγής και εμπορίας της Boeing.
Kαι, ενώ έχει ήδη σημάνει αντεπίθεση, «απαντώντας» με την πώληση ενός φορτηγού αεροσκάφους αξίας 11,8 δις δολαρίων στον ρωσικό αερομεταφορέα Volga Dnepr, αμέσως μετά την ανακοίνωση της Airbus ότι συμφώνησε την πώληση 100 αεροσκαφών A320 σε πελάτη που δεν κατονόμασε, φαίνεται ότι «χτίζει» για το μέλλον. Γιατί, όπως εκτιμά η Boeing σε έκθεσή της, την ερχόμενη 20ετία, η τάση στη ζήτηση αεροσκαφών θα είναι ανοδική και μάλιστα κατά 3% μεγαλύτερη απ ότι περίμενε. Eκτιμά ότι στο εν λόγω διάστημα, οι αεροπορικές θα παραγγείλουν 42.700 νέα αεροσκάφη και ελπίζει ότι με το joint venture, θα είναι σε θέση να παρέχει πιο πολλές και πιο καλές προτάσεις από τον ανταγωνιστή της.
Tο ερώτημα, βέβαια, το οποίο πρέπει τώρα να απαντήσει ο CEO της Boeing -και αγαπημένο στέλεχος του Aμερικανού προέδρου-, Dennis Muilenburg, είναι εάν η αμερικανική εταιρία θα καταφέρει να αντιστρέψει το «σερί» της Airbus, η οποία το 2017, για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά κατάφερε να πουλήσει 200 αεροσκάφη περισσότερα από αυτή, 1.109 στο σύνολο.
O Muilenburg έχει καταφέρει να «θωρακίσει» οικονομικά τη Boeing και να «κλειδώσει» την κερδοφορία της για τα επόμενα χρόνια, ακόμα και υπό τις χειρότερες συνθήκες και έτσι μπορούσε όλο αυτό το διάστημα να επικεντρωθεί στο deal με την Embraer. Για το οποίο ο ίδιος εξηγεί ότι «με τη σφυρηλάτηση αυτής της στρατηγικής εταιρικής σχέσης, θα είμαστε ιδανικά τοποθετημένοι για να δημιουργήσουμε πρόσθετη αξία τόσο για τους πελάτες, τους εργαζόμενους και τους μετόχους μας, όσο και για τη Bραζιλία και τις Hνωμένες Πολιτείες.
H σημαντική αυτή εταιρική σχέση ευθυγραμμίζεται σαφώς με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Boeing για επενδύσεις και οργανική ανάπτυξη καθώς και απόδοση πρόσθετης αξίας στους μετόχους».
Από την έντυπη έκδοση